Σελίδες

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία +1 Απριλίου & την Πέμπτη Ε' Κυριακή των Νηστειών

agia maria aigiptia 1Η Όσια Μαρία η Αιγύπτια, όπως το λέγει και η προσθήκη στο όνομα της, ήτανε από την Αίγυπτο.  
Εκεί γεννήθηκε γύρω στο 300 μ.Χ. Εκεί δε και μεγάλωσε. 
Δυστυχώς, από μικρή - μικρή, ξέφυγε από τον ίσιο δρόμο. ο έλεγχος του σπιτιού της δεν ήταν αρκετός και η χριστιανική της διαπαιδαγώγησης ήτανε σχεδόν ανύπαρκτη. 
Ήτανε βέβαια χριστιανή, άλλα μόνο κατ όνομα. Ήταν της αράδας. 
Στην ψυχή της δεν υπήρχε πίστης δυνατή και δεν έμαθε ποτέ της, για τις ηθικές άξιες της ζωής. Ποτέ δεν άκουσε, για την χαρά της αγνής ζωής. Τίποτε δεν βρέθηκε μπροστά της να την διδάξει για το μεγαλείο, που έχουν τα
όμορφα νιάτα και πόσο τρομερή είναι η αμαρτία. Σε ηλικία δώδεκα χρόνων έφυγε κρυφά από το σπίτι της. Άφησε το χωριό της και κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί στην Αλεξάνδρεια έπεσε με φρικτή ορμή στην αμαρτία. Βυθίστηκε αχόρταγα στην Κόλαση της ακολασίας. Η ζωή της γινότανε καθημερινά όλο και πιο βρωμερή. Σαν μαγνήτης την τραβούσε η δυσωδία. Δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια ρουφούσε την ζωή της η αμαρτία. Δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια κατηφόριζε και σκότωνε ότι καλό κι ωραίο υπάρχει στην γυναίκα. Την ομορφιά της ηθικότητας, την αγνότητα...
Το αμαρτωλό ταξίδι
Μια ήμερα βγήκε στην ακρογιαλιά, όπως συνήθως. Είδε εκεί αρκετό κόσμο συγκεντρωμένο. Είδε επίσης πολύ κόσμο να μπαίνει σ’ ένα μεγάλο καράβι. Ρώτησε κάποιον:
-Πού πηγαίνει όλος αυτός ό κόσμος; Για που ταξιδεύει το καράβι;
-Πηγαίνομε, για τα Ιεροσόλυμα, της απάντησε. Πλησιάζει η ημέρα της γιορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού...
-Εγώ μπορώ να πάω στα Ιεροσόλυμα; Με δέχονται στο καράβι; ρώτησε.
-Γιατί όχι; Αρκεί να έχεις να πληρώσεις τον ναύλο. Τότε κανένας δεν σε εμποδίζει.
Και τότε εκείνη απάντησε αδιάντροπα:
-Εγώ δεν έχω, βέβαια, χρήματα για το εισιτήριο. Έχω όμως το σώμα μου και νομίζω πώς μπορώ μ’ αυτό... να ταξιδέψω και να τραφώ, χωρίς να χρειαστεί ναύλος! Εκείνος μόλις άκουσε τα λόγια της, έφυγε γελώντας.
Ξαφνικά πέταξε κάτω την ρόκα της κι -έτρεξε κοντά στα καράβια, που γέμιζαν με προσκυνητές, για τα Ιεροσόλυμα. Σ’ ένα απ’ αυτά είδε να προχωρούν καμιά δεκαριά νέοι γεμάτοι ομορφιά, χάρη και υγεία. τους ακολουθεί με ταπεινή σκέψη. τους πλησιάζει και τούς λέει:
-Πάρτε κι εμένα μαζί σας. Πληρώστε εσείς τον ναύλο μου κι εγώ έχω τον τρόπο μου να σάς το ξεπληρώσω!...
