Σελίδες

Κυριακή 19 Μαΐου 2013

Κυριακή των Μυροφόρων. Γιατί στις μυροφόρες το πρώτο «Χριστός Ανέστη»;

Κυριακή των Μυροφόρων (Μάρκ. 15, 43 -16,8)
Γιατί στις μυροφόρες το πρώτο «Χριστός ανέστη»;
«Ό δε λέγει αυταίς- Μη εκθαμβείσθε- Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ηγέρθη, ουκ εστίν ώδε...» (Μάρκ. 16, 6

ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕ, αγαπητοί μου, να εορτάζουμε το μέγα, το κοσμοσωτήριο γεγονός της αναστάσεως του Σωτήρος Χριστού. Οι περισσότεροι ύμνοι πού ψάλλονται την περίοδο αυτή ως θέμα έχουν την ανάσταση του Χριστού. Άλλα και αυτή ή θεία λειτουργία, πού γίνεται τις Κυριακές αυτές του ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΥ, διαφέρει από τη θεία λειτουργία του υπολοίπου εκκλησιαστικού έτους• διότι αμέσως μετά το «Ευλογημένη ή βασιλεία...» δέ' λέμε αμέσως τα ειρηνικά, δέ' λέμε τις αιτήσεις «Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν...», άλλα ό ιερεύς θυμιάζει την αγία τράπεζα
άπ' όλες τις πλευρές καθώς και όλο το ναό και ψάλλει μαζί με τους ψάλτες κατ' επανάληψιν, δέκα φορές, το «Χριστός ανέστη».

Το «Χριστός ανέστη» ακούγεται όλες τις Κυριακές άλλα και όλες τις ήμερες μέχρι της Αναλήψεως. Το «Χριστός ανέστη» είναι, αδελφοί μου ό γλυκύτερος χαιρετισμός, χαιρετισμός πού μεταφέρει από στόμα σε στόμα, από γενεά σε γενεά το μέγα μήνυμα, την πιο χαρμόσυνη είδηση, ότι ό Κύριος νίκησε το θάνατο. Χιλιάδες φορές - αμέτρητες ακούστηκε, και ακούγεται, και θα εξακολούθηση ν' ακούγεται το «Χριστός ανέστη». Άλλα πότε ελέχθη για πρώτη φορά; ποια αυτιά το πρωτοάκουσαν; ποιος είναι εκείνος πού άκουσε για πρώτη φορά το «Χριστός ανέστη»;

Όπως τη γέννηση του Χριστού δεν την έμαθαν πρώτοι οι μεγάλοι και ισχυροί και πλούσιοι, αλλά οί ταπεινοί και φτωχοί βοσκοί πού έβοσκαν τα ποίμνια τους στα βοσκοτόπια της Βηθλεέμ, έτσι και την ανάσταση του Χριστού, το γεγονός ότι ό Ιησούς σύντριψε τις πύλες του άδου, δεν το άκουσαν πρώτοι οί επιφανείς και αξιωματούχοι, δεν το άκουσαν οί ισχυροί άνδρες, δεν το άκουσαν ούτε και αυτοί οι μαθηταί του Χριστού• το μήνυμα της αναστάσεως του Κυρίου το άκουσαν πρώτες άπ' όλους οί γυναίκες, οί μυροφόρες γυναίκες• και προς τιμήν αυτών των γυναικών είναι αφιερωμένη ή σημερινή Κυριακή, τρίτη Κυριακή από το Πάσχα.

Άλλα γιατί το μήνυμα της Αναστάσεως το άκουσαν πρώτες άπ' όλους οί μυροφόρες; Γιατί ή πρώτη εμφάνισης του αναστάντος Κυρίου να γίνει σ' αυτές; Μήπως ό Χριστός στην περίπτωση αυτή ενήργησε μεροληπτικός;.

