Σελίδες

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Περί υπακοής

ΘΑ τολμήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ λίγες λέξεις μὲ ἀφορμὴ τὸ εὐαγγέ­λιο. Διηγεῖ­ται ἕνα θαῦμα, ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

Ἦταν ἕνας ἑκατόνταρχος, ἀξιωματικὸς τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας (ὁ βαθμός του ἀν­τι­στοιχεῖ μὲ τὸ σημερινὸ βαθμὸ τοῦ λοχαγοῦ). Ὁ ἑκατόνταρχος εἶχε ἕνα δοῦλο ἄρ­­ρωστο. Ὁ  δοῦλος τότε δὲν ἐθεωρεῖτο ἄν­θρωπος μὲ δικαιώματα· ἐθεωρεῖτο ζῷο καὶ κά­τω τοῦ ζῴ­ου. Ἐθεωρεῖτο ἕνα ρές (res), ἕνα πρᾶ­γμα, ποὺ ὁ ἀ­φέντης του τὸ κάνει ὅ,τι θέλει· μποροῦσε καὶ νὰ τὸν σκοτώσῃ ἀκόμη, τέτοια σκληρότης ἐπι­κρατοῦσε. 
Ἐν τούτοις ὁ ἑκατόν­ταρχος αὐτός, μο­λονότι εἰ­δω­λολάτρης, ἦτο σπλαχνι­κός, εἶχε ἀγάπη. Ὅ­ταν ὁ ὑπηρέ­της του ἀῤῥώστη­σε, ἐν­διαφέρθηκε γι’ αὐτόν. Θὰ κάλεσε ἀ­σφα­­λῶς γιατρούς, θὰ τοῦ ἔδωσε φάρμακα. Ἀλλὰ ὁ ἀ­σθενὴς ἔμενε ἀθεράπευτος.

Τότε κατέφυγε στὸ μοναδικὸ ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ ζήτησε τὴ θεραπεία τοῦ δούλου. Ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· «Θὰ ἔρθω ἐγὼ στὸ σπίτι σου νὰ τὸν θεραπεύσω». Ὁ ἑκατόνταρχος ὅ­μως ἀπαντᾷ· «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξι­ος νὰ εἰσ­έλ­θῃς στὸ σπίτι μου· πὲς μόνο ἕνα λόγο, ἀπὸ μακριά, καὶ φτάνει». Ὁ Χριστὸς θαύμασε τὴν πί­στι του, ἔδωσε ἀπὸ μακριὰ διαταγή, κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ δοῦλος θεραπεύθηκε.

Αὐτὸ εἶνε τὸ εὐαγγέλιο. Ἀπὸ ὅλα ὅσα διδάσκει ἕνα μόνο θέλω νὰ πῶ στὴν ἀγάπη σας.

* * *

Ὁ ἑκατόνταρχος, γιὰ νὰ πείσῃ τὸ Χριστό, ἀ­­νέ­φερε τὸ δικό του παράδειγμα. «Ἐγώ», εἶ­πε, «ἔχω ὑπὸ τὴν ἐξ­ουσία μου στρατιῶτες· καὶ λέω στὸν ἕνα, ἔλα, καὶ ἔρχεται· λέω στὸν ἄλ­λο, πήγαινε ἐκεῖ, καὶ πηγαίνει· λέω καὶ στὸ δοῦλο μου, κάνε αὐτό, καὶ τὸ κάνει». Ὑπάρ­χει ἐξου­σία λοιπόν, δὲν μποροῦμε νὰ τὸ ἀρ­νηθοῦμε· δὲν κυβερνᾶται ὁ κό­σμος χωρὶς ἐξουσία. Καὶ οἱ ἐξουσίες εἶνε πολλὲς καὶ ποικίλες. Δὲν ἐξ­ετάζω, ἐὰν καὶ κατὰ πόσον ἀ­σκοῦν τὸ ἔργο τους νομίμως καὶ κανονικῶς· θέλω μόνο νὰ το­νίσω, ὅτι οἱ ἐξουσίες τῆς γῆς εἶνε μικρές. 
Ἡ ἐξουσία λ.χ. ἑνὸς στρατηγοῦ, ἑνὸς ναυ­άρ­χου, ἑνὸς ἀρχηγοῦ κόμματος, ἑνὸς πρω­θυπουργοῦ, ἑνὸς προέδρου δημοκρατί­ας, ἑνὸς βασιλέως, ἔχει κάποιο τέλος. Αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους. Καὶ Μέγας Ἀλέξανδρος καὶ Ναπολέων καὶ μονοκράτωρ νὰ εἶσαι, καὶ ὑπερ­δύναμις νὰ γίνῃς ὅπως λένε τώρα, ἡ ἐξουσία αὐτὴ εἶ­νε σκιὰ ἐξουσίας, μπροστὰ στὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἑκατὸ χρόνια, σᾶς ἐ­ρω­τῶ, ποιός θὰ τοὺς θυμᾶται αὐτούς; Κανείς. Θὰ ψά­χνουν σὲ λεξικὰ νὰ βροῦν τ’ ὄνομά τους.

