Σελίδες

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Κυρ. Πατ. Δ΄ Οἰκ. Συνόδου (Ματθ. 5,14-19) Οι «μικρές» εντολές

«Ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5,19)

ΠΟΛΛΕΣ ΦΟΡΕΣ, ἀγαπητοί μου, ἐρωτῶ τὸν ἑαυτό μου, ἐρωτῶ τοὺς ἄλλους, καὶ τώρα ἐρωτῶ κ᾽ ἐσᾶς· εἴμαστε Χριστιανοί;  

Περί­ερ­γο, θὰ πῆτε· δόξα τῷ Θεῷ ὅλοι βγή­καμε ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τῆς Ὀρ­θο­δοξί­ας· πῶς μᾶς κάνεις τέτοιο ἐρώτημα; Δυστυ­χῶς, ἀγαπη­τοί μου, μὲ τὰ χείλη εἴ­μα­στε Χριστιανοί. Ὅ­πως λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας, «ὁ λαὸς αὐτὸς μὲ λατρεύει μὲ τὰ χείλη, ἀλλὰ ἡ καρδιά του εἶνε μακριὰ ἀπὸ μένα» (Ἡσ. 29,13. Ματθ. 15,8. Μᾶρκ. 7,6).

Ἀφορμὴ νὰ κάνω τὸ ἐ­ρώτημα αὐτὸ μοῦ δίνει ἡ σημερινὴ εὐαγγελι­κὴ περικοπή, ἡ ὁποία διαβάζεται εἰς μνήμην τῶν ἁγίων πατέρων τῶν ἕξι Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ εἶνε ἕνας πνευματικὸς καθρέφτης, καὶ μᾶς καλεῖ ὅλους νὰ ἐξετάσουμε βαθειὰ τὸν ἑαυτό μας, ἂν εἴμαστε πράγματι Χριστιανοί. Καὶ θὰ εἴμαστε, ἐὰν τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.

Ἐάν, ἀγαπητοί μου, πῆτε σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ποὺ θεωροῦνται Χριστιανοὶ ὅτι εἶνε ἁ­μαρτωλὸς καὶ πρέπει νὰ ἐξομολογηθῇ, θὰ τὸ ἀρνηθῇ. Στοὺς ἑκατὸ χρι­στιανοὺς ζήτημα ἂν ἕνας ἔχῃ ἐξομολογηθῆ. 

Καὶ ἐδῶ στὴν ἐκκλησία ὑπάρχουν ὡρισμένοι ποὺ κάνουν ὅλα τὰ ἄλλα, ἀλ­λὰ δὲν ἔχουν ἐξ­ομολογηθῆ ποτέ στὴ ζωή τους· τὰ μαλλιά τους ἄ­σπρισαν, πλησιάζουν στὸν τάφο, καὶ κινδυνεύουν νὰ φύγουν ἀν­εξομολόγητοι. Ἐὰν λοιπὸν πῆτε σὲ ἕναν ἀπ᾽ αὐτοὺς ὅτι εἶνε ἀνάγκη νὰ ἐξομολογηθῇ για­τὶ εἶνε ἁμαρτωλός, θὰ σᾶς πῇ· Ἐγὼ ἁμαρτωλός; Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος Χριστιανός. Δὲν ἔκανα κανένα κακό· δὲ σκότωσα, δὲν πῆγα σὲ δικαστήριο, δὲ μπῆκα στὸ σπίτι τοῦ ἄλλου νὰ ἀ­τιμάσω τὴ γυναῖκα του, δὲν ἔκλεψα, δέν….

Ἀλλὰ μ᾽ αὐτὰ τὰ «δὲν» καν­είς δὲν σῴζεται· δὲν εἶ­νε τόσο εὔκολο νὰ πάρῃ εἰσιτήριο γιὰ τὸν παράδεισο. Ἡ πύλη εἶνε «στενὴ» καὶ ἡ ὁ­δὸς ποὺ ὁδηγεῖ ἐ­κεῖ «τεθλιμμένη» (Ματθ. 7,14), ἀ­νηφο­ρικὸς Γολγοθᾶς. Χρειάζεται μεγάλη προ­σπάθεια, ἀγώνας ἰσόβιος, πόλεμος στῆθος μὲ στῆ­θος. Ὁ Κύριος εἶπε· «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρα­νῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν» (ἔ.ἀ. 11,12).

