Σελίδες

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2012

Ο Ύμνος των Αγγέλων. Κυριακή προ της Γεννήσεως του Χριστού!

ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ, ἀγαπητοί μου, ἡ μεγάλη ἑορτή, τὰ Χριστούγεννα. Ἂς προετοιμαστοῦμε.
Πῶς θὰ προετοιμαστοῦμε; 
«Πᾶσαν τὴν βιωτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν»(θ. Λειτ., χερουβ.). Νὰ ἐλαφρώσουμε τὴ σκέψι μας ἀπὸ κάθε τι μάταιο, κάθε τι ἐπίγειο, κάθε γήινον ἔρωτα. Ἂς παρακαλέσουμε τὸ Θεὸ νὰ ὑψωθοῦμε πάνω ἀπὸ τὸν κόσμο, ν᾽ ἀπογειωθοῦμε. Ἂς ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς ἐκεῖνο ποὺ εἶπαν οἱ βοσκοὶ τὴ νύχτα τῆς Γεννήσεως·«Διέλθωμεν ἕως Βηθλεέμ…»(Λουκ.2,15). Τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες ἂς πᾶμε κ᾽ ἐμεῖς νοερῶς στὴ Βηθλεέμ νὰ δοῦμε τὸ θαῦμα·
τὸ σπήλαιο, τὸ Θεῖο Βρέφος, τὴν Παρθένο Μαρία τὸν ἅγιο Ἰωσήφ, τὰ ἄκακα ζῷα, τὸ λαμπρὸ ἀστέρι, τοὺς βοσκούς, τοὺς μάγους, καὶ ―σὰν μαύρη σκιὰ μέσα στὴν ὡραία αὐτὴ εἰκόνα― τὸν Ἡρῴδη ν᾽ ἀκονίζῃ τὴ μάχαιρά του.

Ἀφήνοντας ὅμως ὅλα τὰ ἄλλα ἂς ἀνοίξουμε τ᾽ αὐτιά μας ν᾽ ἀκούσουμε ἕνα τραγούδι , ποὺ δὲν τὸ ἔφτειαξε ποιητὴς τῆς γῆς, ἀλλὰ τὸ συνέθεσε καὶ τὸ μελῴδησε ἡ ὀρχήστρα τοῦ οὐρανοῦ. Συγκινεῖ ὅλους. Τὸ ἄκουσαν ὄχι «γενεαὶ δεκατέσσαρες», ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο (Ματθ. 11,17), ἀλλὰ κάθε γενεά.
Ὅταν ὁ ἄγγελος εἶπε στοὺς ποιμένες «Ἰδού εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, …ὅτι ἐ τέχθη ὑμῖν σήμερον σωτήρ»,ἀμέσως ἀναρίθμητη στρατιὰ ἀγγέλων σχημάτισαν κλίμακα, ποὺ τὸ ἕνα ἄκρο της ἄγγιζε τὴ γῆ καὶ τὸ ἄλλο τοὺς γαλαξίες, καὶ ἔψαλλαν·«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Τὸ Θεῖο Βρέφος δηλαδὴ εἶνε δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶνε εἰρήνη ἐπὶ τῆς γῆς, εἶνε «εὐδοκία ἐν ἀνθρώποις» .Ἂς κάνουμε μερικὲς ἁπλὲς σκέψεις ἐπάνω στὸν ἀγγελικὸ αὐτὸν ὕμνο, ποὺ θ᾽ ἀκούσουμε τὴ νύχτα τῆς Γεννήσεως.