Λέει λοιπὸν ὁ ἑκατόνταρχος· «Ἐὰν ἐγὼ ἐ­ξουσιάζω τοὺς στρατιῶτες κι αὐτοὶ πειθαρχοῦν στὶς διαταγές μου κ’ εἶ­νε ἕτοιμοι νὰ ῥιχτοῦν καὶ σὲ μάχες, πολὺ περισσότερο ἐσύ, Κύριε, ποὺ δὲν ἔχεις μιὰ μικρὰ ἐξουσία, ἀλλὰ ἡ ἐξουσία σου εἶνε ἀπέραντη, μπορεῖς νὰ δι­ατάζῃς καὶ νὰ ἐκτελοῦνται τὰ πάντα». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὁ ἑκατόνταρχος πί­στευε, ὅτι κάτω ἀπὸ τὸ ταπεινὸ σχῆμα τοῦ ᾿Ιη­σοῦ τοῦ Ναζωραίου κρύβεται ἡ Θεότης, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παντοδύναμος Θεὸς ποὺ δημιούργησε καὶ κυβερνᾷ τὸ σύμπαν. Πῶς τὸ κυβερνᾷ; Μὲ τὴ θεία πρόνοιά του, μὲ τὶς δυ­νάμεις καὶ τοὺς φυσικοὺς νόμους ποὺ ἔθεσε.

Ἕνας λ.χ. θεμελιώδης φυσικὸς νόμος εἶνε ἡ παγκόσμιος ἕλξις. Ὅλα τὰ οὐράνια σώματα, τὰ δισεκατομμύρια ἄστρα ποὺ ζυγίζουν τόν­νους ἀμέτρητους, στέκονται στὸν ἀέρα! Πῶς; Εἶνε δεμένα μεταξύ τους μὲ μία ἀ­όρατη «κλωστή», ποὺ ἡ ἐπιστήμη τὴν ὠνόμασε ἕλξι· τραβάει, δηλαδή, τὸ ἕνα τὸ ἄλλο. Ἀλλ’ ἐὰν ρω­τήσης καὶ τὸν ἐπιστήμονα καθηγητὴ τί εἶνε ἕλξις, δὲν ξέρει νὰ σοῦ πῇ. 
Ἡ ἐπιστήμη περιγράφει, δὲν ἐξηγεῖ. Τὰ βαθύτερα αἴτια παρα­μέ­νουν ἀσύλληπτα, ἀκατάληπτα, ἀπερινόητα. Καὶ μόνο αὐτό; Τὰ δισεκατομμύρια ἄστρα δὲν αἰωροῦνται ἁπλῶς στὸ διάστημα· κινοῦνται μὲ ἀκρίβεια καὶ μὲ ταχύτητα ἀστραπιαία. Καὶ ὅμως δὲν συγκρούονται. Σκεφθῆτε· στὴν Ἑλλάδα κινοῦνται πάνω στοὺς δρόμους μερικὲς χιλιάδες αὐτοκίνητα, καὶ κάθε μέρα ἔ­χουμε ἀτυχήματα καὶ δυστυχήματα, παρὰ τὰ μέτρα καὶ τοὺς τροχονόμους· αὐτὰ τὰ ἄ­στρα, πού ᾿νε δισεκατομμύρια ὀγκώδη «ὀχήματα» καὶ τρέχουν αἰωρούμενα στὸ διάστημα, ἐ­ρωτῶ, ποιός τροχονόμος ῥυθμίζει τὴν κίνησί τους καὶ δὲν συμβαίνει καμμία σύγκρουσις;

