Σελίδες

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Κυριακὴ Β΄ Νηστειών (Μᾶρκ. 2,1-12). Ο Λόγος του Θεού

ΙΕΡΟΚ.π. Αυγουστ.«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μᾶρκ. 2,2)
      Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Διηγεῖται, πῶς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς θεράπευσε ἕνα παραλυτικό. Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτό, τὰ ἄλλα θαύματα ποὺ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ ὅσα ἔ­καναν καὶ κάνουν ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος καὶ οἱ ἅγιοι, ὑπάρχουν κι ἄλλα θαύματα, θαύματα ἀ­όρατα. Καὶ ἐκεῖνα εἶνε πολὺ ἀνώτερα. Ποιά εἶν᾿ αὐτά;
    Ἀόρατα θαύματα. Ὅταν ἀκούγεται κήρυγμα καὶ κάποια ἐσωτερικὴ ἀλλοίωσι συντελῆται σὲ μιὰ καρδιά, αὐτὸ δὲν εἶνε ἕνα ἀόρατο θαῦ­μα, ποὺ γίνεται διὰ τῆς ἐνεργείας τοῦ ἁγίου Πνεύ­ματος;

Ἢ ὅταν ὁ ἁμαρτωλὸς πηγαίνῃ στὸν πνευματικὸ καὶ ἐξομολογῆται τὰ ἁμαρτήματά του εἰλικρινῶς, κι ἀνοίγουν οἱ οὐρανοὶ κι ἀ­κούγεται ἡ φωνὴ «Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁ­μαρτίαι σου»; (Μᾶρκ. 2,5· βλ. καὶ Ματθ. 9,2), δὲν εἶνε κι αὐτὸ ἕνα ἀόρατο θαῦμα; Ἤ, ἀκόμη μεγαλύτερο, ὅ­ταν τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας ἀκοῦμε «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν…», καὶ πάνω στὴν ἁγία τρά­πεζα τὸ ψωμὶ γίνεται σῶμα καὶ τὸ κρασὶ γίνεται αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, δὲν εἶνε αὐτὸ ἕνα ἀόρατο θαῦμα; Ὥστε λοιπὸν ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ὁρατά, ποὺ εἶνε λίγα, ὑπάρχουν κι ἄλλα πολλὰ ἀόρατα θαύματα.
Δὲν θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὸ ὁρατὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ. Θὰ σᾶς πῶ γιὰ τὸ ἀόρατο ἐκεῖνο θαῦμα ποὺ συντελεῖται μέσα στὶς καρδιὲς ἀπὸ τὴν ἀκρόασι τοῦ θείου λόγου. Ἄλλωστε τὸ εὐαγγέλιο μᾶς δίνει ἀ­φορμὴ καὶ γι᾽ αὐτό. Διότι ποῦ ἔκανε τὸ ὁρατὸ θαῦμα ὁ Κύριός μας; Μέσα στὸ σπίτι. Καὶ τί ἔκανε ἐκεῖ πρὶν κάνῃ τὸ θαῦμα; Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος λέει· «Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον» (Μᾶρκ. 2,2), ἐκήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας, ἀδελφοί μου, δὲν εἶνε ὅπως ὁ λόγος τῶν φιλοσόφων, τῶν ῥητό­ρων, τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων. Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἔχει χάρι καὶ ἕλξι, προκαλεῖ θεῖο ῥῖ­γος, παλμὸ αἰωνιότητος. Εἶνε μαγνήτης. Ἀπό­δειξις ὅτι, μόλις ὁ λαὸς τῆς Καπερναοὺμ ἄ­κουσε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε σὲ κάποιο σπίτι, ἀ­μέσως συγκεντρώθηκαν ἐκεῖ πλήθη. Διψοῦ­σαν γιὰ τὴν ἀλήθεια. Καὶ γέμισε, λέει, τὸ σπίτι μέχρι καὶ τὸ προαύλιο. Βελόνα νὰ ἔρριχνες, δὲν ἔπεφτε κάτω. Ὅλοι κρέμονταν ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ Θεανθρώπου.


