Σελίδες

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Ο Άγιος Βλάσιος ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Σεβαστείας +11 Φεβρουαρίου

Ο Ιατρός
Ο ένδοξος Ιερομάρτυς του Χριστού Βλάσιος, γεννήθηκε στη Μικρά Ασία, στα μέρη του Πόντου και έζησε στα χρόνια της βασιλείας του Λικινίου. Ο δε Λικίνιος βασίλευσε από το 308 μέχρι το 323 μ.Χ. Είχε σπουδάσει ο Άγιος την Ιατρική επιστήμη. Το ιατρικό έργο δεν το είχε ως επάγγελμα, αλλά το εργαζόταν με πνεύμα φιλάδελφο και αγαθοεργό. Έμπαινε μέσα στα σπίτια των ασθενών, με ενδιαφέρον πραγματικό και αγάπη, για να τους θεραπεύσει. Πολλές φορές, όχι μόνον τους επεσκέπτετο δωρεάν, αλλά τους έδιδε δωρεάν και τα φάρμακα ακόμη. Όταν μάλιστα ο ίδιος δεν μπορούσε να τα πληρώσει, χτυπούσε τις πόρτες καλών χριστιανών και με λόγους αρκετά συγκινητικούς, κατόρθωνε να ανοίγει τις καρδιές τους και το σπουδαιότερον και τα βαλάντιά τους.