Εκείνοι δεχτήκανε με προθυμία. Δεν σταματούσε πουθενά, Μόλις βγήκε από το καράβι, μπήκε μέσα στη Ιερή πόλη, για να συνέχιση τα όργια.
Η αόρατη δύναμη την κάρφωσε..
Μια ημέρα, όμως, ενώ παρακολουθούσε μια παρέα προσκυνητών, έφτασε μέχρι την πόρτα του Ναού του Παναγίου Τάφου. Από περιέργεια θέλησε κι αυτή να μπει μέσα στον Ναό. Ενώ όμως η παρέα προχωρούσε κανονικά, σ’ αυτήν συνέβη κάτι φοβερό. Μια αόρατη δύναμη την κάρφωνε στην θέση της! Κάτι την εμπόδιζε, κάτι της έφραζε τον δρόμο. Έκανε μια, δυο και τρεις προσπάθειες να προχωρήσει, αλλά ήτανε αδύνατο!...
Τότε οπισθοχώρησε ολίγον και στάθηκε όρθια απ’ έξω σε μια γωνιά, γεμάτη τρόμο και αγωνία. Κατάλαβε, ότι η δύναμη του Θεού δεν της επέτρεπε να μπει στην Εκκλησία, για τα αμαρτήματα της. Σκέφτηκε για λίγο, τα βρωμερά χρόνια που πέρασε μέσα στο βούρκο. Σκέφτηκε το φρικτό κατάντημά της και για πρώτη φορά κυλίσανε από τα μάτια της δάκρυα. Ήταν δε δάκρυα ένοχής. Ήταν δάκρυα μετάνοιας. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβε πόσο χαμηλά είχε πέσει. Λες κι άνοιξαν τα μάτια της, για πρώτη φορά, για να ιδούν καθαρά τον γκρεμό της ζωής της.
agia maria aigiptia 2Η μεγάλη υπόσχεση
βλέπει μπροστά της στον τοίχο και σε ψηλό σημείο μια εικόνα της Παναγίας. Τότε γεμάτη ιερή συγκίνηση και στενάζοντας, από τα βάθη της καρδίας της, Την παρεκάλεσε λέγοντας:
-Θεοτόκε Παρθένε, καταλαβαίνω, ότι δεν είμαι άξια ούτε ν’ αντικρύσω τη Εικόνα Σου, εξ αιτίας των πολλών μου αμαρτιών. Όμως ο Υιός Σου είναι μακρόθυμος και πολυέλαιος. Ήρθε στον πρόσκαιρο αυτόν κόσμο να σώσει εμάς τους αμαρτωλούς, που έχουμε ανάγκη της βοηθείας Του. Σε παρακαλώ, λοιπόν, βοήθησέ με να μπω μέσα στην Εκκλησία. Βοήθησέ με να δω το Άγιο Ξύλο, που Σταυρώθηκε ο Χριστός, για τις δικές μας αμαρτίες. να προσκυνήσω το Ξύλο της Σωτηρίας, πάνω στο όποιον χύθηκε το Άγιο Του Αίμα, για να λυτρωθούμε εμείς οι αμαρτωλοί..
Σου υπόσχομαι δε Παρθένα μου, πώς αν αξιωθώ να δω τον Τίμιο Σταυρό, θα κόψω την αμαρτία. Ποτέ πια δεν θα λερώσω το σώμα μου με την ανηθικότητα. Ποτέ δεν θα κυλίσω στο βούρκο. Δεν θα υπάρχει πλέον για μένα άλλος κατήφορος. Θ’ ακολουθήσω όποιον δρόμο μου υπόδειξης Συ. Θα πάω Παναγία μου εκεί που θα με οδηγήσεις... Όταν έχει αντίκρισε τον Τίμιο Σταυρό, την κατέλαβε φόβος και τρόμος. Τα πόδια της αρχίσανε να λυγίζουν. Η καρδιά της κτυπούσε δυνατά. Γονάτισε. Έπεσε καταγής και με πολλά δάκρυα ένοχης προσκύνησε το Ξύλο της Σωτηρίας του κόσμου, επάνω στο όποιο έσταξε το αίμα του Θεού μας.