Εἶνε δόξα τοῦ Θεοῦ τὸ Θεῖο Βρέφος. 
Πῶς; 
Πρὸ Χριστοῦ, πλὴν ἑνὸς μικροῦ λαοῦ, τοῦ Ἰσραὴλ ποὺ εἶχε γνῶσι τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὅλη ἡ ὑπόλοιπη γῆ ἦταν βυθισμένη στὴν ἄγνοια τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Τὰ πάντα ἐλατρεύοντο ὡς θεοὶ πλὴν αὐτοῦ. Θεὸς τὰ ἄστρα, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη· θεὸς ἡ θάλασσα, τὰ ζῷα, τὰ δέντρα, οἱ πέτρες· καὶ γάτες, καὶ σκυλιά, καὶ φίδια καὶ κροκόδειλοι, τὰ πάντα. 
Ὦ Χριστέ, ἀπὸ ποιό σκότος μᾶς ἔβγαλες! Ὅσοι διαβάζετε τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο θὰ προσέξατε τὸ στοιχεῖο λάμδα· 
«Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης, Σωτήρ, μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν, οἱ τούτων δὲ ῥυσθέν τες ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον· …Χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὸν δόλον ἐλέγξασα…» (Ἀκάθ. ὕμν. Λ). Μὲ τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ, καθὼς πῆγε ὡς βρέφος στὴν Αἴγυπτο, γκρεμίστηκαν τὰ εἴδωλα.
Μᾶς δίδαξε λοιπὸν τὸ Θεῖο Βρέφος, ὅτι ὑπάρχει ἕνας Θεὸς ὃν ὑμνεῖ πᾶσα ἡ κτίσις , ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε «οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος» (Ψαλμ. 102,8), καὶ μᾶς ἔμαθε ν᾽ ἀπευθύνουμε πρὸς αὐτὸν τὸ «Πάτερ ἡμῶν» (Ματθ. 6,9) , διότι δὲν εἶνε μόνο δημιουργὸς τοῦ κόσμου ἀλλὰ καὶ πατέρας ποὺ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ πλάσματά του, Θεὸς φιλόστοργος, ποὺ ἄνευ τῆς θελήσεώς του οὔτε ἕνα φύλλο δὲν πέφτει ἀπὸ τὸ δέντρο κάτω στὴ γῆ οὔτε ἕνας σπουργίτης δὲν πέφτει νεκρός. 
Μᾶς δίδαξε ἀκόμα τὸ ὑψηλότερο ἐκεῖνο δίδαγμα, ἐπάνω στὸ ὁποῖο στηρίζεται ἡ πιὸ πνευματικὴ θρησκεία τοῦ κόσμου, ὅτι «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν»(Ἰω. 4,24). Καὶ ὄχι ἁπλῶς δίδαξε, ἀλλὰ ὑπῆρξε ὁ ἴδιος, ὅπως λέει ὁ θεῖος Παῦλος, τὸ «ἀπαύγασμα τῆς δόξης» τοῦ Πατρός (Ἑβρ. 1,3 καὶ θ. Λειτ.Μ. Βασ.), ἡ «εἰκὼν τοῦ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 4,4. Κολ. 1,15),«Φῶς ἐκ Φωτός»,«Θεὸς ἀληθινός»(Α΄ Ἰω. 5,20. Σύμβ. πίστ. 2).

Τὸ Θεῖο Βρέφος ὑπῆρξε ἀκόμη ἡ εἰρήνη ἐπὶ τῆς γῆς . Ἐδῶ ὅμως ἀκούω διαφωνίες· Εἰρήνη ἐπὶ τῆς γῆς; μὰ ἐδῶ ἡ γῆ σείεται διαρκῶς ἀπὸ πολέμους καὶ «ἀκοὰς πολέμων» (Ματθ24,6. Μᾶρκ. 13,7) · πῶς λοιπὸν ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ εἰρήνη