Ο Επίσκοπος
Οι ασχολίες αυτές του ιατρικού επαγγέλματος δεν τον εμπόδιζαν, από του να μελετά με πόθο και ζήλο την Αγία Γραφή και άλλα θρησκευτικά βιβλία. Έτσι αναδείχτηκε μία από τις υπέροχες μορφές της εποχής του, μέσα στο Χριστιανικό κόσμο. Δι' αυτό οι Χριστιανοί επέμειναν και τον έκαμαν Επίσκοπο στη Σεβάστεια. Σαν 'Επισκοπος τώρα εργάσθηκε με ζήλον πολύν.
Ο Ασκητής
Αλλά η ψυχή του δεν αναπαυόταν μέσα στον κόσμο. Ποθούσε την μόνωση. Ήθελε να τελειοποιήσει την ψυχή του. Ήθελε να ζει «μόνος μόνω Θεώ». Γι' αυτό έφυγε στην έρημο και επήγε και ασκήτεψε στο Άργαιον Όρος. Ήταν ένα βουνό της Καππαδοκίας. Μέσα σε μια σπηλιά εγκαταστάθηκε. Εκεί, λοιπόν, βρήκε ότι ποθούσε η ψυχή του. Βρήκε την ησυχία και προσευχόταν στο Θεό αθόρυβα και με καθαρή καρδιά. Εκεί σκληρά πάλεψε με τον εαυτό του και προώδευε συνεχώς στην Αγιότητα και στην ένωση με τον Θεό.
Όσον αυτός όμως ζητούσε την ησυχία και απέφευγε τον κόσμο, τόσο ο κόσμος πήγαινε προς αυτόν. Βλέπανε οι γύρω του την αρετή του, και τον αγαπούσαν και τον εσέβοντο και ερχότανε να τον συναντήσουν. Τόσο είχε προχωρήσει στην αγιότητα, ώστε ακόμη και τα θηρία ημέρευαν και δεν έφευγαν από κοντά του, αν δεν έβαζε επάνω τους τα χέρια του, για να τα ευλογήσει.
Συλλαμβάνεται
Κάποτε όμως έστειλε ο ηγεμόνας Αγρικόλας κυνηγούς, για να κυνηγήσουν στο βουνό άγρια ζώα. Όταν ήρθαν οι κυνηγοί κοντά στην σπηλιά και είδαν συγκεντρωμένα τόσα άγρια, άλλα ημερωμένα ζώα, θαύμασαν και απορούσαν. Ήρθαν πιο κοντά και βρήκαν τον Άγιο να προσεύχεται εκεί στο Χριστό. Επέστρεψαν στον ηγεμόνα και του είπαν, ότι βρήκανε σε μια σπηλιά ένα χριστιανό. Του διηγήθηκαν όμως και αυτά τα παράξενα, που είδαν. Εκείνος τους στέλνει πίσω, μαζί και με άλλους στρατιώτες, για να συλλάβουν τον Άγιο, αλλά και όσους χριστιανούς συναντήσουν εκεί. Ο Άγιος τους ακολούθησε με χαρά διότι ο Κύριος του είχε φανερώσει τον ερχομό τους. Στο δρόμο, που προχωρούσαν, πολλοί ειδωλολάτρες, βλέποντας την πραότητα του Αγίου, επέστρεψαν στον Αληθινό Θεό. Ασφαλώς βοηθούσαν για την επιστροφή τους αυτή και οι προσευχές του Αγίου. Συνετέλεσαν επίσης και μερικά θαύματα. Διότι συγχρόνως γίνονταν και θαύματα στο δρόμο από τον Άγιο. Ασθενείς ξαναβρίσκουν την υγεία τους. Και όχι μόνον άνθρωποι, εθεραπεύοντο αλλά και διάφορα ζώα, με την προσευχή του Αγίου. Ο Θεός με τα θαύματα αυτά ήθελε να ελκύσει την προσοχή των ανθρώπων. Και τούτο, αφ' ενός μεν δια να τιμήσει και δοξάσει τον Άγιο.
Στη φυλακή
Οι στρατιώτες έφθασαν στη Σεβάστεια και σύμφωνα με την διαταγή του ηγεμόνα, φυλάκισαν τον Άγιο. Την επομένη όμως ημέραν πρόσταξε ο ηγεμόνας και έφεραν μπροστά του τον Άγιο και άρχισε να του μιλάει με πραότητα και σαν να ήταν φίλος του. Όταν όμως είδε ότι ο Άγιος ομολογούσε τον Χριστό και χαρακτήριζε τους θεούς δαίμονες εξοργίστηκε και έδωσε διαταγή να τον δείρουν τον Άγιο με ραβδιά χονδρά. Ο Άγιος όμως την ώρα, που τον μαστίγωναν του είπε:
Μη νομίσεις, αναίσθητε, ότι ανθρώπινες τιμωρίες και δυνάμεις μπορούν να νικήσουν την αγάπη και τη δύναμη του Χριστού, ο Οποίος μου ελάφρυνε τους πόνους.
Αφού είπε αυτά ο Άγιος, ο άρχοντας τον έστειλε πάλι στη φυλακή. Την επόμενη ημέρα έφεραν και πάλι τον μάρτυρα στο κριτήριο και ο ηγεμόνας του είπε να θυσιάσει στους θεούς αλλιώς θα θανατωθεί. Και ο Μάρτυς του είπε:
Όποιος έχει μυαλό δεν θυσιάζει σε θεούς κατασκευασμένους από χέρια ανθρώπινα.
Μόλις είπε αυτά ο Μάρτυς, τον κρέμασαν αμέσως σε ένα ξύλο και, ξέσχιζαν τα πλευρά του. Παρ' όλο όμως, που τον βασάνιζαν, με αυτόν τον φρικτό τρόπο, αυτός δεν φοβήθηκε καθόλου. Αντίθετα, μάλιστα, έλεγε:
Εγώ δεν φοβάμαι τα βασανιστήρια σου, επειδή πιστεύω στις αιώνιες ανταποδόσεις, στις οποίες και αποβλέπω.
Τον κατέβασαν κατόπιν από το ξύλο και τον έστειλαν στη φυλακή.
Το μαρτυρικό τέλος του Αγίου
Κατόπιν το ξανάφεραν και πάλι στο κριτήριο και του λέγει ο ηγεμών:
Θυσιάζεις, Βλάσιε; ή όχι;
Ποίος άνθρωπος, με μυαλό είπε ο Άγιος, θα καταδεχόταν να προσκυνήσει τέτοια βδελύγματα, που προκαλούν αηδία και σιχαμάρα;
Αν ίσως, του λέγει ο ηγεμόνας, και σε ρίξω μέσα στη λίμνη, μπορεί ο Θεός σου να σε προστατέψει;
Δοκίμασε και θα καταλάβεις, του απήντησε ο Άγιος.
Διατάσσει τότε αμέσως ο ηγεμόνας και ρίχνουν τον Άγιο στην λίμνη. Εκείνος αφού έκαμε το σημείο του Τιμίου Σταυρού, καθόταν σώος και αβλαβής επάνω στα νερά, σαν να ήταν έξω, επάνω στην ξηρά και έλεγε στους παρευρισκομένους ειδωλολάτρες;
Αν έχουν και οι θεοί σας κάποιαν δύναμη, πηδήξτε και σεις μέσα για να δούμε την δύναμη τους.
Όταν άκουσαν αυτά μερικοί ανόητοι, φανατικοί και υπερήφανοι ειδωλολάτρες, πήδησαν μέσα στη λίμνη. Ήσαν εξήντα οκτώ άνδρες. Αλλά αμέσως οι δυστυχείς πνίγηκαν.
Πήγαν, σαν μολύβι, στο βυθό της λίμνης. Την ώρα όμως εκείνη παρουσιάστηκε Άγγελος Κυρίου, χαιρέτησε τον Άγιον και με μεγάλην χαρά και ιλαρότητα του λέγει:
Έβγα έξω και λάβε το στεφάνι της νίκης και του μαρτυρίου, που σου ετοίμασε ο Χριστός. Θα τελειώσουν πια τα μαρτύρια σου.
Πράγματι! Ο Μάρτυς βγήκε έξω, περπατώντας επάνω εις τα ύδατα, σαν να περιπατούσε επάνω στη ξηρά. Έλαμπε δε το πρόσωπο του σαν τον ήλιο. Τότε ο ηγεμόνας τον ρώτησε για μία τελευταία φορά εάν θυσιάζει στους θεούς. Αφού όμως είδε, ότι όλοι οι κόποι του πήγαιναν χαμένοι και δεν επρόκειτο να αλλαξοπιστήσει ο Άγιος, απελπίσθηκε και έβγαλε διαταγή να αποκεφαλιστεί ο Άγιος.
Όταν άκουσε ο Άγιος την απόφαση, προσευχήθηκε προς τον Κύριον, λέγοντας μεταξύ άλλων και τα εξής:
Κύριε ο Θεός των δυνάμεων, επάκουσόν μου του δούλου Σου και δος την βοήθειάν Σου εις οποίον με επικαλεσθή, ή εις ασθένειαν, ή εις πάσαν άλλην ανάγκην, προς δόξαν του Άγιου Ονόματος Σου.
Έτσι εκείνος προσευχήθηκε, και η προσευχή του έγινε ακουστή από τον Θεό, καθώς απέδειξε ο μετέπειτα χρόνος. Διότι, όσοι στην ανάγκη τους τον επικαλεσθούν με πίστη, τους βοηθεί. Παραλαμβάνει κατόπιν ο δήμιος τον Άγιο από το κριτήριο και τον οδηγεί εις τον τόπον του μαρτυρίου. Εκεί έκοψε την ιερή κεφαλή του επάνω σε μια πέτρα που ήτανε από το μέσα μέρος του τείχους της Σεβαστείας.
Μερικοί τότε πιστοί παρέλαβαν και έθαψαν, όπως μπορούσαν το τίμιον αυτού σώμα. Μαζί του έθαψαν και τα δύο παιδιά. "Υστερα από καιρό κάποια εύσεβής και θεοφοβούμενη γυναίκα, έφρόντισε και έκόσμισε τον τάφον του.
Αναρίθμητα είναι τα θαύματα, που έχει κάνει μέχρι σήμερα. Αυτόν πρέπει να παρακαλούμε και μεις πάντοτε, για να μας βοηθεί στις δυσκολίες της ζωής μας και να μας χαρίζει και τα προς σωτηρίαν αιτήματα. Έχει λάβει χάριν από τον Θεό.
Ο Άγιος Βλάσιος θεραπεύει ιδιαιτέρως τις παθήσεις του λαιμού και του λάρυγγος. Το αναφέρει και η ακολουθία του ως εξής:
Λαιμόν Βλάσιος εκκοπείς διά ξίφους, αλγούσι λαιμοίς ρευμάτων είργει βλάβας.
Ο Άγιος Βλάσιος τιμάται παντού, ιδιαιτέρως δε στην Κορινθία. Εις τα Τρίκαλα της Κορινθίας υπάρχει αρχαίο Μοναστήρι. Τιμάται εις το όνομα του Αγίου Βλασίου.