μεροληπτικός σε καμία στιγμή της ζωής του δεν συμπεριφέρθηκε ό Κύριος. Ήταν δίκαιος• και συνεπώς, εάν τώρα όχι οί άντρες, όχι οί απόστολοι, όχι ό Πέτρος και ό Ιωάννης, αλλά οι γυναίκες άκουσαν το χαρμόσυνο μήνυμα, υπάρχει λόγος• λόγος όχι κάποιας ιδιαιτέρας συμπαθείας, αλλά λόγος δικαιοσύνης. Ό Χριστός αγαπά όλα τα παιδιά του και αμείβει το καθένα χωρίς να μεροληπτεί εις βάρος άλλου. Άκουσαν πρώτες οί μυροφόρες γυναίκες το «Χριστός ανέστη», διότι τους άξιζε πράγματι να το ακούσουν. και τους άξιζε, διότι αυτές έδειξαν αρετές πού δεν έδειξαν ούτε οί μαθηταί του Κυρίου. Ποιες αρετές έδειξαν;

• Από την πρώτη μέρα πού γνώρισαν τον Κύριο στη Γαλιλαία, έγιναν πιστές μαθήτριες του, τον ακολουθούσαν και δαπανούσαν από τα υπάρχοντα τους για τη συντήρηση εκείνου καθώς και του ομίλου των μαθητών του• «ότε ην εν τη Γαλιλαία ηκολούθουν αυτώ» (Μάρκ. 15,41) και «διηκόνουν αύτω εκ των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8,3). και μόνο τότε;

• Την ώρα της θυσίας του, ενώ όλοι είχαν εγκαταλείψει τον Κύριο, ενώ ό μεν Ιούδας τον πρόδωσε για τριάκοντα αργύρια, ενώ ό Πέτρος τον αρνήθηκε εμπρός σε μια υπηρέτρια και μάλιστα με όρκο, ενώ οι άλλοι μαθηταί πλην του Ιωάννου «πάντες αφέντες αυτόν έφυγαν» (Ματθ. 26,56), ενώ όλοι όσους είχε ευεργετήσει καθ' όλο το διάστημα της δημοσίας δράσεως του πήγαν και ενώθηκαν μαζί με τους εχθρούς και φώναζαν «Άρον άρον, σταύρωσον αυτόν» (Ίωάν. 19,15), μέσα στη γενική αυτή εγκατάλειψη οι μυροφόρες έμειναν πιστές και αφοσιωμένες στον Κύριο. Έμειναν κοντά στον Διδάσκαλο, ζώντας το δράμα από απόσταση τόση όση τους επέτρεπαν οι συνθήκες. ούτε ένα λεπτό δεν αποχωρίσθηκαν από αυτόν. «Ήσαν δε εκεί και γυναίκες πολλαί από μακρόθεν θεωρούσαι, αίτινες ηκολούθησαν τω Ιησού από της Γαλιλαίος διακονούσαι αυτώ• εν αίς ην Μαρία ή Μαγδαληνή, και Μαρία ή του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ, και ή μήτηρ των υιών Ζεβεδαίου» (Ματθ. 27,55-56) «και Σαλώμη, αι...και διηκόνουν αυτώ, και άλλαι πολλαί αϊ συναναβάσαι αυτώ είς Ιεροσόλυμα» (Μάρκ. 15,40-41). Βρήκαν το ψυχικό σθένος να μείνουν εκεί, στο Γολγοθά. Είδαν το φρικτό θέαμα. Άκουσαν όλους τους λόγους, πού είπε ό Χριστός επάνω στο σταυρό, άκουσαν και το «Τετέλεσται» Ιωαν. 19,30).

• Άλλα και μετά το θάνατο του δεν αναχώρησαν. Έμειναν θρηνώντας κοντά στο σταυρό.
Και μόλις παρουσιάστηκε ό Ιωσήφ ό από Αριμαθαίας και ό Νικόδημος με την άδεια του ενταφιασμού, αυτές έτρεξαν, τους βοήθησαν, τους συνόδευσαν στο μνημείο, και δεν έφυγαν από 'κει παρά μόνο όταν ό ήλιος της δραματικωτέρας αυτής ημέρας έριξε πάνω στη γη τις τελευταίες του ακτίνες.

