Σελίδες

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

Δευτέρα Διακαινησίμου του Αγίου Γεωργίου. Να Γίνουμε Άγιοι

Agios Georgios«Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Λευϊτ. 20,7,26· Α΄ Πέτρ. 1,16)
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ καὶ πανήγυρις. Εἶνε συνέχεια τῆς ἁγίας καὶ ἐνδόξου Ἀναστάσεως. Ἀλλὰ σήμερα ἑορτάζει καὶ ὁ ἅγιος Γεώργιος ὁ τροπαιοφόρος.
 Λάμπουν οἱ ἅγιοί μας μὲ τὸν βίο τους, μὲ μὲ τὰ λόγια καὶ τὰ θαύματά τους, μὲ τὴν ὅλη ζωὴ καὶ πρὸ παντὸς μὲ τὸ τέλος τους. Καὶ τί μᾶς προτρέπουν, τί μᾶς συνιστοῦν; Ἐκεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Λευϊτ. 20,7,26· Α΄ Πέτρ. 1,16). Ἀκοῦμε ἅγιος…, ἅγιος…, ἅγιος…· ἀλλὰ δὲν καθήσαμε νὰ σκεφθοῦμε τί σημαίνει. Γι᾿ αὐτὸ σήμερα θὰ κάνω λίγες σκέψεις ἐπάνω σ᾿ αὐτό. Διότι, ὅπως βλέπουμε, εμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ γίνουμε ἅγιοι ὅλοι, καὶ ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας εἶνε νὰ κάνῃ ἁγίους.
Ποῖος εἶνε ὁ ἅγιος; τί εἶνε ἅγιον; Στὴν ἀρχαία γλῶσσα μας ἅγιος θὰ πῇ
καθαρός. Πάρτε γιὰ παράδειγμα ἕνα στοιχεῖο χρήσιμο στὴ ζωή μας, τὴ βενζίνα. Ἡ βενζίνα δὲ βγαίνει ἔτσι ἀπὸ τὰ κοιτάσματα τῆς γῆς. Βγαίνει ἕνα μαῦρο ῥευστό, ποὺ περνάει ἀπὸ πολλὰ φίλτρα καὶ καθαρίζεται. Γι᾿ αὐτὸ ἀκοῦς τὸ σωφὲρ καὶ ζητάει βενζίνα καθαρή· γιατὶ γνωρίζει, ὅτι κ᾿ ἕνα μικρὸ σκουπιδάκι κάνει ζημιὰ στὸ αὐτοκίνητο. Ἄλλο παράδειγμα ὁ χρυσός. Δὲ βγαίνει κι αὐτὸς ἀτόφιος ἀπὸ τὰ σπλάχνα τῆς γῆς. Εἶνε μέταλλο ἀναμεμειγμένο μὲ ποικίλες εὐτελεῖς ὗλες· τὸ ῥίχνουν οἱ χρυσοχόοι μέσα στὸ καμίνι πολλὲς φορές, καὶ ἔτσι βγαίνει ὁ γνήσιος χρυσός, εἰκοσιτεσσάρων καρατίων ὅπως λένε. Θέλετε ἄλλο παράδειγμα; ὁ ἀέρας ποὺ ἀναπνέουμε. Χωρὶς χρυσάφι ζῇς, χωρὶς βενζίνα μπορεῖς νὰ ζήσῃς, ἀλλὰ χωρὶς ἀέρα κανείς δὲν ζῇ. Οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν καθαρὸ ἀέρα, ἰδίως στὶς πόλεις ποὺ τὶς καλύπτει νέφος ἀπὸ καυσαέρια· γι᾿ αὐτὸ μὲ κάθε εὐκαιρία βγαίνουν κατὰ χιλιάδες ἔξω ἀπὸ τὶς πόλεις.