Στίχος
Λαιμὸν Βλάσιος ἐκκοπεὶς διὰ ξίφους, Ἀλγοῦσι λαιμοῖς ῥευμάτων εἴργει βλάβας. Ἑνδεκάτῃ Βλασίου τάμεν αὐχένα χαλκὸς ἀτειρής.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Φερωνύμως βλαστήσας ὡς δένδρον εὔκαρπον, Ἱεράρχα Κυρίου Βλάσιε ἔνδοξε, μαρτυρίου τοὺς καρποὺς κόσμῳ προήγαγες, καὶ θαυμάτων δωρεάς,
ἀναβλύζεις δαψιλῶς, ὡς θεῖος Ἱερομάρτυς, τοῖς καταφεύγουσι Πάτερ, τῇ ἀντιλήψει τῆς πρεσβείας σου.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ΄.
Καί τρόπων μέτοχος, καί θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τήν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διά τοῦτο τόν λόγον
τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καί τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Βλάσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν
Ὁ θεῖος βλαστός, τὸ ἄνθος τὸ ἀμάραντον, ἀμπέλου Χριστοῦ, τὸ κλῆμα τὸ πολύφορον, θεοφόρε Βλάσιε, τοὺς ἐν πίστει τελοῦντας τὴν μνήμην σου,
εὐφροσύνης πλήρωσον τῆς σῆς, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον
Ἐκβλαστήσας ὡς δένδρον πανευθαλές, ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου Ἱερουργέ, πολλοὺς κατεφύτευσας, πρὸς τὴν γῆν τὴν σωτήριον, καὶ ὡς κριὸς ποιμνίου,
καλῶς ἡγησάμενος, δεσμευθεὶς ἐσφάγης, θυσία γενόμενος, τῷ δι' εὐσπλαγχνίαν, ὡς ἀρνίον σφαγέντι, καὶ χαίρων ἀνέδραμες, πρὸς αὐτὸν Πάτερ Βλάσιε.
Διὰ τοῦτο βοῶμέν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Μεγαλυνάριον
Λόγον ἀληθείας γεηπονῶν, τῆς δικαιοσύνης, ἀναβλάστησας τοὺς καρπούς, ὧν ἡ Ἐκκλησία, ὁσῶραι γευόμενη, Βλάσιε Ἱεράρχα, τιμᾷ τοὺς ἄθλους σου.

Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη