Σελίδες

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Τι σημαίνει ο Σταυρός

Ὕψωσις Τιμίου Σταυροῦ(Ἰω. 19,6-11,13-20,25-28,30-35)
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, σήμερα τὰ τροπάρια ποὺ ἀκούσαμε, ὁ Ἀπόστολος, τὸ Εὐαγγέλιο, ὅλα μιλᾶνε γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑψώθηκε στὸ Γολγοθᾶ. Μιλήσαμε ἄλλοτε γιὰ τὰ θαύματα, τὰ φυσικὰ καὶ τὰ ἠθικά, ποὺ ἔκανε τότε, τὴν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ἀλλὰ καὶ συνεχίζει νὰ κάνῃ ἀκαταπαύστως ὁ τίμιος σταυρός. Τώρα, μὲ τὴν ἀφορμὴ ποὺ μᾶς
δίνει ἡ σημερινὴ ἡμέρα, θὰ ποῦμε τί σημαίνει ὁ σταυρός.
Στὸ νοῦ τῶν πιστῶν γεννᾶται ἕνα ἐρώτημα· Τί ἔγινε ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴ σταύρωσι καὶ τὴν ἀποκαθήλωσι; Τί ἔγιναν οἱ ἄλλοι δύο σταυροὶ τῶν λῃστῶν; Ἡ ἱστορία λέει, ὅτι τοὺς σταυροὺς τοὺς πῆραν οἱ Ἑβραῖοι, ἄνοιξαν κοντὰ στὸ Γολγοθᾶ ἕνα μεγάλο λάκκο, τοὺς σκέπασαν μὲ κόπρια, καὶ ἐκεῖ ἔμειναν πολλὰ χρόνια. Ποιός ξέθαψε τοὺς σταυρούς; Τριακόσια χρόνια ἀργότερα ἡ ἁγία Ἑλένη, ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, θέλοντας νὰ ἐκφράσῃ τὴν εὐγνωμοσύνη της στὸ Χριστὸ γιὰ τὴν προστασία ποὺ ἔκανε στὸ παιδί της μὲ τὸ λάβαρο τοῦ σταυροῦ, τὸ «Ἐν τούτῳ νίκα», ἦρθε στὰ μέρη αὐτά. Πῆρε ἐργάτες, μὲ κασμᾶδες καὶ φτυάρια, καὶ σκάβανε γιὰ νὰ βροῦνε τὸ σταυρό. Μὰ τὸν εἶχαν παραχώσει οἱ Ἑβραῖοι πολὺ βαθειά. Κάποια στιγμὴ ἀκούστηκε κρότος· ἡ ἀξίνα χτύπησε πάνω σὲ ξύλο. Ἐπὶ τέλους βρέθηκε. Τοὺς βγάζουν ἀπὸ τὴ γῆ καὶ τοὺς τρεῖς σταυρούς. Μὰ μοιάζανε μεταξύ τους. Ποιός ἆραγε ἀπὸ αὐτοὺς ἦταν ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ; Βρίσκονταν σὲ μεγάλη ἀπορία.
Τὴν ὥρα ἐκείνη ἀκουστήκανε κλάματα. Κοντὰ ἀπὸ τὸ Γολγοθᾶ περνοῦσε μιὰ κηδεία. Εἶχε πεθάνει μιὰ γριὰ γυναίκα καὶ τὴν κλαίγανε καὶ τὴν πηγαίνανε στὸ νεκροταφεῖο. Τότε λοιπὸν ἀγγίζουν τὸν ἕνα σταυρὸ ἐπάνω στὴν πεθαμένη, μὰ δὲν ἀναστήθηκε. Βάζουν τὸν ἄλλο σταυρό, τίποτε. Βάζουν τὸν τρίτο σταυρό, καὶ τότε ―ναί, ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε― μόλις ἄγγιξε ἐπάνω της, ἀμέσως ἀναστήθηκε! Αὐτὸς ἦταν ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου. Τότε πέσανε ὅλοι κάτω μπρούμυτα, ἡ ἁγία Ἑλένη, ὁ πατριάρχης Ἰεροσολύμων ὁ Μακάριος, οἱ δεσποτάδες, οἱ παπᾶδες, οἱ καλόγεροι καὶ οἱ ἀσκητάδες. Ὅλοι πέσανε κάτω καὶ ἐπὶ μισὴ ὥρα κλαίγανε καὶ λέγανε τὸ «Κύριε, ἐλέησον». Αὐτὸ τὸ μεγάλο γεγονὸς γιορτάζουμε. Καὶ ἔχουμε τὸ σταυρὸ ὡς σημαία μας, ὡς φλάμπουρό μας καὶ ὡς ὅπλο μας ἀήττητο ἐναντίον τοῦ διαβόλου.

* * *

Τί μᾶς διδάσκει, ἀγαπητοί μου, ὁ σταυρός; Πάρτε κιμωλία καὶ γράψτε. Τί νὰ γράψετε; Ὅπως λένε τὰ παιδιὰ στὸ σχολεῖο, δύο σὺν δύο σον τέσσερα, ἔτσι καὶ σταυρὸς σον – τί εἶνε ὁ σταυρός; Μπᾶς καὶ νομίζετε, ὅτι εἶνε ἁπλῶς ἕνα ξύλο νὰ τὸ ἀσπαστοῦμε καὶ σωθήκαμε; Λάθος κάνετε, δὲν εἶνε ἔτσι τὰ πράγματα. Σταυρὸς ίσον συγγνώμη. Γιατὶ ἐπάνω στὸ σταυρὸ ὁ Χριστὸς συγχώρησε τοὺς φονιᾶδες. Ὑπάρχουν σήμερα ἐδῶ στὴν ἐκκλησία ἄνθρωποι μαλωμένοι; Ὑπάρχουν νυφάδες ποὺ μισοῦνε τὶς πεθερές; Ὑπάρχουν σπίτια ποὺ δὲν μιλιῶνται; Ὑπάρχουν γείτονες ποὺ δὲν χαιρετιῶνται; Ὑπάρχει μῖσος; Ἔ, σήμερα ὁ σταυρὸς λέει· Συγχωρῆστε! Ἂν δὲν συγχωρᾷς, τότε μὴν πλησιάζεις τὸ σταυρό, μὴν τὸν φιλᾷς. Ὅταν μέσα στὴν καρδιά σου ἔχῃς τὸν κάβουρα αὐτό, ἔχῃς τὸ φίδι αὐτὸ τοῦ μίσους, δὲν μπορεῖς νὰ πλησιάσῃς τὸ σταυρό. Γιατὶ σταυρὸς σημαίνει συγχώρησις. Νὰ συγχωρέσῃς καὶ τὸν πιὸ μεγάλο ἐχθρό σου. Σταυρὸς σον ἀλήθεια. Τὸ μαχαίρι νὰ σοῦ βάζουν στὸ λαιμό, νὰ σὲ σφάζουν, τὴν ἀλήθεια νὰ πῇς. Ὄχι νὰ πηγαίνῃς στὰ δικαστήρια καὶ νὰ ξαπλώνῃς τὸ βρωμερό σου χέρι ἐπάνω στὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ παίρνῃς ψεύτικο ὅρκο· ὄχι δά. Ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε γιὰ τὴν ἀλήθεια. Ὅποιος λοιπὸν λέει ψέματα, ὅποιος πηγαίνει στὰ δικαστήρια καὶ παίρνει ψεύτικους ὅρκους, αὐτὸς δὲν ἀξίζει νὰ προσκυνήσῃ τὸ σταυρό. Σταυρὸς λοιπὸν σον συγγνώμη, σταυρὸς σον ἀλήθεια. Σταυρὸς σον ταπείνωσι. Ὄχι ―γιατὶ τάχατες ἐσὺ κάθεσαι σ᾿ ἕνα σπίτι πιὸ μεγάλο, κ᾿ ἔχεις περισσότερα λεφτὰ ἢ χωράφια καὶ γίδια, κ᾿ ἔχεις παιδιὰ ποὺ σπουδάζουν στὸ σχολειό, κ᾿ ἔχεις γυναῖκα ὄμορφη, ἢ ξέρω ᾿γὼ τί ἄλλο κάνεις― νὰ καυχέσαι καὶ νὰ ὑπερηφανεύεσαι. Δὲν εἶσαι Χριστιανός. Ταπείνωσις! Νὰ ταπεινωθῇς καὶ νὰ πῇς· Δὲν εἶμαι τίποτε· ἕνα σκουλήκι εἶμαι, ἕνα τίποτε εἶμαι στὸν κόσμο. Ὅταν ὅμως ἔχῃς τὴν ὑπερηφάνεια καὶ καυχέσαι καὶ λές, Ἂς εἶνε καλὰ τὰ μπράτσα μου καὶ τὰ πόδια μου καὶ ἡ δουλειά μου καὶ τὰ λεφτά μου…, δὲν εἶσαι Χριστιανός. Σταυρὸς σον ἀγάπη. Πεινᾷ ὁ ἄλλος; Νὰ τοῦ δώσῃς ἕνα κομμάτι ψωμί. Διψᾷ; Νὰ τοῦ δώσῃς ἕνα ποτήρι νερό. Εἶνε γυμνός; Δός του ἕνα σακκάκι νὰ φορέσῃ. Κλαίει; Νὰ πᾷς νὰ τὸν παρηγορήσῃς καὶ νὰ τοῦ σφουγγίσῃς τὰ δάκρυα. Ἔτσι εἶνε ὁ χριστιανισμός. Ὄχι ἐσὺ νὰ τὰ ἔχῃς ὅλα κι ὁ ἄλλος νὰ μὴν ἔχῃ τίποτε. Σταυρὸς θὰ πῇ θυσία. Ὅπως ὁ Χριστὸς θυσιάστηκε, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς πρέπει νὰ θυσιαζώμαστε. Αὐτὰ σημαίνει ὁ σταυρός. Ἂν τὰ κάνουμε αὐτά, τότε ἀξίζει νὰ λεγώμαστε Χριστιανοί. Ἐσὺ ποὺ ἔβαψες τὰ χέρια σου στὸ αἷμα, ἐσὺ ὁ ἄλλος ποὺ πῆρες ψεύτικο ὅρκο, ἐσὺ ποὺ ἀδίκησες τὸ ὀρφανό, δὲν μπορεῖς νὰ πλησιάσῃς τὸ σταυρό. Ὁ σταυρὸς σὲ διώχνει. Γιὰ διαβάστε τὸ βίο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Σὰν τέτοια μέρα πῆγε στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ εἶδε κόσμο νὰ μπαίνῃ μέσα στὸ ναὸ καὶ νὰ προσκυνᾶνε ὅλοι, γέροι – νέοι, γυναῖκες – ἄντρες. Προσπάθησε κι αὐτὴ νὰ πλησιάσῃ στὴν εσοδο. Μὰ κάποια δύναμι τὴν ἔσπρωξε πίσω. Προσπάθησε δεύτερη καὶ τρίτη φορά, μὰ δὲν μπόρεσε. Γιατί; Γιατὶ ἦταν ἁμαρτωλὴ γυναίκα, δούλευε στὴν ἁμαρτία μέσα στὴν Ἀλεξάνδρεια. Μόνο ὅταν μετανόησε καὶ ἔκλαψε, τότε μπῆκε στὸ ναὸ καὶ ἔγινε Χριστιανὴ πραγματική. Ὁ σταυρός, ἀγαπητοί μου, δημιουργεῖ ὑποχρεώσεις. Πρέπει νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ σταυροῦ.

* * *

Στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια, ποὺ οἱ ἄνθρωποι πιστεύανε πραγματικὰ στὸ Χριστό, τὴν ἡμέρα τοῦ σταυροῦ ἄνθρωπος δὲν ἔμενε στὸ σπίτι, ἄνθρωπος δὲν ἔβγαινε στοὺς δρόμους ἢ στὰ χωράφια. Ὅλοι τους, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἀπὸ τὸ γέρο μὲ τ᾿ ἄσπρα μαλλιὰ μέχρι τὰ νήπια στὶς ἀγκαλιὲς τῶν μανάδων τους, ὅλοι πηγαίνανε στὴν ἐκκλησία. Δὲν ἀπουσίαζε κανένας. Καὶ μόνο αὐτό; Τὴν ἡμέρα τοῦ σταυροῦ εχανε αὐστηρὰ νηστεία. Νηστεύανε ὅπως τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Δὲν τρώγανε τίποτε. Μόνο λίγο ψωμάκι, κι αὐτὸ τὸ βουτούσανε μέσα στὸ ξίδι. Σήμερα ποῦ εἶνε αὐτὴ ἡ πίστι καὶ ἀφοσίωσι στὸ Χριστό; Καὶ κάτι ἄλλο. Νὰ κάνῃς τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ κανονικά. Γιατὶ δυστυχῶς στὰ ἄπιστα αὐτὰ χρόνια ποὺ ζοῦμε ὅλα ἔγιναν μόδα. Μόδα στὰ μαλλιά, μόδα στὰ ῥοῦχα, μόδα στὰ παπούτσια, μόδα παντοῦ. Ἔγινε μόδα δυστυχῶς καὶ ἡ ἐκκλησία. Βλέπεις δυστυχῶς καὶ τοὺς ἐπισήμους, νομάρχες, ὑπουργούς, πρωθυπουργούς, καὶ δὲν κάνουν σωστὰ τὸ σταυρό τους. Αὐτὸ ποὺ κάνουν δὲν εἶνε σταυρός. Εἶνε ἐμπαιγμὸς καὶ κοροϊδία. Εἶνε θεομπαιξία. Ἐσεῖς νὰ μὴν εἶστε θεομπαῖχτες. Πῶς θὰ σὲ καταλάβω ὅτι εἶσαι Χριστιανός; Ἀπὸ τὸ σταυρό. Ὅταν κάνῃς κανονικὰ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, κάνεις μιὰ ὁλόκληρη προσευχή. Λοιπὸν ἐσεῖς νὰ κάνετε τὸ σταυρό σας σωστά. Καὶ πότε νὰ κάνετε τὸ σταυρό; Ξυπνᾷς πρωῒ – πρωΐ; κάνε τὸ σταυρό σου. Πᾶς στὴ δουλειά; κάνε τὸ σταυρό σου. Πηγαίνεις στὸ χωράφι; κάνε τὸ σταυρό σου. Σπέρνεις, γυρίζεις ἀπὸ τὸ χωράφι, μπαίνεις στὸ σπίτι; κάνε τὸ σταυρό σου. Κάθεσαι στὸ τραπέζι; κάνε τὸ σταυρό σου. Πᾷς νὰ κοιμηθῇς; κάνε τὸ σταυρό σου. «Πέφτω κάνω τὸ σταυρό μου, ἄγγελο ἔχω στὸ πλευρό μου». Ἐσὺ ἡ γυναίκα ζυμώνεις; Κάνε στὴ ζύμη τὸ σταυρό. Παντοῦ καὶ πάντα νὰ κάνετε τὸ σταυρό σας. Ὁ σταυρὸς εἶνε «ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης». Καὶ κάτι ἀκόμα. Ἄλλοτε τέτοια ἅγια ἡμέρα οἱ Χριστιανοὶ τί κάνανε; Πηγαίνανε στὰ καφενεῖα; Ὄχι. Παίρνανε τὸ κεράκι τους καὶ πηγαίνανε στὰ μνήματα καὶ γονατίζανε στοὺς τάφους. Κ᾿ ἐσεῖς νὰ πᾶτε στὰ μνήματα, ποὺ ἐκεῖ μέσα εἶνε οἱ γονεῖς, τ᾿ ἀδέρφια, οἱ γυναῖκες, τὰ παιδιά σας, καὶ νὰ τὰ περιποιηθῆτε. Ἂν εἶστε Χριστιανοί, θυμηθῆτε τοὺς νεκρούς. Παρακαλέστε τὸ Χριστὸ νὰ μᾶς ἐλεήσῃ, γιατὶ κολαστήκαμε στὸν κόσμο αὐτό. Καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεός, ὅταν τελειώσουμε τὴ ζωή μας, νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς  τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42). Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος (Τελος ομιλίας του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στα Ἴμερα – Κοζάνης, στις 14-9-1965)