Ὅλα τὰ κυβερνᾷ ἡ ἄπειρος δύναμις ποὺ λέγεται Θεός. «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡ­μῶν;…» (Ψαλμ. 76,14). Σὲ μιὰ ὡραία εὐχὴ τῶν Θεοφανείων ὁ Σωφρόνιος πατριάρχης ᾿Ιεροσο­λύμων ἀναφωνεῖ· «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυ­μαστὰ τὰ ἔργα σου καὶ οὐδείς λόγος ἐξαρκέ­σει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου… Σὲ ὑ­μνεῖ ἥ­λιος, σὲ δοξάζει σελήνη, σοὶ ἐντυγχά­νει τὰ ἄ­στρα, σοὶ ὑπακούει τὸ φῶς, σὲ φρίτ­τουσιν ἄ­βυσσοι…». Ὑπακούουν τὰ ἄστρα, τὰ δέντρα, τὰ φυτά, τὰ ζῷα…· ὅλα ὑπακούουν στὸ Θεό. Καὶ χάρι στὴν ὑπακοὴ ζοῦν καὶ συντηροῦνται. 
Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ὑπακοῆς εἶνε ἡ ἁρμονία. Ὅλα στὴ θέσι τους, ὅλα ὑπακούουν· αὐτὸ τὸ νόημα ἔχει ὁ λόγος τοῦ ἑκατοντάρχου, ὅτι Ἐ­γὼ διατάζω τοὺς στρατιῶτες, ἐσὺ διατάζεις τὶς φυσικὲς δυνάμεις, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο· στὰ χέρια σου εἶνε τὰ πάντα, «μόνον εἰπὲ λό­γῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. 8,8).

Ἐὰν γιὰ τὰ ὑλικὰ ὄντα ὁ Θεὸς ἔθεσε φυσικοὺς νόμους, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἔθεσε καὶ κάποιους ἄλλους νόμους. Οἱ νόμοι αὐτοὶ δὲν εἶνε πλέον φυσικοί· εἶνε νόμοι ἠθικοί. Ἂν ὁ φυ­σικὸς νόμος ἔχῃ ἀξία, πολὺ μεγαλυτέρα ἀ­ξία ἔχει ὁ ἠθικὸς νόμος, ἡ φωνὴ τῆς συνειδή­σεως, ποὺ ἐφύτευσε ὁ Δημιουργὸς μέσα στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καὶ τῶν ἀγρίων. Ἕνας φιλόσοφος εἶπε· «Δύο πρά­γματα μὲ κάνουν νὰ πιστεύω στὸ Θεό· τὸ ἕ­να εἶ­νε ὁ οὐρανὸς μὲ τ’ ἀστέρια του καὶ τὸ ἄλ­λο ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως». Ποιός τὴν φύτευσε μέσα μας; 
Ὁ ἴδιος ἐκεῖνος ποὺ ἔστησε καὶ τὰ ἄστρα στὸν οὐρανό. Καὶ πρέπει νὰ ὑπακούουμε σ’ αὐτὴν ὅπως ὅλα τὰ ὄντα ὑπακού­ουν στοὺς φυσικοὺς νόμους. Ἂν ὑπακούουμε, θὰ ὑπάρχῃ ἁρμονία καὶ στὴ ζωή μας. Ἄλ­λωστε οἱ ἠθικοὶ νόμοι εἶνε αἰώνιοι. Τὰ ἄστρα καὶ ὁ ἥλιος κάποτε θὰ σβήσουν (αὐτὸ λέει καὶ ἡ ἐπιστήμη), ἀλλ᾿ ὁ θεῖος νόμος θὰ μείνῃ αἰωνίως ἀκατάλυτος. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Ὁ οὐ­ρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35).

Ἀλλ’ ἐνῷ τὰ σύμπαντα ὑπακούουν, ὁ ἄν­θρωπος γίνεται ὁ μόνος ἀντάρτης καὶ λέει στὸ Θεό· Δὲν ὑπακούω! Ὅταν ὅμως λείψῃ ἡ ὑπακοὴ στὸ Θεό, τότε ἔρχεται ἡ συμφορά. Δι­ό­τι ἡ ὑπακοὴ εἶνε ἀναγκαία παντοῦ. Ὄχι στὸν τομέα τῆς θρησκείας μόνο· σὲ κάθε τομέα, ἅ­μα ἀφαιρέσῃς τὴν ὑπακοή, δὲν μένει τίποτε. Στὸ ἀντρόγυνο, στὴν οἰκογένεια, στὸ σχολεῖο, στὸ στρατό, παντοῦ ζητεῖται ὑπακοή.