«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Ὁ Χριστὸς εἶχε τὴ διδασκαλία ὡς κύριο ἔργο. Ἀπὸ τὴν ὥ­ρα ποὺ ἐξῆλθε στὸν δημόσιο βίο μέχρι τέλους τὸ κήρυγμα ἦταν ἡ κυρία ἀποστολή του.
«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Μιλοῦσε στὰ σπίτια, ὅπως βλέπουμε σήμερα. Μιλοῦσε στὰ προπύλαια τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, στὶς πλατεῖες καὶ τοὺς δρόμους, στὴν ἔρημο, στὰ ἀκρογιάλια. Μίλησε κάποτε καὶ παρὰ τὸ φρέαρ Συχὰρ μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ Σαμαρείτιδα. Ὁ Χριστὸς μιλοῦσε παντοῦ. Κάθε τόπος ποὺ στεκόταν, γινόταν βῆμα καὶ ἄμβωνας. Κι αὐ­τὸς ἀκόμη ὁ σταυρός, ὅπου τὸν ὕψωσαν, ἔγινε παγκόσμιος ἄμβωνας, κι ἀπὸ ᾿κεῖ εἶπε τοὺς ἑπτὰ ἐκείνους λόγους τοῦ σταυροῦ, ποὺ ἔ­χουν βάθος ἀνεξιχνίαστο.
«Καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον». Ὄχι δὲ μόνο ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ στοὺς μαθητάς του ὡς κυ­ρία ἀποστολὴ ὥρισε τὸ κήρυγμα. Τί τοὺς εἶπε· «Πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μᾶρκ. 16,15), «δι­δάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28,20). Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀποστολή τους, καὶ τὴν ἐξετέλεσαν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ πατέρες τῆς Ἐκ­κλησίας κύριο ἔργο εἶχαν τὸν θεῖο λόγο. Δὲν δίδασκαν μόνο τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς μεγά­λες ἑορτές· δίδασκαν καθημερινῶς. Ὁ Μέγας Βασίλειος δίδασκε δύο φορὲς τὴν ἡμέρα, τὸ πρωὶ καὶ τὸ βράδυ, ὅταν ἑρμήνευε τὴν Ἑξαήμερο. Καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης Παλαμᾶς, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, ἦταν φίλος τοῦ κηρύγματος καὶ τῆς διδασκαλίας.
Γιατί, θὰ πῆτε, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀ­ποδίδουν τόση σημασία στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ;
Ἀπαντᾷ τὸ πρῶτο (Α΄) κεφάλαιο τῆς ἁγίας Γραφῆς, ἡ ἀρχὴ τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως. Ἐ­κεῖ βλέπουμε, ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουρ­γεῖ. Ὅλη ἡ δημιουργία ἔγινε δι᾿ αὐτοῦ. «Αὐ­τὸς εἶπε, καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλα­το, καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλμ. 148,5). «Γενηθήτω φῶς· καὶ ἐ­γένετο φῶς» (Γέν. 1,3). Καὶ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ἡ κο­ρυφὴ τῆς δημιουργίας, βγῆκε ἀπὸ τὸ θεῖο ἐρ­γαστήριο διὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ· «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον…» (ἔ.ἀ. 1,26). «Ἀρχή μοι καὶ ὑπόστα­σις τὸ πλαστουργόν σου γέγονε πρόσταγμα…» (Νεκρ. ἀκολ.)· ἀρχὴ τῆς δημιουργίας μου, λέει, ἔγινε τὸ πρόσταγμά σου, ὁ λόγος σου. Αὐτὸς εἶπε, καὶ γεννηθήκαμε· αὐτὸς θὰ πῇ, καὶ θὰ πεθάνουμε.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θεραπεύει. Στὸ σημερι­νὸ εὐαγγέλιο ὁ παράλυτος θεραπεύθηκε ὄχι μὲ φάρμακα, δίαιτες, κλινικὲς κ.λπ., ἀλλὰ μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· «Ἔ­γειρε καὶ ἆρον τὸν κράβατ­τόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου» (Μᾶρκ. 2,11). Γιά φανταστῆτε· ὅ­πως γυρίζεις τὸ διακόπτη κι ἀνάβεις φῶς, μὲ τό­ση κι ἀκόμη μεγαλύτερη εὐκολία ὁ Χριστὸς εἶπε καὶ θεραπεύθηκε.
Μὲ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ λοιπὸν γίνονται τὰ πάντα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ φωτίζει. Ἀπόδειξις, ὅτι ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἄγνοια καὶ ζοῦσαν στὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας, μόλις ἄκουσαν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, ὑπέστησαν μιὰ ὑπερφυσικὴ ἀλλοίωσι. Τὸ μυαλό τους φωτίστηκε, ἡ καρδιά τους θερμάνθηκε, ἡ θέλησί τους γαλβανίστηκε. Με­τεβλήθησαν ῥιζικῶς. Ἦταν λύκοι κ᾿ ἔγιναν ἀρ­νιά, ἦταν κοράκια κ᾿ ἔγιναν περιστέρια, ἦταν κάρβουνα κ᾿ ἔγιναν διαμάντια. Δὲν εἶνε λόγια αὐτά. Διαβάστε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, νὰ τὸ δῆ­τε. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶνε φῶς. «…Διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς», λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας (Ἠσ. 26,9).
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ φωτίζει, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἀφυπνίζει. Ὅπως στὸ σπίτι βάζεις ξυπνητήρι καὶ ξυπνᾷς, ὅσο βαθειὰ κι ἂν κοιμᾶσαι, γιατὶ ἔχεις ἐργασία, καὶ ὅπως στὸ στρατὸ ἡ σάλπιγγα σημαίνει ἐγερτήριο, ἔτσι μέσα στὴν Ἐκκλησία ξυ­πνητήρι καὶ σάλπιγγα εἶνε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κρατεῖ σὲ ἐγρήγορσι καὶ ὁπλίζει μὲ τὴ ῥομφαία τοῦ πνεύματος τοὺς μαχητὰς τῆς Ἐκκλησίας –ὅπως ἦταν οἱ πατέρες–, γιὰ νὰ καταδιώξουν τὶς αἱρέσεις.
Ἀφαιρέστε, ἀδελφοί μου, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, κατεβάστε ἀπὸ τὸν ἄμ­βωνα τοὺς κήρυκες, καὶ τότε τί θὰ συμβῇ; Ὅ,τι καὶ στὸ μαντρί, ὅταν λείψουν τὰ σκυλιά. Ποιμενικὰ σκυλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ γαυγίζουν καὶ διώχνουν τοὺς λύκους τῶν αἱρέσεων, εἶ­νε οἱ κήρυκες. Ἀλλοίμονο στὸ μαντρὶ ἂν λείψουν τὰ σκυλιά, κι ἀλλοίμονο στὴν ἐκκλησία ἂν στερῆται τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.

* * *

  Ἰδού τί σημασία ἔχει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ἱερεῖς, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱ­εροκήρυκες, ἔχουν χρέος νὰ κηρύττουν.
Ἀλλὰ καὶ οἱ Χριστιανοὶ ἔχουν χρέος ν᾿ ἀγαποῦν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀληθινὸς Χριστιανός, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, πρέπει νά ᾿χῃ πολλὰ προσόντα. Πρέπει νά ᾿νε πρᾷος, ὑπομονετικός, ἀνδρεῖος καὶ γενναῖος, εὔσπλαχνος καὶ ἐλεήμων, φιλαλήθης, ἄνθρωπος αὐ­ταπαρνήσεως. Πρέπει… Δεκαπέντε πρέπει, δεκαπέντε προσόντα, ἀριθμεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος σὲ μιὰ θαυμάσια ὁμιλία γιὰ τὸ ποιός εἶ­νε ὁ πραγματικὸς Χριστιανός. Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως, τὸ γνώρισμα τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ εἶνε, ν᾿ ἀγαπᾷ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Δεῖξτε μου ἕναν ἄντρα ἢ μιὰ γυναῖκα, ποὺ ἀγαπᾷ κι ἀκούει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ· γι᾿ αὐτοὺς δὲν ἀμφιβάλλω. Ἄνθρωπος ποὺ ἀρέσκεται νὰ διαβάζῃ Εὐαγγέλιο, ποὺ θεωρεῖ πνευματικὴ ἀ­πόλαυσι νὰ τρέχῃ στὸ κήρυγμα –«Ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τὰ λόγιά σου, ὑπὲρ μέλι τῷ στόματί μου» (Ψαλμ. 118,103)–, αὐτὸς δὲν μπορεῖ παρὰ θὰ βαδίσῃ τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ὅταν πάλι δῆτε ἄνθρωπο νὰ μὴν ἀνοίγῃ Εὐαγγέλιο, νὰ μὴ θέλῃ ν᾿ ἀκούσῃ λόγο Θεοῦ καὶ μόλις πα­­ρουσιάζεται ὁ κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου αὐ­τὸς νὰ φεύγῃ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, αὐτὸς δὲν ἀ­γαπάει τὸ Θεό. Διότι ὅποιος ἀγαπάει τὸ Θεό, ἀγαπάει καὶ τὰ λόγια του.
Ἀδελφοί μου! Ὅταν κάποιος δὲν ἔχῃ ὄρεξι γιὰ φαγητό, αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶνε γιὰ ζωή, καὶ τὸν κλαίει τὸ σπίτι του. Ἔτσι καὶ στὰ πνευματικά. Ἄρτος, μάννα οὐράνιο, εἶνε ὁ λό­γος τοῦ Θεοῦ. Χριστιανὸς ποὺ δὲν ἔχει ὄρεξι γιὰ λόγο Θεοῦ, τὸν ἄρτο τῶν ἀγγέλων «ᾧ τρέφονται ψυχαὶ Θεὸν πεινῶσαι», αὐτὸς εἶνε γιὰ φέρετρο, γιὰ τὸν ᾅδη, γιὰ τὴν κόλασι.
Γι᾿ αὐτὸ ἀγαπᾶτε, ἀκοῦτε καὶ μελετᾶτε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι θὰ αὐξάνῃ ἡ Ἐκκλησία καὶ θὰ δοξάζεται ὁ Χριστὸς μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, εἰς αἰῶνας αἰώνων.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, που ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος Κεραμεικοῦ – Ἀθηνῶν τὴν 5-3-1961 πρωί.

Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη