Σελίδες

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

Το τριώδιο βιβλίο προσευχής

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει τὸ Τριῴδιο. Μὰ τί εἶνε τὸ Τριῴδιο; Σ᾿ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω σύντομη ἀπάντησι. Ὁ καλὸς δάσκαλος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τὰ δύσκολα μαθήματα, ἀπὸ τὴν ἄλγεβρα καὶ τὸν Ὅμηρο· ἀρχίζει ἀπὸ τὰ εὐκολώτερα, ἀπὸ τὸ ἀλφάβητο. Αὐτὸ κάνει καὶ ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶνε διδάσκαλος καὶ παιδαγωγὸς ἄριστος ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος· αὐτὴ τὴν ὁδὸ βαδίζει, ἀπὸ τὰ εὐκολώτερα στὰ δυσκολώτερα.

Καὶ ποιό εἶνε τὸ δυσκολώτερο; Τὸ δυσκολώτερο εἶνε ἡ νηστεία τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ποὺ θὰ μποῦμε σὲ λίγο. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἀρχίζει νὰ μᾶς προετοιμάζῃ γιὰ τὸ δύσκολο αὐτὸ δρόμο τῶν σαράντα ἡμερῶν, ποὺ μετὰ τὸ τέλος τους, στὸ ἀποκορύφωμα, βρίσκεται ὁ τίμιος Σταυρὸς καὶ ἡ Ἀνάστασις. Ἡ προετοιμασία αὐτή, ἡ πρὸ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, διαρκεῖ τρεῖς ἑβδομάδες, τέσσερις Κυριακὲς δηλαδή. Ἡ πρώτη Κυριακὴ εἶνε τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου. Ἡ δευτέρα Κυριακὴ εἶνε τοῦ Ἀσώτου. Ἡ τρίτη ἀστράφτει καὶ βροντᾷ, εἶνε ἡ δευτέρα παρουσία ἢ Ἀπόκρεως. Καὶ ἡ τελευταία εἶνε τῆς Τυρινῆς.

Μᾶς φωνάζει ἡ Ἐκκλησία, νὰ προετοιμασθοῦμε. Κ᾿ ἐμεῖς προετοιμαζόμεθα; Ἀντιθέτως. Διότι προετοιμασία δὲν εἶνε οἱ χοροί, οἱ καρνάβαλοι, τὰ γλέντια. Προετοιμασία ―ἀκούσατε;― εἶνε αὐτὰ ποὺ λένε τὰ ἱερὰ βιβλία. Αὐτὰ τὰ βιβλία, ἂν τὰ πατᾶτε ἐσεῖς, ἐγὼ δὲν τὰ πατῶ. Πέφτω ἀπὸ τὸ θρόνο, κομμάτια γίνομαι, ἀλλὰ δὲν τὰ πατῶ. Δὲν σᾶς διδάσκω τίποτε λιγώτερο τίποτε περισσότερο. Σαράντα χρόνια ποὺ φορῶ τὸ ῥάσο, ποτέ μου δὲ᾿ δίδαξα δικά μου πράγματα. Ὅ,τι περιέχουν τὰ ἅγια βιβλία, ποὺ εἶνε γραμμένα ὄχι μὲ μελάνι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου καὶ τῶν μαρτύρων.

Προετοιμασία λοιπὸν εἶνε ἡ περίοδος αὐτὴ τῶν τριῶν ἑβδομάδων, καὶ μετὰ θὰ εἰσέλθουμε στὴν ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

* * *

ΤΡΙΩΔΙΟΝ«Ἀνοίγει τὸ Τριῴδιο», λέμε. Τί εἶνε λοιπὸν τὸ Τριώδιο; Εἶνε ἕνα βιβλίο προσευχῶν.
―Προσευχῶν; Μπᾶ, τώρα προσευχές! Κανένα παιδάκι ἢ καμμιὰ γριά, αὐτοὶ ἂς προσεύχωνται. «Ἡ προσευχὴ εἶνε δεῖγμα τῶν ἀδυνάτων», εἶπε κάποιος. Καὶ σὲ κάποιο χριστιανικὸ οἰκοτροφεῖο ἕνας φοιτητὴς εἶχε ἄλλες μοντέρνες ἰδέες· δὲν εἶχε ὄρεξι γιὰ προσευχές. Ἐγώ, λέει, τώρα «πατερ᾿μά»;…
 