* * *

Ἡ ὑπακοὴ βέβαια στοὺς ἄλλους τομεῖς εἶ­νε, ἀγαπητοί μου, σχετική, ὄχι ἀπόλυτος. Θὰ ὑ­πα­κούῃ ἡ γυναίκα στὸν ἄντρα, τὰ παιδιὰ στὸν πα­­τέρα, οἱ μαθηταὶ στὸ δάσκαλο, οἱ στρατιῶ­ται στὸν ἀξιωματικό, οἱ πολῖται στοὺς ἄρχον­τας· διαφορετικά, πέφτουμε στὴν ἀναρχία. Θὰ ὑπακούουμε σ’ αὐτούς, ἀλλ᾿ ὑπὸ ἕνα ὅ­ρον· νὰ μὴν πᾶνε κι αὐτοὶ κόντρα μὲ τὸν ἠθι­κὸ νό­μο. Ἐὰν διατάξουν κάτι ἀντίθετο μὲ τὸ Εὐαγγέ­λιο, τότε δὲν θὰ ὑπακούσουμε. Διότι «πειθαρ­χεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις» (Πράξ. 5,29). Τὸ ἴδιο λέει καὶ ὁ Σοφοκλῆς στὴν «Ἀντιγόνη».
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι δυστυχῶς δὲν ὑπακούουν στὸ Θεό. Ποῦ ὑπακούουν; Λέει ἕνας σοφός· Ὅποιος δὲν ὑπακούει στὸ Θεό, θὰ ὑπακούσῃ στὸν διάβολο. Καὶ σήμερα ὑπακού­ουν στὰ ὄργανα τοῦ διαβόλου, σὲ παγκόσμιο κλίμακα. Καὶ αὔριο θὰ ὑπακούσουν στὸν ἀντί­χριστο, ποὺ ἔρχεται.

Ἀλλὰ θέλω νὰ πιστεύω ὅτι, ἂν ἄλλοι ὑπο­κύψουν στὸν ἀντίχριστο καὶ δηλώσουν ὑποταγὴ σ’ αὐτόν, ἡ πατρίδα μας θὰ πῇ «ὄχι» καὶ θὰ μείνῃ ἀκρόπολις τῆς Ὀρθοδοξίας. Πολλὰ «ὄχι» εἶπε ἡ Ἑλλάς· αὐτὸ θὰ εἶνε τὸ «ὄχι» μὲ τὴν πιὸ μεγάλη ἀξία. Ὅταν δοῦμε ὅτι μᾶς ζητοῦν πράγματα ἀντίθετα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο —ὅποιοι κι ἂν εἶνε αὐτοί—, τότε ἐμεῖς δὲν θὰ ὑ­πακούσουμε πλέον· θ’ ἀντιταχθοῦμε μέχρι ἐσχάτων, γιὰ νὰ κρατήσουμε τὴν ᾿Ορθοδοξία μας, ποὺ εἶνε τὸ φῶς καὶ ἡ ζωή. Τὸ ἔθνος μας δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ χωρὶς τὴν ᾿Ορθοδοξία.

Δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα, πενήντα χρόνια τὸ ἀπέδειξα· ἀνήκω στὴν πατρίδα μου καὶ παρα­πάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀνήκω στὸ Χριστό, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Σᾶς συνιστῶ τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶστε πάντοτε. Ὑπακοὴ στὸ Χριστό, ἄρνησι στὸν ἀντίχριστο.

Μ’ αὐτὰ ποὺ λέμε δὲν χωρίζουμε τὸ λαό. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε κλῶσσα καὶ ἀγαπάει ὅλα τὰ παιδιά της, ὅ,τι χρῶμα κι ἂν ἔχουν. Τὰ κόμματα χωρίζουν, ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Ὅν, παῖδες Ἑλ­λήνων, ὑ­μνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰ
ς πάν­τας τοὺς αἰ­ῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναὸ του Ἁγ. Νικολάου Κοζάνης 26-6-1988)

Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου (Ματθ. 8,5-13)

ΠΕΡΙ ΥΠΑΚΟΗΣ

«Κύριε, …μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. 8,8)

O KYRIOS-Scanned-28