Λένε αὐτοί, ὅτι δὲν ἔκαναν κακό, ὅτι ἐτήρησαν τὶς ἐντολές, αὐτὲς τὶς μεγάλες ἐντολές. Ἀλλ᾽ ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐντολὲς ποὺ καυ­χῶνται ὅ­τι ἐτήρησαν, αὐτὲς ποὺ ἀπαγορεύουν τὸ φόνο τὴ μοιχεία τὴν ψευδορκία κ.τ.λ., ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἐντολὲς στὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ κόσμος τὶς θεωρεῖ μικρές. Καὶ ὁ Κύριος σήμερα στὸ εὐαγγέλιο, ἀπὸ ταπείνωσι καὶ μὴ θέλοντας νὰ ἐκφρασθῇ ἐπιτακτικά, τὶς ὀνομάζει «ἐλάχιστες». Ἐν τούτοις ἡ τήρη­σί τους εἶνε ἀπαραίτη­τη γιὰ τὴν σωτηρία. Ὅ­ποιος, λέει, παρα­βῇ μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ταπει­νὲς ἐντολές μου, ποὺ ὁ κό­σμος περιφρονεῖ καὶ τὶς θεωρεῖ ἀσήμαν­τες, «ἐ­λάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐ­ρα­νῶν» (ἔ.ἀ. 5,19), δὲν θὰ δῇ δηλαδὴ πρόσωπο Θεοῦ.

Τὶς μεγάλες ἐντολές, τὶς χοντρές, τὶς ξέρου­με. Ποιές εἶνε οἱ «μικρὲς» ἐντολές, ποὺ δυσ­τυχῶς τὶς παραβαίνουμε κ᾽ ἐν τούτοις νομίζου­με ὅτι εἴμαστε Χριστι­ανοὶ καὶ θὰ σωθοῦμε;

* * *

Ἄχ, ἀδελφοί μου! Ἂν μᾶς φώτιζε ὁ Θεὸς νὰ καταλάβουμε τί λόγο θὰ δώσουμε, θὰ φρον­τίζαμε νὰ τηροῦμε καὶ τὶς «μικρὲς» ἐντολές.

Ποιές εἶν᾽ αὐτές; Ἕνα ἀστεῖο ποὺ λέμε καὶ γελᾶμε ἀλλὰ κάνει τὸν ἄλλο καὶ πικραίνεται. Ἕνα ψεματάκι ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ λέμε καθη­μερι­νῶς καὶ τὰ θεωροῦμε ἁλατοπίπερο τῆς ζωῆς. Μιὰ χειρονομία ποὺ κάνουμε, ἀθῴα δῆθεν, ποὺ δίνει ὅμως ἀφορμὴ στὸν ἄλλο νὰ σκανδα­λι­σθῇ. Ἕ­νας τρόπος συμπεριφορᾶς ἀνάρμοστος, ἕνας λόγος ἄπρεπος. Ἀκόμα περισσότερο, μιὰ σκέψι ποὺ περνά­ει ἀνεξέλεγκτα ἀπ᾽ τὸ μυαλό μας· σκέ­ψι ὑ­περήφανη, σκέψι κακίας, σκέψι κατακρί­σε­ως, σκέψι ζήλειας, σκέψι πονηρή, σκέψι ἀπιστίας, σκέψι ἀπελπισίας…. Ἀπ᾽ τοὺς λογισμοὺς ἀρ­χίζει τὸ κακό. Γι᾽ αὐτὸ τέτοιοι λογισμοὶ – τέτοιες σκέψεις εἶ­νε ἁμαρτία. Στὸν κῆπο δὲν ἀ­φήνουμε νὰ μπῇ ἡ ὄρνιθα τῆς γειτονιᾶς, μὴ μᾶς κάνῃ ζημιά· ἀ­φήνουμε ὅμως τὰ ὄρνεα τῶν κακῶν σκέψεων μέσα στὸ μυαλό μας νὰ ῥημάζουν ἀδιάκοπα τὰ λουλούδια τοῦ Θεοῦ.

Ὅλα αὐτὰ θεωροῦνται μικρά. Εἶνε ὅμως ἁ­μαρτήματα, ἀφοῦ τ᾽ ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Ἀνοῖξτε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Ἐ­πὶ τοῦ ὄ­ρους ὁμιλία (Ματθ. κεφ. 5ο κ.ἑ.). Λέει ἐκεῖ ὁ Χριστός, ὅτι ἔνοχος δὲν εἶνε μόνο αὐ­τὸς ποὺ διαπράττει φόνο ἀλλὰ κι αὐτὸς ποὺ ὀργίζεται ἀδίκως κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ του· ὄχι μόνο ὅποιος διαπράττει μοιχεία ἀλλὰ καὶ ὅ­ποιος ῥίχνει βλέμμα ἁμαρτωλὸ καὶ ἐπιθυμεῖ τὴν ξένη γυναῖκα· ὄχι μόνο ὅποιος καταπατεῖ τὸν ὅρκο του ἀλλὰ κι αὐτὸς ποὺ ὁρκίζεται ἔστω καὶ ἀ­ληθινά· ὄχι μόνο ὅποιος ἐκδικεῖται τὸν ἐχθρό του ἀλλὰ καὶ ὅποιος δὲν τὸν ἀγα­πᾷ καὶ δὲν τὸν συγχωρεῖ. Μᾶς λέει δηλαδὴ ὁ Κύριος, ὅτι ὁ Χριστιανός, πρὶν περάσῃ τὸ κατώ­φλι τῆς ἐκ­κλησίας πρέπει ν᾽ ἀ­φήνῃ ἔξω τὸ μῖσος, νὰ ἔχῃ συγχώρησι, ἀγάπη, καρδιὰ πλατειὰ σὰν τὴ θάλασσα καὶ σὰν τὸν οὐρανό· διαφορετικά, χίλια κεριὰ ν᾽ ἀνάβῃ, δὲν δικαιώνεται.

Αὐτὰ λοιπὸν τὰ «μικρὰ» τ᾽ ἀπαγορεύ­­ει ὁ Κύρι­ος. Καὶ πόσο δίκιο ἔχει! Διότι εἶνε γε­γονὸς ὅτι ἀπὸ τὰ μικρὰ ἀρχίζουν τὰ μεγάλα. Ἀναφέρω δύο παραδείγματα καὶ μερικὲς εἰκόνες.

⃝ Ἔχετε ἀκούσει γιὰ τὸν βασιλέα Δαυΐδ. Ἦ­ταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μὲ εὐγενῆ αἰσθήματα καὶ ἔγραψε τὰ ἀθάνατα τραγούδια τοὺς Ψαλμούς. Καὶ ὅμως ἔπεσε σὲ δύο μεγάλα ἁ­μαρτήματα, φόνο καὶ μοιχεία, γιὰ τὰ ὁποῖα μετανόησε. Πῶς ἔγιναν αὐτὰ τὰ ἁμαρτήματα; Ἀ­φορμὴ ἦταν ἕνα βλέμμα· ἀπὸ αὐτὸ ἄναψε ὅ­λη αὐτὴ ἡ πυρκαϊὰ ποὺ τὸν ἔκαψε. Ἀπὸ τὴν ταράτσα τοῦ ἀνακτόρου του εἶδε γυμνὴ μιὰ γυ­ναῖκα ποὺ ἔκανε τὸ λουτρό της, κ᾽ ἐκεῖνο τὸ βλέμμα ἄναψε τὴ φωτιά. Τὴν ἐπιθύμησε, σχεδί­ασε τὸ φόνο τοῦ συζύγου της, κ᾽ ἔτσι τὴν πῆρε.

Ὦ σεῖς γυναῖκες ποὺ σᾶς παρασύρει τὸ ῥεῦ­μα τῆς μόδας, ἂν σκεπτόσασταν τί κακὸ κάνε­τε στὸν ἑαυτό σας καὶ στοὺς ἄλλους ποὺ τοὺς σκαν­δαλίζετε! Ἐσὺ ποὺ βγαίνεις γυμνὴ στὸ δρόμο, προ­τιμότερο νὰ ἔπαιρνες ἕνα μαγκάλι κάρβουνα ἀναμμένα καὶ νὰ τὰ πετᾷς δεξιὰ κι ἀριστερά, νὰ καοῦν δέντρα καὶ σπίτια, παρὰ αὐτὸ ποὺ κάνεις. Μὲ τὴ γύμνια ἀνάβεις φωτιές, προκαλεῖς ἀνθρώπους ν᾽ ἁμαρτάνουν.

⃝ Ἕνα ἄλλο παράδειγμα, ποὺ πρέπει νὰ μᾶς φοβίζῃ, εἶνε ὁ Ἰούδας. Ἀγάπησε καὶ ἀκολούθησε τὸ Χριστό, ἔγινε ἀπόστολος, καὶ θὰ ἦ­ταν μέχρι σήμερα στὴ θέσι αὐτή. Δὲν πρόσεξε ὅμως τὰ «μικρά». Ἄρχισε νὰ παίρνῃ ἀπὸ τὸ κοινὸ ταμεῖο κάτι μικροποσά, γλυκάθηκε ἔτσι στὴν κλοπή, καὶ σιγὰ – σιγὰ ἡ ψυχή του πιάστη­κε στὸ δίχτυ τῆς φιλαργυρίας. Καὶ γιὰ νὰ κερδί­σῃ χρυσό, ἐπώλησε τὸν Χριστό. Ἄρχισε ἀ­πὸ τὰ μικρά, γιὰ νὰ φτάσῃ στὸ τεράστιο ἁμάρτημα ποὺ λέγεται προδοσία τοῦ Χριστοῦ.

Γι᾽ αὐτὸ κ᾽ ἐμεῖς ἂς προσέξουμε πολύ. Τώρα τὸ καλοκαίρι φτάνει μιὰ σπίθα, ἕνα τσιγάρο, γιὰ νὰ καῇ ὁλόκληρο δάσος. Δὲν εἶ­νε πο­λὺς καιρὸς ποὺ κάποιο ἀεροπλάνο στὴν Ἀμερικὴ ἔπεσε καὶ σκοτώθηκαν δεκάδες ἄν­θρωποι· καὶ ἡ ἑταιρεία ἐρεύνησε καὶ βρῆκε, ὅτι τὸ δυστύχημα προῆλθε – ἀπὸ ποῦ; ἀπὸ μιὰ μικρὴ βίδα ποὺ ἦταν χαλασμένη. Ἀπὸ ἕνα τσιγάρο καίγεται ἕνα δάσος, ἀπὸ μιὰ βίδα καταστρέφεται ὁλόκληρο ἀεροπλάνο, κι ἀπὸ ἕνα σάπιο σανίδι μπορεῖ νὰ πνιγῇ ἕνα ὁλόκληρο καράβι. Ἀλλὰ καὶ στὴν ὑγεία μας πολλὲς φο­ρὲς ἕνα σπυράκι, ἂν δὲν τὸ προσέ­ξῃς, ἐξελίσσεται σὲ καρκίνο καὶ πεθαίνεις.

Νά πῶς ἀπὸ τὰ μικρὰ φτάνουμε στὰ μεγάλα. Ἔτσι εἶνε καὶ μέσα στὸ Εὐ­αγγέλιο οἱ «μικρὲς» ἐντολὲς ποὺ τὶς περιφρονοῦμε. Ἕνα βλέμμα, μιὰ χειρονομία, μία ἄτακτη σκέψι κ.λπ., εἶνε σὰν τὸ σπόρο. Ἀπὸ ἕνα μικρὸ σπόρο βγαίνει ἕνα πλατάνι· κι ἀπὸ μιὰ κακὴ σκέψι μπορεῖ νὰ προέλθουν τὰ μεγαλύτερα ἐγκλήματα.

* * *

Ἂς πάρουμε, ἀγαπητοί μου, κόσκινο καὶ νὰ κοσκινίσουμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ πονηρὲς σκέψεις, τὶς αἰσθήσεις μας ἀ­πὸ ἀκάθαρτα μηνύματα, τὴ φαντασία μας ἀπὸ βλαβερὲς εἰκόνες, τὴν καρδιά μας ἀπὸ αἰσχρὲς ἐπιθυμίες, τὴ γλῶσσα μας ἀπὸ φαρμακερὲς λέξεις. 

Ἂς προσέχουμε ὄχι μόνο τὶς μεγάλες ἐν­τολὲς ἀλ­λὰ καὶ αὐτὲς ποὺ θεωροῦνται μικρές. Ἂς προσέχουμε τὴ ζωή μας σὲ ὅλα.

Νὰ προσπαθήσουμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς ἁ­γίους μας, καὶ σήμερα τοὺς ἁγίους πατέρας ποὺ ἑορτάζουμε. Αὐτοὶ ἐφήρμοσαν ὅλο τὸν ἠ­θικὸ νόμο, τὶς μεγάλες καὶ τὶς «μικρὲς» ἐντολές. Τήρησαν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μέχρι θανάτου. Τὸ μαχαίρι τοὺς ἔβαλαν στὸ λαιμό, καὶ δὲν ἀρνήθηκαν τὸ Χριστό. Μπροστά μας εἶνε τὰ παραδείγματά τους. Ἂς τοὺς ἀκολουθήσουμε. Ἂς πῇ ὁ καθένας μας· Προτιμότερο νὰ πεθάνω, παρὰ νὰ παραβῶ μία ὁποιαδήποτε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, εἴτε μικρὴ εἴτε μεγάλη.

Κι ὅταν ὁ Θεὸς μᾶς δώσῃ ἱερὸ ἐνθουσιασμὸ νὰ τηροῦμε ὅλες τὶς ἐντολές του, τότε θὰ γίνουμε ἄξιοι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρα­νῶν, δι᾽ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων, τῶν ὁποίων τὴ μνήμη ἐπιτελοῦμε σήμερα· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγ. Γεωργίου Ν. Ψυχικοῦ – Ἀθῆναι 15-7-1962