Τί νὰ περιμένῃ κανεὶς ἀπὸ τέτοια ἄθεα πνεύματα;… Ἀλλά, «ζῇ Κύριος» ὁ Θεός (Κριτ. 8,19 κ.ἀ.). Ἐμεῖς γνωρίζουμε ποῦ πατοῦμε καὶ τί κηρύττουμε. Καὶ πιστεύουμε ἀκραδάντως, ἑκατὸ τοῖς ἑκατό, ὅτι αὐτὰ ποὺ κηρύττουμε εἶνε ἡ μόνη ἐλπὶς γιὰ νὰ ζήσῃ ὁ κόσμος.

Βιβλίο λοιπὸν προσευχῆς τὸ Τριῴδιο. Προσευχή, ἐντατικωτέρα προσευχὴ τώρα.
Ἡ προσευχὴ εἶνε ἀναγκαία στὸν ἄνθρωπο. Πιὸ ἀναγκαία κι ἀπ᾿ τὴν ἀναπνοή. Ἂν μᾶς φράξῃ κανεὶς τὴν ἀναπνοή, θὰ πάθουμε ἀσφυξία. Ἔτσι δὲ᾿ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ζήσῃ καὶ χωρὶς τὴν προσευχή. Εἶνε ἔμφυτος ἀνάγκη τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς αὐτὴ ἡ φορὰ πρὸς τὰ ἄνω.

Τί ἄλλο εἶνε ἡ προσευχή; Εἶνε ἔργο τῶν ἀγγέλων, ποὺ ἀκαταπαύστως στὰ οὐράνια ὑμνοῦν τὸ Θεὸ καὶ ψάλλουν· «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ» (Ἠσ. 6,3). Ἑπομένως ἡ προσευχὴ εἶνε γιὰ ᾿μᾶς τιμὴ καὶ προνόμιο.

Ὅταν ἤμουν ἱεροκήρυξ καὶ περιώδευα μία ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς ἐπαρχίες μας, ὅπου κατοικοῦν πτωχοὶ μὲν ἀλλὰ οὐρανομήκεις ψυχές, βρῆκα ἕνα τσομπάνο. Αὐτὸς μοῦ εἶπε· «Ξέρεις, πάτερ, ποιά εἶνε ἡ πιὸ ὡραία ἡμέρα τῆς ζωῆς μου; Ἐγὼ ἤμουν τσολιᾶς καὶ ὑπηρέτησα στὸ τάγμα τοῦ Βελισσαρίου. Τότε ἐκεῖ, ἔξω ἀπ᾿ τὰ Γιάννενα, κουβέντιασα μὲ τὸ βασιλιᾶ, ἔφαγα μὲ τὸ βασιλιᾶ, κοιμήθηκα κοντὰ στὸ βασιλιᾶ. Δὲν τὸ ξεχνῶ αὐτό». Θεωροῦσε τιμὴ τὸ ὅτι μίλησε καὶ ἔφαγε μὲ τὸ βασιλιᾶ.

Μὰ τί εἶνε αὐτὸς ὁ βασιλιᾶς ἐμπρὸς σ᾿ Ἐκεῖνον; «Οἱ τὰ Χερουβὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…, ὡς τὸν βασιλέα τῶν ὅλων ὑποδεξόμενοι…». Ἡ μεγάλη τιμὴ εἶνε νὰ μιλᾷς ὄχι μὲ ἕναν ἐπίγειο βασιλέα ἀλλὰ μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶνε ὁ Βασιλεὺς τοῦ παντός. Τὸ αἰσθάνεσθε; Ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς εἶνε μιὰ μεγάλη ὥρα· σὲ δέχεται σὲ ἀκρόασι ὁ Βασιλεύς. Γιὰ νὰ δῇς κάποιον ἀπὸ τοὺς μεγάλους τῆς γῆς, πρέπει νὰ κλείσῃς ραντεβοῦ· θὰ σοῦ ὁρίσῃ ὥρα, καὶ θὰ περιμένῃς στὸ διάδρομο. Ἐνῷ ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴν σὲ δέχεται σὲ ἀκρόασι· μεσάνυχτα, πρωΐ, βράδυ, στὸ αὐτοκίνητο, στὸ σιδηρόδρομο, στὸ ἀεροπλάνο, στὸ πλοῖο, στὸ ὑποβρύχιο…· «ἐν παντὶ τόπῳ τῆς δεσποτείας αὐτοῦ· εὐλόγει, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον» (Ψαλμ. 102,22).