• Την αγάπη τους όμως, την ανδρεία τους, τη μεγάλη ψυχή τους την έδειξαν κατ' εξοχήν τη νύχτα της Αναστάσεως, «τη μια των σαββάτων» (Λουκ. 24,1). Τότε, ενώ ήξεραν ότι το μνήμα είναι σφραγισμένο, ότι λίθος μεγάλος και βαρύς φράζει την είσοδο του, ότι ένοπλοι Ρωμαίοι στρατιώτες φρουρούν τον τάφο κ' έχουν εντολή να χτυπήσουν καθένα πού θα τολμούσε να πλησίαση εκεί, εν τούτοις οι μυροφόρες γυναίκες «λίαν πρωί» (Μάρκ. 16,2), «όρθρου βαθέος» (Λουκ. 24,1), πριν ακόμη ανατείλει ό ήλιος, ξεκινούν να έρθουν στο μνήμα φέρνοντας μαζί τους αρώματα, τα όποια είχαν ετοιμάσει, για να μυρώσουν το σώμα του Χριστού. Κανένας φόβος και καμιά δυσκολία δεν στάθηκαν ικανά να τις εμποδίσουν. Το μόνο πού τις απασχολούσε ήταν, πώς θ' αποκυλίσουν τον τεράστιο και ασήκωτο εκείνο λίθο από το άνοιγμα του μνημείου.

Μία τέτοια αγάπη, μία τέτοια αφοσίωση, μία τέτοια ανδρεία ήταν δυνατόν να μη δη, να μην εκτιμήσει, να μη βραβεύσει ό Κύριος; Αμοιβή λοιπόν της αγάπης τους ήταν το ότι πρώτες αυτές άκουσαν τη μεγάλη είδηση, το άγγελμα της Αναστάσεως, το «Χριστός ανέστη», από άγγελο Κυρίου. Και εν συνεχεία, ότι πρώτες αυτές βλέπουν τον αναστάντα Κύριο και παίρνουν εντολή, να μεταδώσουν το μήνυμα αυτό στους μαθητάς και στις άλλες μαθήτριες.
Κ' εμείς σήμερα, αγαπητοί μου, πού εορτάζουμε τη μνήμη των αγίων μυροφόρων γυναικών, άντρες και γυναίκες ας μιμηθούμε των μυροφόρων τις αρετές, ιδίως την αγάπη πού είχαν στον Κύριο.

Είναι αλήθεια, ότι και μέχρι σήμερα οι γυναίκες αγαπούν το Θεό περισσότερο από τους άντρες. Αυτές εκκλησιάζονται περισσότερο. Αυτές έρχονται στους ναούς «όρθρου βαθέος». Αυτές μελετούν το Ευαγγέλιο και άλλα εκκλησιαστικά βιβλία. Αυτές τρέχουν στο κήρυγμα, όπου ακούγεται λόγος Θεού. Αυτές είναι προθυμότερες στην άσκηση της φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης. Αυτές... Ώ, πόσα δεν οφείλει ή Εκκλησία στις γυναίκες τις θερμές!

Σήμερα όμως, στους χρόνους αυτούς της απιστίας και της διαφθοράς, και οι γυναίκες αρχίζουν να κλονίζονται, να χάνουν το άρωμα της πίστεως και της ευσέβειας. Οι πειρασμοί είναι μεγάλοι. Τα κακά παραδείγματα, τα θέατρα, οι κινηματογράφοι, τα αισχρά περιοδικά, ή μόδα, όλα μαζί σπρώχνουν τη γυναίκα να λησμονήσει τον προορισμό της, την αποστολή της, να προδώσει την πίστη και την ηθική.

Άλλ' όχι! Οι γυναίκες, όσες τουλάχιστον κατοικούν στη γωνία αυτή της γης, ας μη παρασύρονται από τα απατηλά συνθήματα, ας μη θαμπώνονται από φανταχτερές εικόνες και άλλα είδωλα, ας κλείσουν τα αυτιά στις εισηγήσεις του όφεως. Ας μη μιμηθούν την Εύα, πού άκουσε τη συμβουλή του εωσφόρου και απολεσθεί• ας μιμηθούν τις μυροφόρες, τις άγιες πού αγάπησαν τον Κύριον. Να είσθε δε βέβαιοι, ότι τότε θα έχουν και στην παρούσα ζωή την ευλογία του Κυρίου και θ' αξιωθούν και αυτές ως μυροφόρες της βασιλείας των ουρανών αμήν.
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου, ή οποία έγινε στον Ιερό ναό Ζωοδόχου Πηγής Δάφνης - Αθηνών την 5-5-1957. Καταγραφή και διόρθωσης 15-5-2005.