ἐπὶ τῆς γῆς;… 
Ναί, εἶνε ἡ εἰρήνη· ὄχι όμως γιὰ τοὺς ἀπίστους καὶ τοὺς ἀθέους· εἶνε εἰρήνη γι᾽ αὐτοὺς ποὺ τὸν πιστεύουν καὶ πειθαρχοῦν στὶς ἐντολές του. «Εἰρήνη πολλὴ τοῖς ἀγαπῶσι τὸν νόμον σου» (Ψαλμ. 118,165). Ποιά εἶνε αὐτὴ ἡ εἰρήνη ποὺ ἔφερε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο; 
Εἶνε ἡ ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ μπορεῖ κάθε ἄνθρωπος νὰ τὴν ἀπολαύσῃ. Ὅλοι, ἔστω κι ἂν κολυμποῦν στὸ χρυσάφι κι ἂν κατοικοῦν σὲ ἀνάκτορα κι ἂν εἶνε κορυφαῖοι ἐπιστήμονες, μέσα τους νιώθουν ἀγωνία· στὴν καρδιά τους ὑπάρχει μία ἐνοχή, ἕνας ἔλεγχος γιὰ τὰ ἁμαρτήματά τους. Ὅλοι ἀκοῦμε τὴ φωνὴ ἑνὸς ἀοράτου εἰσαγγελέως ποὺ μᾶς λέει· Ἁμάρτησες, εἶσαι ἔνοχος! Ὁ ἄνθρωπος λοιπὸν ζητεῖ συγχώρησι. Ποιός θὰ μᾶς δώσῃ τὴ συγχώρησι; ἄνθρωπος, ἄγγελος, ἀρχάγγελος; Ἕνας μόνο·ἐκεῖνος ποὺ «ἔχει ἐξουσίαν ἀφιέναι ἁμαρτίας»(Ματθ. 9,6. Μᾶρκ. 2,10. Λουκ. 5,24), καὶ αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος.
Σὲ κάποιο ἀρχαῖο βιβλίο λέει, ὅτι κάποιος ποὺ ἁμάρτησε πολύ, γιὰ νὰ βρῇ συγχώρησι, πῆγε μέσα σὲ μιὰ σπηλιὰ καὶ ἀσκήτευε. Μιὰ νύχτα ὁ διάβολος, γιὰ νὰ τὸν ἀπελπίσῃ, παρουσίασε μπροστά του ἕνα ὀγκῶδες βιβλίο. 
–Ἐδῶ, τοῦ λέει, εἶνε γραμμένα τὰ ἁμαρτήματά σου… Ἄνοιξε ὁ ἀσκητὴς τὸ βιβλίο, τὸ ξεφύλλισε, καὶ σὲ κάθε σελίδα δάκρυα ἔτρεχαν ἀπὸ τὰ μάτια του. 
–Ναὶ τὸ ἔκανα, …ναὶ τὸ ἔκανα, …ναὶ τὸ ἔκανα… Στὸ τέλος ὅμως λέει στὸν διάβολο· 
–Δὲν τὰ ἔγραψες ὅλα· οὔτε τὸ ἓν δέκατον δὲν ἔγραψες (γιατὶ ὁ διάβολος μόνο τὰ ἐξωτερικὰ βλέπει· τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς, τὸν ἀόρατο ἐσωτερικὸ κόσμο, δὲν μπορεῖ νὰ τὸν δῇ· καρδιογνώστης εἶνε μόνο ὁΘεός). 
―Λοιπόν, τοῦ λέει ὁ διάβολος, δὲν ἀπελπίζεσαι; Τότε ἐκεῖνος ὕψωσε τὸ βλέμμα στὸν Ἐσταυρωμένο, ποὺ εἶχε ἐκεῖ στὴ σπηλιά, καὶ εἶπε· 
–Χριστέ, σ᾽ εὐχαριστῶ· τὸ αἷμα σου σβήνει τὶς ἁμαρτίες μου. Καὶ ὁ διάβολος ἔφυγε κατῃσχυμμένος. Κοντὰ στὸ Χριστὸ βρίσκουν εἰρήνη καὶ οἱ πιὸ μεγάλοι ἁμαρτωλοί ·λῃσταί, τελῶνες, πόρνες, ἐγκληματίες….

Τὸ Θεῖο Βρέφος λοιπὸν εἶνε δόξα γιὰ τὸ Θεό, καὶ εἰρήνη γιὰ τὴ γῆ. Καὶ ἀποτέλεσμα τῆς εἰρήνης εἶνε ἡ «ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».
Τί θὰ πῇ «εὐδοκία»; 
Ἕνας μεγάλος ῾Ρῶσος λογοτέχνης, ποὺ ζοῦσε ζωὴ ἀθεΐας καὶ ἀπιστίας καὶ δοκίμασε τὰ πάντα στὸν κόσμο αὐτόν, λέει· 
Μιὰ φορὰ αἰσθάνθηκα γαλήνη στὴν καρδιά μου· ὅταν, ἁμαρτωλὸς ἐγώ, ἄνθρωπος τῶν βιβλίων καὶ τῆς φιλοσοφίας, τῶν σαλονιῶν καὶ τῶν διασκεδάσεων, βουτηγμένος μέσ᾽ στὰ ἁμαρτήματα τῆς Πετρουπόλεως καὶ τῆς Μόσχας, πῆγα σὲ κάποιο ῾Ρῶσο ἀσκητὴ ἱερομόναχο, γονάτισα μπροστά του καὶ εἶπα τ᾽ ἁμαρτήματά μου μὲ δάκρυα. Ὅταν στὸ τέλος ἅπλωσε πάνω μου τὸ πετραχήλι καὶ μοῦ εἶπε «Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι» , τότε παράδεισος ἄνθισε μέσα στὴν καρδιά μου. «Εὐδοκία ἐν ἀνθρώποις» . Ὦ σεῖς ποὺ, ὅποιος κι ἂν εἶσαι, γυναίκα ἢ ἄντρας,ποὺ ἔχεις δέκα καὶ εἴκοσι καὶ τριάντα χρόνια ἀνεξομολόγητος, πῶς θὰ κάνῃς Χριστούγεννα; 
Ἂν θέλῃς νὰ αἰσθανθῇς εὐδοκία, τὴ χαρὰ τοῦ οὐρανοῦ, νὰ λάβῃς τὴν πληροφορία ὅτι μέσα σου γεννιέται ἕνας καινούργιος κόσμος, τρέξε σ᾽ ἕνα πνευματικὸ πατέρα , ἄνοιξε τὰ φυλλοκάρδια σου, πὲς τ᾽ ἁμαρτήματά σου, καὶ τότε φῶς καὶ εὐωδία θὰ χυθῇ στὴν καρδιά σου. 
Δὲν εἶνε παραμύθι, εἶνε μία πραγματικότης. Καὶ τὰ ἄστρα καὶ ὁ οὐρανὸς θὰ παρέλθουν, ἀλλὰ τὸ ἄστρο τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ θὰ φωτίζῃ αἰωνίως τὸν κόσμο.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί· ὁ ὕμνος «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀν θρώποις εὐδοκία» ἀκούγεται καὶ σήμερα. Ἀλλὰ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· ἁρμόζει στὰ δικά μας χείλη; στὰ χείλη ἱερέων, ἀρχιερέων, ἱεροκηρύκων, ψαλτῶν, ἀνδρῶν, γυναικῶν, παιδιῶν; εἴμαστε ἄξιοι νὰ τὸν λέμε; Πρέπει νὰ πλύνουμε τὴ γλῶσσα μας μὲ ῥοδόσταγμα γιὰ νὰ ἐπαναλάβουμε τὸ ἀγγελικὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις…» .Ἐρωτῶ· ὁ Χριστὸς ἦταν δόξα Θεοῦ, ἐμεῖς εἴμαστε δόξα Θεοῦ; ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου, ἐμεῖς ἔχουμε μέσα μας τὴν εἰρήνη, τὴν ἀγάπη, ὅλα τὰ εὐγενῆ αἰσθήματα ποὺ ἐξεπήγασαν ἀπὸ τὴ φάτνη του; ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ εὐδοκία καὶ ἡ χαρά, ἐμεῖς ἔχουμε αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ χαρὰ καὶ ἀγαλλίασι; Δὲν ἀρκεῖ νὰ λέμε ὅτι γεννήθηκε «Φῶς ἐκΦωτὸς» καὶ ἐκ «Μαρίας τῆς Παρθένου» . 
Τί ζητάει ἀπὸ μᾶς; 
Τὴν καρδιά μας! 
«Δός μου, παιδί μου, τὴν καρδιά σου» (Παρ. 23,26) . Τὴν καρδιά σου μὲ τὰ ἐλαττώματά της, μὲ τ᾽ ἁμαρτήματά της, μὲ τοὺς πόθους της, μὲ τὰ ὄνειρά της. Θέλει τὴν καρδιά σου. Τί νὰ τὴν κάνῃ; Νὰ τὴν κάνῃ φάτνη καὶ μέσα ἐκεῖ νὰ γεννηθῇ. Κι ὅταν γεννηθῇ ὁ Χριστὸς στὴν καρδιά μας μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, ὅταν κάθε καρδιὰ Χριστιανοῦ γίνῃ φάτνη, τότε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι μὲ χρυσᾶ φτερὰ θὰ κατεβοῦν κάτω στὴ γῆ καὶ θ᾽ ἀκούσουμε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ οἱ ἁμαρτωλοί·«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία»· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε
στὸν ἱ. ναὸ Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Μοσχάτου - Ἀθῆναι τὴν 18-12-1960.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14)