-Παναγία μου Παρθένα, είπε, Σ’ ευχαριστώ. Δεν με περιφρόνησες εμένα την ανάξια κι αμαρτωλή, αλλά με βοήθησες και αξιώθηκα να ιδώ τον Τίμιο Σταυρό και να τον προσκυνήσω. Τώρα Σε παρακαλώ βοήθησέ με και πάλι. Δείξε μου τον δρόμο που θα με οδηγήσει να σώσω την ψυχή μου. Βοήθησέ με, ώστε να μπορέσω να ζήσω σύμφωνα με το θέλημα του Υιού Σου.
Για την «μεγάλη ἀνάπαυσι»
Κι έχει, που έτσι προσευχότανε, άκουσε μια φωνή, που της έλεγε:
-Μεγάλη ανάπαυση θα βρεις μονάχα, αν περάσεις τον Ιορδάνη.
Χωρίς, λοιπόν, να σκεφτεί πολύ, προχώρησε προς τα μέρη του Ιορδάνη. Στο δρόμο ένας Χριστιανός με φιλάνθρωπα αισθήματα της χάρισε τρία νομίσματα. Με τα χρήματα αυτά αγόρασε τρία ψωμιά και προχώρησε πάλι.
Στην έρημο
—Πόσα χρόνια έζησε σ’ αυτή την έρημο;
—Σαράντα επτά χρόνια!
—Και που εύρισκε την τροφή της; Πώς πέρασε όλα αυτά τα χρόνια:
Δυόμιση ψωμιά είχε, όταν πέρασε τον Ιορδάνη ποταμό και προχώρησε προς αυτή εκεί την έρημο. Τα ψωμιά αυτά ξεραθήκανε τόσο πολύ, που γίνανε σαν πέτρα. Μ εκείνα πέρασε λίγο καιρό. Έπειτα τρεφότανε με χορταράκια της ερήμου...
Κι εκεί ο σατανάς της έφερνε, βεβαίως, πειρασμούς. Οι πειρασμοί της ήταν φοβεροί και μεγάλοι.
Δεκαεφτά χρόνια έζησε στην αμαρτία και τώρα δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια ο σατανάς την πείραζε φοβερά. Έφερνε στο νου της την Παναγία κι άρχιζε να κλαίει και να ζητεί την βοήθεια Της. Κάθε φορά, που Της ζητούσε την συμπαράσταση, γινότανε και το θαύμα.
Στο κρύο και στο λιοπύρι
Δεν ήταν μονάχα το ζήτημα της τροφής στην έρημο. Ήτανε πολλές οι δυσκολίες! Φαντασθείτε την, χωρίς στέγη, χωρίς φωτιά, χωρίς φώτα την νύχτα και χωρίς ρούχα. Τα φορέματά της έλιωσαν από την πολυκαιρία κι έπεσαν κομμάτια. Έτσι, ύστερα από λίγο καιρό, έμεινε γυμνή. Όμως δεν οπισθοχωρούσε. Υπέφερε μεν, αλλά ο Θεός, με την θεια σκέπη Του, την προστάτευε. Εκείνος που είπε ότι «οὐκ ἔπ ἀρτῶ μόνω ζήσεται ἄνθρωπος», αυτός την έθρεψε και την σκέπαζε τα σκληρά αυτά χρόνια της μοναξιάς...
Ο Ιερομόναχος Αββάς Ζωσιμάς
Ο Ιερομόναχος Ζωσιμάς, έζησε με άσκηση και αρετή σε μια σπηλιά, πενήντα τρία ολόκληρα χρόνια.
Του παρουσιάστηκε Άγγελος από τον ουρανό και του λέγει:
-Ζωσιμά, για να δεις μεγαλύτερους από σένα στην αρετή, πήγαινε στο Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου, που είναι κοντά στον Ιορδάνη ποταμό…
Οι Μοναχοί του Μοναστηρίου συνηθίζανε να κάνουν αυστηρή άσκηση και νηστεία την Μ. Τεσσαρακοστή. Την Καθαρή Δευτέρα αφήναν το Μοναστήρι και προχωρούσανε χωριστά, ο καθένας εντελώς μόνος του, βαθειά στην έρημο.
Έτσι έκανε και ο Ζωσιμάς.
Η συνάντηση με τον... άγνωστο
Μια μέρα, την ώρα που προσευχόταν και είχε στραμμένα τα μάτια του προς την Ανατολή, κατάλαβε πώς κινήθηκε εκεί κοντά του μια σκιά. Ο Γέροντας Ζωσιμάς, μόλις τον είδε σκίρτησε από χαρά. Εκείνος, μόλις είδε τον Ζωσιμά να τον ακολουθεί, άρχισε να τρέχει. Αλλά ο Ζωσιμάς, παρά τα βαθειά του γεράματα τρέχει πιο πολύ.
-Δούλε του Θεού, γιατί με αποφεύγεις τον αμαρτωλό; Γιατί με σιχαίνεσαι εμένα τον ταπεινό Γέροντα και δεν στέκεσαι να μ’ ευλογήσεις; Στάσου σε παρακαλώ. Για την αγάπη του Χριστού μη προχωρείς άλλο, γιατί είμαι Γέροντας και δεν μπορώ να τρέξω. Δεν μπορώ να σε ακολουθήσω...
-Για το Όνομα του Ιησού Χρίστου, συγχώρεσε με, Αββά Ζωσιμά. Δεν μπορώ να σταθώ να με δεις, γιατί είμαι γυναίκα και είμαι γδυτή, όπως βλέπεις. Ρίξε μου σε παρακαλώ ένα ένδυμα να φορέσω και τότε με βλέπεις και μου δίδεις την ευχή σου!
Η Οσία ρωτάει
-Αββά Ζωσιμά, γιατί έκανες τόσον κόπο και ήρθες εδώ να δεις μια αμαρτωλή γυναίκα; Αλλά μια και σ’ έφερε εδώ ο Θεός, πες μου σε παρακαλώ πώς είναι ο κόσμος; Πώς είναι οι Χριστιανοί; Πώς είναι η Εκκλησία του Χρίστου;
Πόσο δικαιολογημένες ήτανε οι ερωτήσεις της! Χρόνια ολόκληρα είχε περάσει η Όσια στην έρημο, χωρίς ν’ αλλάξει κουβέντα με κανένα!...
Και ο Αββάς Ζωσιμάς πρόθυμα της είπε:
-Όλα καλά είναι, Μητέρα Όσια, Αλλά προσευχήσου στον Θεό και για μένα και γι αυτούς, Εγώ είμαι αμαρτωλός, γι αυτό έκανα αυτόν τον κόπο και ήρθα μέχρις εδώ.
Τότε εκείνη του απάντησε:
-Αββά Ζωσιμά, συ πρέπει να παρακαλέσεις τον Θεόν για μένα. Εγώ έχω περισσότερη ανάγκη της προσευχής σου αυτής. Επειδή όμως πρέπει να κάνω υπακοή στα λόγια σου, θα σε υπακούσω και θα προσεύχομαι.
Η προσευχή και το θαύμα
Προσευχήθηκε και τότε σιωπηλά η Άγια αρκετή ώρα. ο Γέροντας εν τω μεταξύ στεκόταν γονατιστός με το κεφάλι σκυμμένο στην άμμο της ερήμου και έλεγε συνεχώς: Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον....