Εἶνε ἀκόμα ἡ προσευχὴ ὅπλο ἰσχυρό, πανίσχυρο. Εἶνε φάρμακο. Ἡ προσευχὴ κατεβάζει τὰ ἄστρα ἀπὸ τὸν οὐρανό, κάνει θαύματα. Ἀμφιβάλλετε; ρωτῆστε ἀρρώστους.

Στὴν Ἀθήνα συνήντησα κάποιον, ὁ ὁποῖος μοῦ λέει· ―Δόξα νά᾿ χῃ ὁ Θεός, ἔγινα καλά. ―Τί εἶχες; ―Καρκίνο στὸ λαιμό. ―Καρκίνο; Καὶ τί ἔγινε; ―Μὲ πῆγαν στὸ νοσοκομεῖο καὶ μὲ εἶχαν γιὰ θάνατο. Ἀλλὰ ἔκανα προσευχή. Πῆγα σὲ κάποιο μοναστήρι καὶ προσευχόμουν μὲ δάκρυα. Τώρα εἶμαι καλά, δὲν ἔχω τίποτα. Πῆγα στοὺς γιατρούς, στὸ Ἀντικαρκινικό, κ᾿ ἔκαναν τὸ σταυρό τους πῶς θεραπεύθηκα…

Ρωτῆστε λοιπὸν ἀρρώστους γιὰ τὴ δύναμι τῆς προσευχῆς. Ρωτῆστε γενναίους ἀξιωματικοὺς καὶ στρατιῶτες τοῦ Ἀλβανικοῦ μετώπου. Ρωτῆστε καὶ ναυτικούς, νὰ σᾶς ποῦν πῶς σώθηκαν στὰ πελάγη καὶ τοὺς ὠκεανοὺς ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα μὲ τὴν προσευχή.

Μὰ κάθε προσευχὴ κάνει θαύματα; Ὄχι βέβαια. Γιατί; Τὸ λέει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα. Διότι προσευχόμεθα «φαρισαϊκῶς», ὄχι ὅπως ὁ τελώνης. Γιὰ ν᾿ ἀκούσῃ ὁ Θεὸς τὴν προσευχή, πρέπει νὰ ὑπάρχουν ὡρισμένοι ὅροι.
Πρῶτα – πρῶτα ἡ προσευχὴ πρέπει νὰ γίνεται μὲ πίστι ἀκράδαντη. Μιὰ ἀμφιβολία ἂν ἔχῃς, ἕνα «ἐὰν…» νὰ βάλῃς, δὲν κάνεις τίποτα. Νὰ πιστεύῃς ὄχι ἑκατό, ἑκατὸν ἕνα τοῖς ἑκατό, ὅτι πράγματι ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἀκούσῃ.

Πίστι λοιπόν, τὸ πρῶτο. Τὸ δεύτερο· νὰ προσεύχεσαι μὲ ἀγάπη. Τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ἄνοιξε τὴν καρδιά σου νὰ γίνῃ ὠκεανός. Μὴν ἀφήσῃς μέσα σου οὔτε τὸ ἐλάχιστο μῖσος.

Νὰ προσεύχεσαι ἀκόμα ―αὐτὸ τονίζει τὸ εὐαγγέλιο σήμερα― μὲ ταπείνωσι. Είδατε πῶς μπῆκε ὁ φαρισαῖος καὶ πῶς στάθηκε στὸ ναό; Σὰ᾿ νὰ ἤτανε ποιός ξέρει τί. Καὶ τί εἶπε; Μὲ βλέπετε; ἐγὼ εἶμαι ὁ καλύτερος ἄνθρωπος…

Ὦ Θεέ μου, πόσες φορὲς τὸ ἄκουσα αὐτό! Ἅμα ἀκούσω κάποιον νὰ λέῃ ὅτι εἶνε ὁ καλύτερος, φεύγω. Προτιμῶ μιὰ πόρνη ποὺ μετανοεῖ καὶ κλαίει, παρὰ ἕνα φαρισαῖο ποὺ καυχᾶται γιὰ τὴν ἁγιωσύνη του. Διότι ἕνα δάκρυ μιᾶς πόρνης ποὺ μετανοεῖ ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ τὶς προσευχὲς χιλίων φαρισαίων ποὺ δὲν συναισθάνονται τὴν ἀθλιότητά τους.

