Σελίδες

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

«Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει» ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς

Σήμερα εἶνε ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ χιλιάδες κόσμος ἑορτάζει. Ἑορτάζουν πολλὰ χωριὰ καὶ πόλεις, γιατὶ τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ προσφιλῆ καὶ ἀγαπητὰ ὀνόματα μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία.
Ὄχι μόνο ἐδῶ στὴ Μακεδονία, ὅπου ἰδιαιτέρως τιμᾶται ὁ ἅγιος Δημήτριος, ἀλλὰ καὶ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη ὅπου ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι. Στὴ Σερβία, ἂν πᾶμε, θὰ συναντήσουμε τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Καὶ στὴ Βουλγαρία, πάλι τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου εἶνε πολὺ διαδεδομένο. Καὶ στὴ Ῥουμανία καὶ σ᾿ αὐτὴν ἀκόμα τὴ Ῥωσία, τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἀγαπᾶται, τιμᾶται καὶ λατρεύεται.

Σήμερα λοιπὸν εἶνε ἡ ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου· αὐτὸ πιστεύουμε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι γιὰ τὸν σημερινὸ ἅγιο.


* * *

Τί ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος; Καλόγερος; Σηκώθηκε καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὸ σπίτι του καὶ πῆγε μέσα στὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια καὶ ἀσκήτευε; Ὄχι. Τί ἤτανε; Ἤτανε παπᾶς καὶ δεσπότης; Ὄχι. Λαϊκὸς ἦταν. Ἤτανε στρατιώτης. Καὶ ὅμως ἁγίασε. Αὐτὸ τί σημαίνει; Ὅτι κανένα ἐπάγγελμα δὲν ἐμποδίζει ὥστε νὰ γίνῃ κανεὶς Χριστιανὸς καὶ ν᾿ ἁγιάσῃ.
Καὶ ὁ γεωργὸς ποὺ σκάβει τὴ γῆ, καὶ ὁ τσομπάνος ποὺ βόσκει τὰ πρόβατα, καὶ ὁ τεχνίτης ποὺ μαστορεύει, καὶ ὁ δάσκαλος, καὶ ὁ καθηγητής, καὶ ὁ στρατιώτης, καὶ ὁ ἀξιωματικός, καὶ ὁ μικρὸς καὶ ὁ μεγάλος, ὅλοι μποροῦν νὰ γίνουν ἅγιοι. Βλέπουμε δηλαδή, ὅτι οἱ ἅγιοι εἶνε ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα.

Ἅγιος λοιπὸν ἤτανε ὁ Δημήτριος. Μὰ τί θὰ πῇ ἅγιος; Ἥρωας εἶνε ὁ ἅγιος, ὄχι στὴν μικρὰ καὶ ταπεινὴ ἔννοια ποὺ δίνει ὁ κόσμος. Ἥρωα λέει ὁ κόσμος ἕναν, ποὺ πῆρε τὰ ὅπλα, ἀνέβηκε στὰ βουνά, πολέμησε καὶ σκότωσε. Αὐτοὺς θεωρεῖ ἥρωες καὶ τιμᾷ ὁ κόσμος. Ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τοὺς ἥρωες αὐτούς, ποὺ νικοῦν στὰ πεδία τῶν μαχῶν, ὑπάρχουν ἄλλοι ἥρωες, ποὺ εἶνε σπάνιον εἶδος ἥρωος.

Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος λ.χ., ποὺ ἐνίκησε τὸν κόσμον ὅλο, παρεπονεῖτο καὶ ἔλεγε ὅτι· Ἐγώ, ποὺ νίκησα τὸν κόσμον ὅλον, νικήθηκα ἀπὸ τὰ πάθη μου. Γι᾿ αὐτὸ ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας, ὅτι «τὸ νὰ νικήσῃ κανεὶς τὸν ἑαυτόν του, εἶνε ὑψίστη νίκη». Μπορεῖ κάποιος νὰ ὑποτάξῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ὅμως νὰ εἶνε δοῦλος τῶν παθῶν.

Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νίκησε ἕναν κόσμον ὁλόκληρο. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει τὰ ἐλαττώματά του· ποὺ νικάει τὰ πάθη του, τὶς κακίες, τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο ποὺ ἔχει μέσα στὴν καρδιά του. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει τὸν διάβολο. Ἥρωας εἶνε αὐτὸς ποὺ νικάει, ὅπως λέγουν οἱ πατέρες, «κόσμον, σάρκα καὶ διάβολον». Αὐτὸ εἶνε τὸ ἀνώτερο εἶδος τοῦ ἡρωϊσμοῦ.

Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἄποψι ἦταν ἥρωας ὁ ἅγιος Δημήτριος. Καὶ ἦταν ἅγιος γιατί; Πρῶτα – πρῶτα ἐπίστευε εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἐπίστευε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε σὰν τὸ ζῷο ποὺ ψοφάει καὶ ὅτι τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτου δὲν διακόπτει τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίστευε, ὅτι πέρα ἀπὸ τὸν ὑλικὸν αὐτὸν κόσμο ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος πνευματικὸς καὶ ἀθάνατος. Ἐπίστευε εἰς τὴν κόλασι καὶ τὸν παράδεισο. Ἐπίστευε εἰς τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. Ἐπίστευε εἰς ὅ,τι δίδαξε ὁ Χριστός. Καὶ ἡ πίστις του δὲν ἦταν μικρά, ἀλλὰ μεγάλη. Ἤτανε βουνό ἡ πίστις του. Ἤτανε σὰν δένδρο, ποὺ ἔχει βαθειὰ τὴ ῥίζα του στὴ γῆ. Καὶ ἕνα δένδρο ποὺ ἔχει βαθειὰ ῥίζα δὲν ξερριζώνεται, ὅποια θύελλα κι ἂν πνεύσῃ.

Ἐπίστευε στὸν Χριστὸ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Καὶ τὴν πίστι του αὐτὴ δὲν τὴν ἔκρυβε, δὲν ἦταν κρυπτοχριστιανός. Δὲν ντρεπόταν νὰ ὁμολογήσῃ τὸν Χριστό. Γιατὶ ὅποιος πιστεύει καὶ ἀγαπᾷ, φανερώνει τὴν πίστι του. Θὰ φέρω ἕνα ταπεινὸ καὶ συνηθισμένο παράδειγμα γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε. Ἕνας νέος ποὺ ἀγαπάει μιὰ κόρη δὲν κρύβει τὸ ασθημά του. Προσπαθεῖ μὲ χίλια – δυὸ μέσα, μὲ λουλούδια μὲ γράμματα καὶ ἄλλα μέσα, ν᾿ ἀποδείξῃ ὅτι ἀγαπᾷ. Καὶ τὸ στόμα του λέει στὴν κοπέλλα, σ᾿ ἀγαπῶ. Ὅπως λοιπὸν ὁ νέος ποὺ ἀγαπάει μιὰ κοπέλλα φανερώνει μὲ χίλιους τρόπους τὸν ἔρωτά του, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ αὐτὸς ποὺ ἀγαπάει ὄχι μιὰ γυναῖκα ἢ ἕναν ἄνδρα, ἀλλὰ ἀγαπάει Αὐτὸν ποὺ εἶνε παραπάνω ἀπὸ τὴ γυναῖκα καὶ τὸν ἄνδρα καὶ τὰ παιδιά· καὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Θεός, εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.

Λοιπὸν ὅποιος ἔχει ἕνα τέτοιο βαθὺ αίσθημα, δὲν τὸ κρύβει, ἀλλὰ τὸ φανερώνει, τὸ ἐκδηλώνει, τὸ κηρύττει. Αὐτὸ ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Δὲν ἔκρυβε μόνο μέσα στὴν καρδιά του τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ τὸ ἐφανέρωνε, τὸ ἐκήρυττε παντοῦ, ὅπου καὶ νὰ εὑρίσκετο.