Κάποια στιγμή τα δακρυσμένα μάτια του Γέροντα Ζωσιμά κοίταξαν προς το μέρος της Όσιας. αυτό, που είδαν ήταν καταπληκτικό. Ήταν θαυμαστό. Η προσευχόμενη Όσια δεν πατούσε στην γη. Βρισκόταν ένα πήχη πάνω από την γη και έστεκε έχει, σαν αέριο πλάσμα. Για μια στιγμή πέρασε από τον νου του Γέροντα, πώς ίσως αυτό που έβλεπε δεν ήταν η άγνωστη ασκήτρια της ερήμου, αλλά κάποιο δαιμονικό φάντασμα, που παρίστανε πώς προσευχότανε. Δεν πρόλαβε όμως να ολοκλήρωση τον συλλογισμό του, διότι άκουσε την φωνή της, που του διέκοψε τις αμφιβολίες λέγοντας:
Γιατί, Αββά Ζωσιμά, σκέπτεσαι πώς είμαι φάντασμα; Λάθος κάνεις, Γέροντα. Γυναίκα αμαρτωλή είμαι, από τις πιο αμαρτωλές του κόσμου... Έκανε έπειτα το σημείο του Σταυρού.
Η Αγία εξομολογείται
-Αββά Ζωσιμά. Ντρέπομαι βέβαια να διηγηθώ την άθλια μου ζωή. Όλες μου οι πράξεις είναι ποτισμένες με την ντροπή. Οι αμαρτίες μου είναι πολλές, αλλά και η ανάγκη να εξομολογηθώ είναι πολύ μεγάλη.
Κάθισε τότε η Όσια και έκανε μια γενική εξομολόγηση. Τα όσα είχε καμωμένα τα είπε όλα. Του διηγήθηκε κατόπιν όλη της τη ζωή, τους πειρασμούς και τους αγώνες της στην έρημο.
Να μου φέρεις την Άγια Κοινωνία
-Τίμιε Γέροντα, του χρόνου να μη βγεις την Μ. Τεσσαρακοστή στην έρημο, όπως συνηθίζεται, αλλά να μείνεις στο Μοναστήρι. Και να θελήσεις άλλωστε να βγεις δεν θα μπόρεσεις!!!
Να βγεις όμως την Μεγάλη Πέμπτη και να πάρεις μαζί σου και τα Άχραντα Μυστήρια. Θα κατέβω και εγώ και θα περιμένω να μου φέρεις την Θεία Κοινωνία κοντά στην όχθη του Ιορδάνη. Από τότε που ήρθα εδώ, Γέροντα, δεν μετάλαβα ποτέ... να πεις και στον Ηγούμενο του Μοναστηρίου σου, τον Αββά Ιωάννη, να προσέχει, διότι πολλά κακά υπάρχουν και συμβαίνουν στο Μοναστήρι και πρέπει να διορθωθούν.
Αφού είπε τα τελευταία αυτά λόγια η Αγία, έφυγε μέσα προς την έρημο. ο δε γέροντας θαύμαζε την σκληραγωγία και την προορατικότητα της Αγίας, η όποια ήξερε τί συνέβαινε μέσα στο Μοναστήρι, ενώ σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια είχε να δει άνθρωπο!
Νυν απολύεις την δούλην Σου Δέσποτα
Μετά από ένα χρόνο ο Αββάς Ζωσιμάς Ετοιμάσθηκε και ο Αββάς Ζωσιμάς να βγει στην έρημο για σκληρή άσκηση. Δεν μπόρεσε όμως τελικά να βγει, διότι πειράχτηκε από πυρετό. Τότε θυμήθηκε τα λόγια της Άγιας, που του είχε πει Και αν θελήσεις να βγεις, δεν θα μπορέσεις. ο πυρετός του δεν κράτησε πολλές ημέρες. Θεραπεύτηκε σύντομα. Την ημέρα της Μ. Πέμπτης πήρε ο Γέροντας τη Θεία Κοινωνία, λίγα σύκα, φοινίκια και φακή βρεγμένη και πήγε κοντά στην όχθη του Ιορδάνη ποταμού, όπως του το είχε ζητήσει η Άγια. Εκεί περίμενε πολλή ώρα, αλλά η Μαρία δεν φαινόταν πουθενά. Εκείνος όμως αν και ανησυχούσε, δεν απελπιζόταν. Περίμενε.
Αργά την νύκτα; κάτω από το φως του φεγγαριού, βλέπει μια σκιά να προχωρεί. Ήταν η Όσια.
Τώρα, συλλογίστηκε ο Γέροντας, πώς θα περάσει το ποτάμι; Δεν υπάρχει πουθενά πλοιάριο...
Ενώ όμως αυτός σκεφτόταν, βλέπει την Αγία να κάνει τον Σταυρό της. Την βλέπει έπειτα να προχωρά άφοβα και να περπατά πάνω στα νερά του ποταμού!!! Και σε λίγο βρισκόταν κοντά του.
Πέφτει στα πόδια του ιερέως, που κράταγε τα Άχραντα Μυστήρια και εξομολογείται. Έπειτα του Λέγει.:
-Αββά, ευλόγησε με.
Εν συνεχεία παρεκάλεσε τον Γέροντα και είπε το Πάτερ ημών και άλλες ευχές. Τέλος του ασπάστηκε το χέρι κι έπειτα με ιερή κατάνυξη μετάλαβε τα Άχραντα Μυστήρια. Αφού μετάλαβε την Θεία Κοινωνία η Όσια είπε ευτυχισμένη:
-Νυν απολύεις την δούλην Σου Δέσποτα κατά το ρήμά Σου έν ειρήνη. Και αφού κοίταξε έπειτα τον σεβάσμιο Γέροντα συνέχισε:
-Συγχώσεσέ με, Αββά Ζωσιμά. Μία ακόμη χάρη θα μού κάνεις. Τον ερχόμενο χρόνο να έρθεις να με δεις εκεί, που με συνάντησες την πρώτη φορά. Και θα με δεις, όπως θέλει ο Θεός.
Η Κοίμηση της Όσιας
Τον άλλο χρόνο, όταν εόρτασε πάλι η περίοδος της Μ. Τεσσαρακοστής, άφησε ο Αββάς Ζωσιμάς, όπως και όλοι οι άλλοι Μοναχοί, το Μοναστήρι και βγήκε στην έρημο. Εκεί άρχισε τη θερμή προσευχή και τη σκληρή νηστεία.
Μια ήμερα, εκεί που βάδιζε ο Ζωσιμάς στην έρημο, βλέπει μπροστά του την Όσια νεκρή! Είχε τα χέρια της σταυρωμένα και το κεφάλι της ήταν στραμμένο προς την Δύσιν. Εκείνος για μια στιγμή έμεινε όρθιος, ξερός κι αμίλητος. Έπειτα έτρεξε κλαίγοντας κοντά στο λείψανο της νεκρής. Άγγιξε ευλαβικά τα πόδια της και τα δάκρυά του έτρεχαν ασταμάτητα. Καθώς κοίταζε όμως την κεφαλή της Οσίας είδε εκεί δίπλα γραμμένα στην άμμο τούτα τα λόγια:
-Αββά Ζωσιμά! Θάψε το σώμα της Μαρίας εδώ, ακριβώς που το βρήκες. Πέθανε τον Απρίλιο μήνα , την ίδια νύχτα που μετάλαβε τα Άχραντα Μυστήρια.
Απορούσε και θαύμαζε ο Ζωσιμάς. Η Οσία είχε πεθάνει πριν από ένα χρόνο και όμως το σώμα της είχε μείνει άλυτο και άφθαρτο τόσο καιρό! Δεν είχε ακολουθήσει τον νόμο της αποσυνθέσεως.
Κατόπιν έψαλλε νεκρώσιμα τροπάρια αρκετή ώρα.
Έπειτα με συγκίνηση ο σεβάσμιος Γέροντας Ζωσιμάς άρχισε να σκάβει τον τάφο της Όσιας. Δυσκολευότανε όμως πολύ. Δεν είχε κανένα εργαλείο για σκάψιμο, παρά μόνο ένα μικρό ξύλο Εξ άλλου ήτανε πολύ γέρος και δεν είχε δυνάμεις.
Το λιοντάρι βοηθάει στην ταφή της
Κοίταξε ακίνητος το λιοντάρι, που τον πλησίαζε. Εκείνο πέρασε δίπλα του, χωρίς καθόλου να τον αγγίξει και πλησίασε το λείψανο της Όσιας. Πήγε κοντά στα πόδια της κι άρχισε να τα λείχη.
