Σελίδες

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013

Οι Αρετές της Υπεραγίας Θεοτόκου

ΚΑΙ ΠΑΛΙ ὁ Θεὸς μᾶς ἀξίωσε νὰ κάνουμε ἀρχὴ τῶν παρακλήσεων τοῦ Δεκαπενταυγούστου γιὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.
Νὰ ὁμιλήσουμε γιὰ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο; Δὲν θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου ἄξιο. Θὰ ἔπρεπε ἕνα Χερουβὶμ ἢ ἕνα Σεραφὶμ νὰ πετάξῃ ἀπὸ τὶς ἁψῖδες τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ νὰ ψάλῃ ὕμνο ἀντάξιό της.
Ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Παναγία, εἶνε μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτος. Εἶνε ἡ ἔκφρασις τῶν εὐγενεστέρων
αἰσθημάτων τοῦ γυναικείου κόσμου. Εἶνε ἡ πλήρης χαρίτων.
Εἶνε ὁ κρυστάλλινος καθρέπτης. Δὲν ὑπάρχει γυναίκα χωρὶς καθρέπτη· καὶ ὁ καλύτερος καθρέπτης γιὰ κάθε κόρη, γιὰ κάθε ἔγγαμο, γιὰ κάθε γυναῖκα ποὺ πιστεύει στὸ Χριστό, εἶνε ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος.
Ἂς δοῦμε συντόμως τὶς ἀρετές της.
Πρώτη ἀρετὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου εἶνε ἡ ἁγνότης. Ἦτο ἁγνὴ ἡ Παναγία μας. Ἦτο καθαρὰ ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα ἐκεῖνα ποὺ μολύνουν τὸ σῶμα καὶ ποὺ ἡ γλῶσσα ἀποφεύγει νὰ ὀνομάσῃ, τὰ ἁμαρτήματα ποὺ κατεδίκασε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ μὲ ἐντολὴ τοῦ Δεκαλόγου· τὰ ἁμαρτήματα ἐκεῖνα, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ἄνοιξε ὁ οὐρανὸς καὶ ἔγινε ὁ κατακλυσμὸς καὶ φλόγες πυρὸς κατέκαυσαν τὴν Πεντάπολι, τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορρα. Καθαρὰ λοιπὸν ἡ Παναγία μας. Ἁγνὴ στὴ σκέψι, ἁγνὴ στὴν καρδιά, σὰν τὸ ὁλόλευκο χιόνι. Δὲν μολύνθηκε τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ψυχῆς της ἀπὸ τοὺς αἰσχροὺς λογισμούς. Ἦτο «ῥόδον τὸ ἀμάραντον», ὅπως ψάλλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.
Δὲν ἦτο δὲ μόνο ἁγνὴ καὶ ἀμόλυντος, ἀλλὰ ἦτο ἀκόμη καὶ εὐλαβής, πιστὴ στὸ Θεό. Εἶχε πίστι. Ἐπίστευε ἡ Παναγία μας· ὄχι ἐνενηνταεννιὰ τοῖς ἑκατὸ ἀλλὰ ἑκατὸ τοῖς ἑκατό. Καὶ ἀπόδειξι τῆς πίστεώς της ἡ ἀφιέρωσί της. Δὲν ἀναφέρω ἄλλες ἀποδείξεις. Τέκνον αὐτὴ εὐσεβῶν γονέων, τῆς Ἄννης καὶ τοῦ Ἰωακείμ, εὐκλεὴς καρπὸς τοῦ εὐλογημένου ἐκείνου ἀνδρογύνου, σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν ἀφιερώθηκε ἐξ ὁλοκλήρου στὸ Θεό. Ἐτάχθη στὴν ὑπηρεσία τοῦ περιφήμου ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, καὶ ἐκεῖ μέρα καὶ νύχτα ἐλάτρευε τὸ Θεό. Προσευχόταν, μελετοῦσε τὰς Γραφάς, ἦταν τελείως ἀφωσιωμένη στὸ Θεό.
Μία ἀρετή της ἡ ἁγνότης, ἄλλη ἀρετή της ἡ πίστις. Τρίτη ἀρετή της ἦτο ἡ ὑπακοή. Ὑπήκουε ἡ Παναγία. Ὑπήκουε στὴ μητέρα της τὴν Ἄννα. Ὑπήκουε στὸν πατέρα της τὸν Ἰωακείμ. Ὑπήκουε στὸν οὐράνιο Πατέρα. Ἔκλινε τὴν κεφαλὴ ἐμπρὸς στὶς μεγαλειώδεις βουλὲς τοῦ Θεοῦ καὶ εἶπε· «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ. 1,38). Ἦτο στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἡ ὑπηρέτρια ἐκτελεῖ πιστῶς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου της, ἔτσι καὶ ἡ Παναγία.
Ἄλλη ἀρετὴ ποὺ κοσμοῦσε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο ἦτο ἡ ἐργατικότης. Ἐργαζόταν ἡ Παναγία. Πτωχὴ κόρη, χωρὶς πλούτη καὶ θησαυρούς, ἐργαζόταν. Ἡ παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας παρουσιάζει τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο νὰ ἐργάζεται. Πήγαινε στὴ βρύση, γέμιζε τὴ στάμνα, καὶ τὴ μετέφερε στὸν ὦμο. Πήγαινε στὸ ποτάμι καὶ ἔπλενε τὰ ροῦχα. Ὕφαινε στὸν ἀργαλειὸ μὲ τὰ δάκτυλά της. Τὰ ροῦχα, ποὺ φοροῦσε ὁ Χριστός, ὅπως ὁ ἄρραφος ἐκεῖνος χιτών, ἤτανε φτειαγμένα στὸν ἀργαλειὸ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ἐργαστήρι εἶχε ἡ Παναγία.
Ἀκόμη ἄλλη ἀρετή, ποὺ ἐκόσμει τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, ἦταν ἡ ὑπομονή της. Διότι δὲν ἦταν κόρη πλουσίας οἰκογενείας, ὅπως επαμε· ἦταν κόρη πτωχοτάτων λαϊκῶν στρωμάτων. Γεννήθηκε σὲ φτωχὸ σπίτι. Κι ὅταν ἡ δια ἐπρόκειτο νὰ γεννήσῃ τὸ παιδί της, δὲν τὸ γέννησε ὡς πορφυρογέννητο ἀλλὰ μέσα σ᾿ ἕνα σταῦλο· σύντροφοι τοῦ παιδιοῦ της ἦταν τὰ ἄλογα ζῷα. Ποιός μπορεῖ νὰ φανταστῇ τὶς κακουχίες της; Ἔπειτα, ὅταν ὁ Ἡρῴδης ἔσφαξε τὰ νήπια, ἡ Παναγία πῆρε τὸ μικρό της βρέφος καὶ ἔφυγε, γιὰ νὰ ἀσφαλίσῃ τὸν Υἱόν της πέρα μακριὰ στὴν Αγυπτο. Καὶ τέλος στὸ σταυρό; Ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τὸν πόνο, τὴ θλῖψι καὶ τὰ δάκρυα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου; Ἔτσι ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία, ὅτι μάχαιρα δίστομος θὰ διαπεράσῃ τὴν καρδία της (βλ. Λουκ. 2,35).

Τελείωσα; Δὲν τελείωσα. Τὰ διαμάντια ποὺ κοσμοῦν τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο δὲν τελειώνουν. Καὶ διαμάντια  εἶνε οἱ ἀρετές της. Ποιές ἀρετές; Επαμε· ἡ ἁγνότης, ἡ πίστις, ἡ ὑπακοή, ἡ ἐργατικότης, ἡ ὑπομονή, ὅλα αὐτά. Ποιά ὅμως ἀπὸ τὶς ἀρετές της εἶνε ἡ μεγαλυτέρα; Ἔχει καὶ μία ἄλλη ἀρετή, ποὺ εἶνε θεμελιώδης καὶ γι᾿ αὐτὴν ἀξιώθηκε νὰ γίνῃ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Εἶνε τὸ σπανιώτερο εἶδος ἀρετῆς. Μπορεῖς νὰ βρῇς γυναῖκες ἁγνές, ἐργατικές, κ.λπ., ἀλλὰ εἶνε σπάνιο σήμερα νὰ βρῇς γυναῖκα σὰν τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο στὸ σημεῖο αὐτό. Ἡ ἀρετή, ποὺ κατ᾿ ἐξοχὴν κοσμοῦσε τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, ἦτο ἡ ταπείνωσις! Καὶ ἀκριβῶς λόγῳ τῆς ταπεινώσεώς της ἀξιώθηκε νὰ δεχθῇ καὶ νὰ γεννήσῃ ἀπὸ τὰ ἁγιώτατα αἵματά της τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.

Αὐτὰ τὰ λίγα, ἀγαπητοί μου, γιὰ τὶς ἀρετὲς τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, οἱ ὁποῖες δικαιολογοῦν πλήρως τὸν χαραστηρισμὸ «κεχαριτωμένη» ποὺ εἶπε ὁ ἄγγελος (Λουκ. 1,28).

* * *


Ποιά βασίλισσα καὶ ποιά πριγκίπισσα ἔχει τὴ δόξα ποὺ ἔχει ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος; Καὶ ὄχι μόνο ἐδῶ στὴ γῆ, ἀλλὰ καὶ πάνω στὸν οὐρανό, ἐν μέσῳ τῶν ἀύλων πνευμάτων, λάμπει ἡ Παναγία. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱεροκήρυκες τοῦ σκλαβωμένου γένους μας, ὁ Ἠλίας Μηνιάτης, ὁ καλύτερος ἀπὸ τοὺς ἱεροκήρυκες παλαιοτέρων χρόνων, ἀναφέρει πρὸς τιμὴν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ἕνα μικρὸ ἀνέκδοτο, τὸ ὁποῖο θὰ ἀναφέρω ἐδῶ καὶ τελειώνω τὸ λόγο.

Ἕνας ἁπλοϊκὸς ἄνθρωπος, ποὺ ζοῦσε στὶς ῥεματιές, παρακαλοῦσε τὴν Παναγία καὶ τὸ Χριστὸ καὶ ἔλεγε· «Θέλω νὰ δῶ τὴν Παναγία πῶς εἶνε στὸν παράδεισο. Ἂς δῶ τὴν Παναγία μιὰ φορά, καὶ ἂς χάσω τὸ ἕνα μου μάτι». Παρακαλοῦσε μιά, παρακαλοῦσε δυό, παρακαλοῦσε τρίς… Ἐπὶ τέλους ἄκουσε ὁ οὐρανὸς τὴν προσευχὴ τοῦ ἁπλοϊκοῦ αὐτοῦ ἀνθρώπου, καὶ μιὰ νύχτα, τὰ μεσάνυχτα, λάμπει ἡ καλύβα του ἀπὸ φῶς. Θεέ μου Θεέ μου! Καὶ ἐν μέσῳ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων βλέπει νὰ κατέρχεται ἡ Βασίλισσα τῶν οὐρανῶν. Τί ἥλιος, τί ἀστέρες, τί σελήνη!… Λάμπει. Ἕνα λεπτὸ διήρκεσε ἡ θέα αὐτή. Ἕνα λεπτὸ τὰ μάτια τοῦ χωρικοῦ εἶδαν τὴν Παναγία ὡς βασίλισσα τῶν οὐρανῶν νὰ τὴν περιστοιχίζῃ πλῆθος ἀγγέλων. Κατάπληκτος εἶπε «Δόξα σοι, ὁ Θεός», κι ἂς ἔχασε τὸ ἕνα του μάτι. Τὸ πρωῒ ξυπνάει, τὸ ἕνα μάτι ἔβλεπε, τὸ ἄλλο δὲν ἔβλεπε. Ἐν τούτοις τόση ἦταν ἡ χαρά του, τόση ἡ ἀγαλλίασις, τόση ἡ εὐφροσύνη ποὺ ἐδοκίμασε, ὥστε παρακαλοῦσε καὶ γιὰ δευτέρα φορὰ νὰ δῇ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ἂς ἔχανε καὶ τὸ δεύτερο μάτι του. Καὶ ἄκουσε ὁ Θεὸς τὴν προσευχή του, καὶ νά πάλι, ἐν μέσῳ ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, νά κατέρχεται ἀπὸ τὶς οὐράνιες ἁψῖδες ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· δικαίωμά μας ὅμως κ᾿ ἐμᾶς νὰ πιστεύουμε. Ὑπάρχουν ψυχὲς ποὺ εἶδαν τὴν Παναγία. Ὑπάρχουν καλόγεροι στὰ Κατουνάκια, μέσα στὰ ὑψηλὰ ὄρη, ποὺ εἶδαν ὁράματα καὶ ὀπτασίες ἀγγέλων. Δὲν εἶνε μόνο αὐτὸς ὁ ὑλικὸς κόσμος, τὸν ὁποῖο βλέπουμε· δὲν εἶνε μόνο τὰ φεγγάρια, στὰ ὁποῖα ἀνέβηκαν οἱ ἀστροναῦται. Πέρα ἀπὸ τὸν ὑλικὸ κόσμο ὑπάρχει ὁ ἀόρατος κόσμος, καὶ πέρα ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν βασιλέων καὶ τῶν μεγιστάνων ὑπάρχει ὁ κόσμος τῶν πνευμάτων, τῶν ἀύλων πνευμάτων. Λοιπὸν εἶδε τὴν Παναγία γιὰ δευτέρα φορά, καὶ ἔχασε καὶ τὰ δύο του μάτια. Τυφλώθηκε, ἦταν ὅμως εὐχαριστημένος. Ἀλλὰ ἦτο ποτὲ δυνατὸν ἡ Παναγία, ἡ γλυκειὰ μάνα τοῦ κόσμου, ν᾿ ἀφήσῃ αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο τυφλό, ἐπειδὴ παρεκάλεσε νὰ τὴν δῇ στὴ δόξα της; Ἔτσι μιὰ νύχτα, ἀέρινα δάκτυλα, αἰθέρια δάκτυλα, ἄγγιξαν τὰ μάτια του καὶ εἶδε πάλι τὸ φῶς του, καὶ δόξασε τὸ Θεό.

Ναί, Χριστιανοί μου, αὐτή εἶνε ἡ Παναγία· τὴν ὁποία ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ἔχουμε ἰδιαίτερο λόγο νὰ ἀγαποῦμε καὶ νὰ τιμοῦμε, διότι ἀνέκαθεν στὴν μακρὰ ἱστορία τοῦ γένους μας στάθηκε ἡ ὑπέρμαχος στρατηγὸς τῆς πατρίδος μας. «Τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια…».

Αὐτή, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Παναγία μας. Μεγάλη ἡ χάρις καὶ  μεγάλη ἡ δόξα της.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Oμιλία του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Aυγουστίνου Kαντιώτου εις την ἱερά μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Κλαδορράχης – Φλωρίνης 15-8-1971)