Γιά κοιτάξτε τὸν ἄλλο, τὸν ἁμαρτωλὸ τελώνη. Μπαίνει στὸ ναό, πάει καὶ κρύβεται σὲ μιὰ γωνιά, ἀθέατος. Τὰ μάτια του κάτω. Νόμιζε πὼς ἡ γῆ θ᾿ ἀνοίξῃ νὰ τὸν καταπιῇ. Αἰσθανόταν τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ τὴν ἐνοχή του. Μὲ τέτοια ταπείνωσι πρέπει νὰ προσεύχεσαι. Διότι τί εἶσαι; πλούσιος; ἰσχυρός; βασιλιᾶς; Ναπολέων; Ἀϊνστάϊν; Τί εἶσαι τέλος πάντων; Νομίζεις ὅτι εἶσαι σπουδαῖος; Δὲν εἶσαι τίποτε. Ἕνα μηδὲν καὶ κάτω ἀπὸ τὸ μηδέν. Γίνε τελώνης, γονάτισε καὶ πές· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13).

Μόνο ὑπ᾿ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις, ἀγαπητέ, τῆς πίστεως, τῆς ἀγάπης, καὶ προπαντὸς τῆς ταπεινώσεως, θὰ εἶνε δεκτὴ ἡ προσευχή μας.

* * *

Τριῴδιο, ἅγιο Τριῴδιο ἀνοίγει ἀπὸ σήμερα. Εἶνε, ὅπως είπαμε, ἕνα βιβλίο προσευχῶν. Τριάντα περίπου λειτουργικὰ βιβλία ἔχει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἂν μὲ ρωτήσετε, ποιό εἶνε τὸ ὡραιότερο, θὰ σᾶς πῶ τὸ Τριῴδιο. Μεταφράστηκε καὶ σὲ ἄλλες γλῶσσες. Τί εἶνε, τί περιέχει; Πῶς νὰ τὸ παραστήσω γιὰ νὰ δώσω νὰ καταλάβῃ ἡ σημερινὴ γενεά, ποὺ δὲν ξέρει τὴν πνευματικὴ γλῶσσα καὶ δὲ᾿ μποροῦμε νὰ συνεννοηθοῦμε; Τὸ Τριῴδιο εἶνε μιὰ συλλογὴ ἀπὸ ἐρωτικὰ τραγούδια! Εἶνε «τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ», ὅπως λέει στὰ διηγήματά του ὁ Παπαδιαμάντης. Ἄλλοι τραγουδοῦσαν μὲ κιθάρες ἄλλα τραγούδια. Μὰ ἕνα μικρὸ χαριτωμένο παιδάκι εἶπε· Ἐμένα μοῦ ἀρέσουν τὰ τραγούδια ποὺ λέει ἐκεῖνος ὁ γέρος καὶ κλαῖνε τὰ μάτια του, «τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ». Ὤ τραγούδια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ψάλλουν τὸν θεῖον ἔρωτα· ὄχι τὸν χυδαῖο, τῶν κτηνῶν, ἀλλ᾿ ἐκεῖνον ποὺ ψάλλει ἡ Ἐκκλησία!

Ἀδελφοί μου· μιὰ σταγόνα νὰ αἰσθανθῆτε ἀπὸ τὸν ἔρωτα αὐτόν, θὰ πῆτε· μηδέν οἱ ἄλλοι ἔρωτες, ἕνας μόνο ἀξίζει, Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

Kυριακή Tελώνου και Φαρισαίου 

Το Τριωδιο βιβλιο προσευχης

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου  Φλωρίνης π. Αυγουστίνου στον ιερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 18-2-1973)