Ο Αββάς γεμάτος θαυμασμό σταυροκοπήθηκε και είπε στο λιοντάρι:
—Αι, συ θηρίο ανήμερο, που η Πρόνοια και η δύναμη του Θεού σ’ έφερε κοντά μου, βοήθησε με! Έλα εδώ δίπλα μου να σκάψεις την ξερή γη, να θάψουμε το σώμα της Άγιας! Σκάψε ν’ ανοίξουμε τον τάφο της...
Αυτά είπε ο Γέροντας με θερμή πίστη και το άγριο θηρίο με την δύναμη του Θεού, ενήργησε σαν λογικός άνθρωπος. Πλησίασε τον σεβάσμιο Γέροντα, πήρε την θέση του στο σκάψιμο κι άρχισε με τα μπροστινά πόδια του να σκάβει.
Τότε ο Γέροντας Αββάς Ζωσιμάς έθαψε το λείψανο της Οσίας εκεί στην έρημο. Κατόπι πήρε τον δρόμο για το Μοναστήρι του.
Καθώς περπατούσε υμνούσε και δόξαζε το Όνομα του Μεγαλοδύναμου Θεού, που τον αξίωσε να δει και ν’ ακούσει τόσα θαυμαστά.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας την Πέμπτη Κυριακή των Νηστειών και την 1η Απριλίου.


Στίχος
Ἀπῆρε πνεῦμα, σάρξ ἀπερρύη πάλαι. Τὸν ὅστινον γῆ κρύπτε νεκρὸν Μαρίας. Πρώτῃ Ἀπριλίου Μαρίη θάνεν εὖχος ἐρήμου.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ.ἅ΄ Τόν συνάναρχον Λόγον.
Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τή χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης, φωτοφανῆς λαμπηδών, τῶν παθῶν τόν σκοτισμόν, λιποῦσα πανσεμνέ ὅθεν ὡς Ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾶ
τῷ ἵερω, ὠράθης ἐν τή ἐρήμω, Μαρία Ὅσια Μῆτερ μέθ οὗ δυσώπει ὅπερ πάντων ἠμῶν.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ἐν σοί Μῆτερ ἀκριβῶς διεσώθη τό κατ᾽ εἰκόνα· λαβοῦσα γάρ τόν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καί πράττουσα ἐδίδασκες, ὑπερορᾷν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ·
ἐπιμελεῖσθαι δέ ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτoυ· διό καί μετά Ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὁσία Μαρία τό πνεῦμά σου.
Κοντάκιον Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ πορνείαις πρότερον, μεμεστωμένη παντοίαις, Χριστοῦ νύμφη σήμερον, τή μετανοία ἐδείχθης Ἀγγέλων, τήν πολιτεία ἐπιποθοῦσα, δαίμονας, Σταυροῦ τῷ ὄπλω καταπατοῦσα
διά τοῦτο Βασιλείας οὐρανοῦ, ἐφάνης νύμφη, Μαρία πανσεμνέ,
Μεγαλυνάρια
Γύμνωσιν ἐνένκασα καρτερικῶς, αἰσχύνην ἐνδύεις, τόν γυμνώσαντα σέ Χριστοῦ, ὅθεν ἀφθαρσίας, στό λαῖς κατηγλαίσθης, Μαρία πανοσία, Αἰγύπτου βλάστημα.
Χαίροις τῆς ἐρήμου θεῖον φυτόν, καί μετανοούμενη, στήριγμα τέ καί ὁδηγός, χαίροις τῶν Ὁσίων, τό κτύχημα Μαρία, πάντων ἀνορθωθέντων, τό ἐγκαλλώπισμα.

agia maria aigiptia 1 

 

 

 

Κλικ εδώ. Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία (παιδικό βίντεο): Ἕνα παράδειγμα μετανοίας! +1 Απριλίου






Κλικ εδώ. Εορτασμός Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας στον Καρτεράδο Σαντορίνης 2012