Θέλουμε καθαρὴ βενζίνα, καθαρὸ χρυσάφι, καθαρὸ ἀέρα, καθαρὸ ροῦχο, καθαρὸ πιάτο…· ἔτσι πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· κάνουμε τὸ διο καὶ γιὰ τὴν ψυχή; Εἶνε καθαρὴ ἡ ψυχή μας; Βρέστε μου ἕναν ἄνθρωπο, ποὺ ἡ σκέψι του νὰ μὴν ἐνοχλῆται ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς, ἡ καρδιά του νὰ μὴ νιώθῃ ἐγωϊσμό, ἡ θέλησί του νὰ μὴ παρασύρεται. Ὑπάρχει τέτοιος ἄνθρωπος; Κάποτε ὑπῆρχε. Ποιός; Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ Ἀδάμ. Καθαρὸς σὰν χρυσάφι βγῆκε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Δημιουργοῦ. Ἀλλά, ὅπως γνωρίζουμε, ἔπεσε· κι ἀπὸ τότε πλέον ἡ σκέψι του ῥέπει στὸ κακό, ἡ καρδιά του γεμίζει ἀκαθαρσία, καὶ ἡ θέλησί του δυσκολεύεται νὰ φτάσῃ τὸ ἀγαθό. Ἀναστενάζει γιὰ τὴν ἀκαθαρσία του. Γι᾿ αὐτὸ ἀκοῦμε τὸ Δαυῒδ νὰ λέῃ· Πλῦνε με, Κύριε, «καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9). Ἀκοῦμε καὶ τὸν ἀπόστολο Παῦλο νὰ λέῃ· «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος· τίς με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος» τῆς ἁμαρτίας; (Ῥωμ. 7,24). Ὅλοι ἀναστενάζουμε· διότι γνωρίζουμε ποιοί ἔπρεπε νὰ είμεθα καὶ βλέπουμε ποιοί είμεθα. Ὑπάρχει μεγάλη ἀπόστασι μεταξὺ ἐκείνου ποὺ ἔπρεπε νὰ είμεθα, καὶ ἐκείνου ποὺ είμεθα τώρα.
Ζητοῦμε λοιπὸν τὴν ἁγιότητα. Καὶ ποιός θὰ μᾶς δώσῃ τὴν ἁγιότητα; Κανείς ἄλλος παρὰ μόνο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ἦρθε στὸν κόσμο, ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία, καὶ μᾶς χαρίζει δύο μυστήρια μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς ἁγιάζει. Τὸ ἕνα εἶνε τὸ βάπτισμα. Ὅποιος μὲ πίστι βαπτίζεται στὸ ἁγιασμένο νερὸ «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», καθαρίζεται· ἡ κολυμβήθρα εἶνε ἕνας Ἰορδάνης. Ἀράπης μπαίνει, ὁλόλευκος βγαίνει, «ὑπὲρ χιόνα» καθαρίζεται. Γι᾿ αὐτὸ οἱ βαπτιζόμενοι ντύνονται στὰ ἄσπρα (σύμβολο τῆς καθαρότητος) καὶ γι᾿ αὐτὸ παιδιὰ ποὺ πεθαίνουν μικρὰ δὲν πρέπει νὰ τὰ κλαῖμε (εἶνε σὰν ἄγγελοι). Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δυστυχῶς ἡ καθαρότης τοῦ βαπτίσματος μολύνεται μὲ ποικίλα ἁμαρτήματα, ὥρισε ὁ Θεὸς ὡς δεύτερο λουτρὸ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως. Σ᾿ αὐτὸ ὁ πιστὸς καθαρίζεται πλέον μέσα στὰ δάκρυά του καὶ ἔτσι ἁγιάζεται.
Ὁ Χριστός, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν, μᾶς δίνει ἀκόμα τὴ δύναμι νὰ νικοῦμε τὸ κακό. Πῶς μᾶς τὴ δίνει; Ὑπὸ ἕνα ὅρον. Ποιόν ὅρο; Χωρὶς νὰ μᾶς βιάζῃ, περιμένει νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς θέλω. Νὰ ἔχουμε δηλαδὴ τὴν καλὴ διάθεσι, νὰ ζητοῦμε τὸν ἁγιασμό. Θυμηθῆτε τὸν παράλυτο, ποὺ ἦταν κατάκοιτος 38 χρόνια. Ὁ Χριστὸς δὲν τὸν θεράπευσε ἀμέσως. Τὸν ρώτησε προηγουμένως· «Θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;», θέλεις νὰ γίνῃς καλά; (Ἰωάν. 5,6). Καὶ ὅταν ἐκεῖνος εἶπε τὸ ναί, τότε τὸν θεράπευσε.
Ὁ Χριστὸς εἶνε «ὁ ἁγιασμὸς ἡμῶν» (ἐκφών. ὄρθρ. καὶ θ. λειτ.· βλ. Α΄ Κορ. 1,30).
Τὸν ἁγιασμὸ ὁ Θεὸς τὸν δίνει σὲ ὅλους. Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἐμεῖς θέλουμε τὸν ἁγιασμό; Δυστυχῶς, ἂν ὑπάρχῃ κάτι, τὸ ὁποῖο σήμερα περιφρονεῖται, αὐτὸ εἶνε ἡ ἁγιότης. Ἂν ῥωτήσῃς τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν μικρῶν παιδιῶν ἀκόμη, ποιά εἶνε τὰ θελήματα τῶν σημερινῶν ἀνθρώπων, ὁ ἕνας θέλει νὰ γίνῃ πλούσιος, ν᾿ ἀποκτήσῃ τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα· ὁ ἄλλος θέλει νὰ γίνῃ ἐγγράμματος καὶ ξενιτεύεται γιὰ σπουδές· ὁ ἄλλος θέλει νὰ δοξαστῇ, ν᾿ ἀκουστῇ τὸ ὄνομά του· ὁ ἄλλος θέλει… Πολλὰ «θέλω» ἀκούγονται, ἕνα μόνο δὲν ἀκούγεται· «θέλω νὰ γίνω ἅγιος». Αὐτὸ ἦταν ἄλλοτε ὁ πόθος κάθε εὐγενοῦς ψυχῆς. Σήμερα αὐτὸ λείπει.
Τὸ «θέλω νὰ γίνω ἅγιος» ἀπαιτεῖ ἀγῶνα. «Ἀγωνίζεσθε» εἶνε ἡ θεία ἐντολή (Λουκ. 13,24· Α΄ Τιμ. 6,12). Ὁ Χριστιανὸς εἶνε ἀγωνιστής, ὁ ἅγιος εἶνε ὁ μεγαλύτερος ἥρωας – μὴ μοῦ μιλᾶτε γιὰ ἄλλους ἥρωες, μικροὶ εἶνε ὅλοι. Ὁ ἅγιος εἶνε ἥρωας. Ἥρωας ποὺ πολεμάει μὲ τὴ σάρκα, μὲ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, καὶ μὲ τὸν διάβολο· μὲ ὁρατοὺς καὶ ἀοράτους ἐχθρούς.
Δῶστε μου, ἀδελφοί μου, ἁγίους (παιδιὰ καὶ νέους, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ὑπαλλήλους καὶ ἀξιωματικούς, πολιτικοὺς καὶ κληρικούς), καὶ τότε θὰ γίνῃ ἡ γῆ κατοικία ἀγγέλων.
«Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι». Σήμερα ἑορτάζουμε τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ποὺ καὶ αὐτὸς εἶνε πρότυπο ἡρωϊσμοῦ. Δὲν θαυμάζει κανεὶς τὸν ἅγιο Γεώργιο τόσο γιὰ τὸ στρατιωτικό του ἀξίωμα ὅσο διότι νίκησε τὸ ἐγώ, τὸ διεφθαρμένο ἐγώ. Γι᾿ αὐτὸ ἀνεδείχθη ἅγιος καὶ τιμᾶται ὡς ἅγιος. Ἀγωνίστηκε. Θυσίασε τὰ πάντα· καὶ τὴ νεότητα, καὶ τὸ ἀξίωμα, καὶ τὸν πλοῦτο, καὶ αὐτὴ τὴ ζωή του. Ἔγινε θυσία γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Κάποιος εἶπε· Θέλω νὰ γίνω ἅγιος, ὅ,τι κι ἂν μοῦ στοιχίσῃ.

* * *

Σήμερα λοιπόν, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ἀπευθύνω τὸ σοβαρὸ ἐρώτημα πρὸς ὅλους μας· Θέλουμε νὰ γίνουμε ἅγιοι; Διότι ὁ κάθε Χριστιανὸς καλεῖται νὰ γίνῃ ἅγιος. Μερικοὶ νομίζουν, ὅτι ἅγιοι εἶνε μόνο κάποιοι ἀσκηταὶ ποὺ μένουν σὲ σπήλαια τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὄχι. Ἅγιος πρέπει νὰ γίνῃ κάθε ἄνθρωπος. Ἂν ἀνοίξουμε τὰ συναξάρια τῆς Ἐκκλησίας, βλέπουμε ἁγίους ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα. Ἔχουμε ἁγίους διδασκάλους, ὅπως ὁ Μέγας Βασίλειος ὁ Χρυσόστομος ὁ Γρηγόριος, ἁγίους στρατιῶτες ὅπως οἱ Σαράντα μάρτυρες, ἁγίους ἀξιωματικοὺς ὅπως ὁ ἅγιος Δημήτριος, ἁγίους βασιλεῖς καὶ αὐτοκράτορες ὅπως ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος. Ἔχουμε ἁγίους ἀπ᾿ ὅλα τὰ κοινωνικὰ στρώματα καὶ τὶς ἡλικίες (βρέφη ὅπως τὰ 14.000 νήπια ποὺ ἐσφαγίασε ὁ Ἡρῴδης, μικρὰ παιδιὰ ὅπως ὁ ἅγιος Κήρυκος, ὡρίμους ἄνδρες ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σεβασμίους γέροντες ὅπως ὁ ἅγιος Ἀντώνιος. Τὸ ἄνθος τῆς ἁγιότητος φυτρώνει σὲ ὅλους τοὺς τόπους καὶ τὰ ὅλα ἐδάφη. Εἶνε ὅπως τὸ ἄνθος ἐντελβάϊς, ποὺ μπορεῖ καὶ φυτρώνει στὴν κορυφὴ τῶν Ἄλπεων μέσα στὰ χιόνια.
Ὁ Χριστός, ἀγαπητοί μου, ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ ἁγίους. Κανείς βέβαια δὲ μπορεῖ νὰ φτάσῃ τὸ ὕψος τῆς δικῆς του ἀρετῆς. Οἱ ἄνθρωποι γίνονται καὶ λέγονται ἅγιοι ἐν σχετικῇ ἐννοίᾳ. Ἅγιος ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ εἶνε μόνο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Ὁ Χριστὸς οὐδέποτε μολύνθηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μένει ἀπολύτως καθαρὸς καὶ ἁγνός. Γι᾿ αὐτὸ στὴ θεία λειτουργία, ὅταν πλησιάζει ἡ ὥρα τῆς θείας κοινωνίας, ἀκοῦμε ―καὶ ἔχουν μεγάλη σημασία τὰ λόγια αὐτά― τὸν ἱερέα νὰ λέῃ· «Πρόσχωμεν. Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις», δηλαδή· τὴν ὥρα αὐτὴ προσφέρονται πρὸς θείαν κοινωνίαν τὰ ἅγια μυστήρια – ἀλλὰ σὲ ποιούς; «τοῖς ἁγίοις», στοὺς ἁγίους μόνο. Ποιοί εἶνε οἱ ἅγιοι; Ὅλοι ἐμεῖς οἱ ἐκκλησιαζόμενοι· ἁγίους δηλαδὴ μᾶς ὀνομάζει ὅλους ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ ἐμεῖς, κάπου συναισθανόμενοι τὴν ἀτέλεια καὶ τὴν ἁμαρτωλότητά μας, τί λέμε; Ἀπαντοῦμε ταπεινά· Ὄχι· «εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Γεωργίου πόλεως Φλωρίνης Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου 9-5-1983)
 http://www.augoustinos-kantiotis.gr