Μέσα στὴν πόλι τῆς Θεσσαλονίκης προσπαθοῦσε καὶ ἄλλους ἀνθρώπους νὰ κάνῃ Χριστιανούς. Δὲν ἡσύχαζε, ἂν δὲν ἔκανε τοὺς εἰδωλολάτρας Χριστιανούς. Καὶ ἰδιαίτερα εἶχε στρέψει τὴν προσοχή του στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς νέους. Αὐτοὺς προσπαθοῦσε νὰ κερδίσῃ γιὰ τὸ Χριστό καὶ σ᾿ αὐτοὺς ἐκήρυττε τακτικὰ τὸ Χριστό. Ὅπως σήμερα ἕνας κατηχητὴς χτυπᾷ τὴν καμπάνα καὶ μαζεύει τὰ παιδιὰ καὶ κάνει κατηχητικὸ σχολεῖο, ἔτσι μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔκανε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἦταν ἕνας λαμπρὸς κατηχητής, ἕνας λαμπρὸς κήρυξ τῆς ἀληθείας. Μέσα εἰς τὴν Θεσσαλονίκη εἶχε μαζέψει διακόσα τριακόσα πεντακόσα παιδιὰ καὶ νέους καὶ ἐφήβους, ποὺ τοὺς κατηχοῦσε στὸ Χριστό. Μιὰ ἱερὰ φάλαγγα εἶχε κοντά του ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς στρατιώτας, ποὺ ἐξεπαίδευε σὰν ἀξιωματικὸς γενναῖος μέσα στὰ στρατόπεδα, εἶχε καὶ ἕναν ἄλλο στρατὸ εἰρηνικό, πειθαρχικὸ εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ· καὶ αὐτὸς ἦταν τὰ παιδιὰ ποὺ κατηχοῦσε.

Γι᾿ αὐτὴ τὴ χριστιανικὴ δρᾶσι, ποὺ ἀνέπτυσσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, ξεσήκωσε τὴν ἀντιπάθεια τῶν εἰδωλολατρῶν. Τὸν κατηγόρησαν, τὸν συνέλαβαν, τὸν καθῄρεσαν ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του, καὶ τὸν ἔρριξαν στὴ φυλακή.

Μεταξὺ τῶν παιδιῶν ποὺ κατηχοῦσε ὁ ἅγιος Δημήτριος, τὸ λαμπρότερο καὶ ἡρωϊκώτερο παιδὶ ἦταν ὁ Νέστωρ, ἕνας νέος 17-18 χρονῶν. Τὶς ἡμέρες δὲ ἐκεῖνες στὸ μεγάλο στάδιο τῆς Θεσσαλονίκης θὰ ἐγίνοντο μονομαχίες. Γιὰ νὰ δοῦν τὶς μονομαχίες εἶχε μαζευτῆ χιλιάδες κόσμος. Ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ βασιλιᾶδες καὶ οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ στρατιωτικοί. Τότε παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος, ποὺ ἦταν πελώριος σὰν ἀρκούδα, ὕψος τρία μέτρα, μὲ δύναμι τεραστία, καὶ ἀπειλοῦσε τὸν κόσμον ὅλο. Θηρίο, γίγαντας γυμνασμένος. Αὐτὸς ὁ βάρβαρος βλαστημοῦσε τὸ Χριστό, καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν πειράξῃ. Ὅπως τὸ λιοντάρι, ὅταν ξεφύγῃ ἀπὸ τὸ κλουβί του, τὸ τρέμουν ὅλοι καὶ κρύβονται ἀπὸ τὸ φόβο, ἔτσι καὶ ὅταν παρουσιάστηκε ὁ Λυαῖος τρομοκράτησε ὅλους τοὺς ἀθλητὰς καὶ δὲν τολμοῦσε κανένας νὰ ξεμυτίσῃ καὶ νὰ βγῇ μπροστά του.

Τότε ὁ Νέστορας, μικρὸ παιδὶ 17 χρονῶν, εἶπε· Ἐγὼ θὰ πολεμήσω τὸ Λυαῖο, καὶ θὰ τὸ νικήσω! Ὁ πατέρας του, ἡ μητέρα του καὶ οἱ συγγενεῖς του τοῦ λέγανε· Παιδί μου, τί κάνεις; τὸ θάνατό σου θέλεις; Αὐτὸς εἶνε λιοντάρι ὁλόκληρο· ποιός μπορεῖ νὰ τὸν νικήσῃ;… Ὁ Νέστορας ὅμως πῆγε στὸ κελλὶ τοῦ δασκάλου του, τοῦ ἁγίου Δημήτριου, ποὺ ἦταν δεμένος μέσα στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ, καὶ γονάτισε μπροστά του. Ζήτησε τὴν προσευχή του. Ὁ ἅγιος Δημήτριος τὸν ἐσταύρωσε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ εἶπε τὰ ἑξῆς περίφημα λόγια. «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Παιδί μου, τοῦ λέει, καὶ τὸ Λυαῖο θὰ τὸ νικήσῃς καὶ γιὰ τὸ Χριστὸ θὰ μαρτυρήσῃς.

Πράγματι ὁ Νέστωρ πῆγε στὸ στάδιο καὶ ἄρχισε ἡ μάχη. Ὅταν τὸν εἶδε αὐτὴ ἡ «ἀρκούδα», ὁ Λυαῖος, ἄρχισε νὰ γελάῃ καὶ νὰ λέῃ· Τώρα σὲ λίγο θὰ σὲ δώσω νὰ σὲ φᾶνε τὰ σκυλιά… Ἀλλὰ ὁ Νέστωρ, γεμᾶτος θάρρος, ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἔβγαλε φωνὴ μὲ ὅλη τὴ δύναμί του, μπροστὰ στοὺς βασιλιᾶδες καὶ σὲ χιλιάδες κόσμο, πτωχοὺς καὶ πλούσιους, ποὺ περίμεναν νὰ δοῦν τὸ Λυαῖο νὰ τὸν πατᾷ κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του. Ἔκανε κανονικὰ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φώναξε· «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι». Καὶ ἀστραπιαίως ἔπεσε ἐπάνω στὸ γιγαντιαῖο σῶμα τοῦ Λυαίου, τὸν ἔρριξε κάτω, καὶ τὸν ἐνίκησε. Ὁ βασιλιᾶς Μαξιμιανὸς ὠργίστηκε πολὺ γιὰ τὴν ἧττα τοῦ Λυαίου. Δὲν θέλησε νὰ παραδεχθῇ τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονός, καὶ θανάτωσε τὸ Νέστορα. Ἔτσι ὁ Νέστωρ μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.

Καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος τί ἔγινε; Τὸ τέλος του ἦταν ἐπίσης μαρτυρικό. Ὅπως μαρτύρησε ὁ Νέστορας καὶ χιλιάδες ἅγιοι, μαρτύρησε καὶ αὐτός. Ὄχι μόνο μὲ τὸ στόμα του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ αἷμα του. Γιατὶ στὰ παλιὰ ἐκεῖνα χρόνια, ὅποιος ἔλεγε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔκαναν κομμάτια, τὸν σκότωναν ἂν ἦτο Χριστιανός. (Μάλιστα λένε, ὅτι ἔπιασαν μιὰ μέρα ἕνα νέο ποὺ ἐπίστευε στὸ Χριστὸ καὶ ἐπειδὴ ἐξακολουθοῦσε νὰ κηρύττῃ τὸ Χριστὸ τοῦ ξερρίζωσαν τὴ γλῶσσα, γιὰ νὰ μὴ μιλᾷ γιὰ τὸ Χριστό. Ἀλλὰ τί μὲ τοῦτο; Ἂν καὶ δὲν εἶχε γλῶσσα, αὐτὸς ἔβαλε τὸ χέρι στὸ στόμα του, ποὺ ἦταν γεμᾶτο αἷμα, καὶ μὲ τὰ δάκτυλά του ἔγραψε στὰ ντουβάρια· Χριστὸς βασιλιᾶς, Χριστὸς Θεός, ὁ Χριστὸς νικᾷ, ὁ Χριστὸς θριαμβεύει…) Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…», ποὺ ἀκοῦμε στὴ θεία λειτουργία, δὲν εἶνε γραμμένο στὰ χαρτιά, δὲν εἶνε γραμμένο μὲ μελάνια καὶ μολύβια. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» εἶνε γραμμένο μὲ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων. Αὐτὸ τὸ «Πιστεύω…» τὸ ὑπέγραψε καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος μὲ τὸ αἷμα του.

Πῆγαν στὴ φυλακή, ποὺ βρισκόταν, βγάλανε τὰ σπαθιὰ οἱ στρατιῶτες, καὶ ὅπως τὸ Χριστὸ τὸν κέντησαν καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ ἐκείνη τὴν ἄχραντον βγῆκε αἷμα καὶ ὕδωρ, ἔτσι κέντησαν καὶ αὐτόν, καὶ ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Δημητρίου βγῆκε μύρο, μύρο ἀθάνατο.

* * *

Αὐτός εἶνε μὲ λίγα λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ βίος τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ὅλες οἱ χῶρες καὶ οἱ πολιτεῖες ἀπὸ τὸ Δούναβι μέχρι τὴν Κρήτη κι ἀπὸ τὴν Κέρκυρα μέχρι τὴν Κύπρο, παντοῦ, καὶ πέρα στὴν Αὐστραλία καὶ τὴν Ἀμερική, ἔχουν τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Μεγάλος ἅγιος.
Ἐκεῖ ποὺ θάψανε τὸν ἅγιο Δημήτριο, δὲν εἶνε παραμύθι, χιλιάδες κόσμος πήγαινε στὸν τάφο τοῦ ἁγίου Δημητρίου, γυναῖκες καὶ ἄνδρες, χῆρες καὶ ὀρφανά, ἄρρωστοι καὶ πτωχοί, ἄνθρωποι ποὺ τοὺς εἶχαν ἀπελπίσει οἱ γιατροὶ καὶ τὰ φάρμακα τοῦ κόσμου τούτου, καὶ ὅλοι γίνονταν καλά. Χιλιάδες θαύματα ἔκανε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ κάνῃ ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἀλλὰ τὸ πιὸ μεγάλο θαῦμα ἔγινε στὶς ἡμέρες μας.

Πόσα χρόνια τώρα πέρασαν; Στὴν ἐκκλησία του τὴν ἁγία εἶχαν μπῆ οἱ Τοῦρκοι καὶ τὴν εἶχαν κάνει τζαμί. Ὁ χότζας ἀνέβαινε καὶ ἔλεγε «Ἀλλάχ ἀλλάχ». Πεντακόσα χρόνια ἦταν οἱ Τοῦρκοι. Ἀλλὰ τέτοια ἅγια ἡμέρα, ποὺ ἑώρταζε ὁ ἅγιος, ἔφυγαν οἱ Τοῦρκοι. Καὶ πάνω στὸ μισοφέγγαρο, ποὺ εἶχαν στὸ τζαμί, ὑψώθηκε ἡ γαλανὴ σημαία, ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ.

Τέτοια ἅγια μέρα ἡ Τουρκιὰ δὲν εἶχε πιὰ θέσι στὴν πόλι τὴν ἁγία, στὴν Θεσσαλονίκη. Τέτοια ἅγια μέρα τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδος μας ποὺ πίστευαν στὸ Θεό, μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Νέστορα «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μας», οἱ νέοι Νέστορες, ἐνίκησαν τὸν Λυαῖο τῆς Ἀνατολῆς. Γιατὶ ἀρκούδα καὶ λιοντάρι ἦταν ὁ Τοῦρκος, καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶνε.

Ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ποὺ εμαστε στὰ Βαλκάνια, τὸ λιοντάρι πάλι βγῆκε καὶ τὸ ὑποστηρίζουν δυστυχῶς καὶ ἡ Ἀμέρικα καὶ ἡ Ρωσία καὶ ὅλα τὰ ἔθνη. Καὶ ἐμεῖς Νέστορες. Ὤ Θεὲ τοῦ Δημητρίου, στὰ ἅγια χώματα ποὺ είμεθα, ντόπιοι καὶ πρόσφυγες καὶ Πόντιοι καὶ Θρᾷκες, μιὰ ψυχὴ καὶ ἕνας λαός!

Είμαστε μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι καὶ περιφρονημένοι Νέστορες. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ οἱ μικροὶ καὶ ἀσήμαντοι, ἂν είμεθα ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ καὶ πιστοί, θὰ δώσῃ πάλι ὁ Θεὸς νὰ νικήσουμε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὸν σύγχρονο Λυαῖο, καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ λαγκάδια μας καὶ οἱ νεκροί μας καὶ οἱ τάφοι τῶν προγόνων μας θὰ φωνάξουν· «Καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις». Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου,  ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ του Ἁγίου Δημητρίου Κ. Καλλινίκης – Φλωρίνης 26-10-1976)
http://www.augoustinos-kantiotis.gr



Κλικ εδώ για να δείτε τον Εορτασμό του Αγίου Δημητρίου στη Μεσαριά της Σαντορίνης 26.10.2011