«Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».
Μέ αὐτήν τήν σύντομη καί ἁπλῆ ἐκφώνηση ἀρχίζει, κάθε φορά, ἡ Θεία Λειτουργία. Εἶναι φυσικό, νά εὐλογοῦμε τό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος: τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Γιατί ἡ ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. Καί ἄρα ἡ πηγή τῆς ζωῆς γιά ὅλους ἐμᾶς, τούς ἀνθρώπους καί γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο.
Ὅμως, γιατί εὐλογοῦμε, εἰδικά τήν βασιλεία τῆς ἁγίας Τριάδος;
* * *
Βασιλεία σημαίνει ἐξουσία. Εὐλογώντας τήν βασιλεία τῆς ἁγίας Τριάδος ἐκφράζομε τόν πόθο μας καί τήν ἐπιθυμία μας νά βασιλεύσει ὁ Θεός σέ μᾶς, στίς καρδιές μας. Νά γεμίσουν οἱ καρδιές μας ἀπό τήν παρουσία Του.
Καί τό βλέπομε ὁλοκάθαρα στήν προσευχή πού μᾶς δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, στό «Πάτερ ἡμῶν».
Ἐκεῖ λέμε: Ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου. Ποῦ; Στίς καρδιές μας. Ἔτσι καί ἀλλοιῶς, ὁ Θεός βασιλεύει αὐτεξουσίως παντοῦ· σέ ὁλόκληρο τό σύμπαν. Ἀλλά στήν καρδιά μας βασιλεύει μόνο, ἅμα τό ζητήσωμε. Καί ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς φροντίσωμε νά γίνει ἡ καρδιά μας χῶρος ἄξιος νά δεχθῆ ἕναν τέτοιο βασιλιά.
Τέτοιος χῶρος γίνεται ἡ καρδιά, μόνον ὅταν καθαρίσωμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε μολυσμό (δηλ. ἁμαρτία) σαρκός καί πνεύματος.
Ἐκεῖ λέμε: Ἐλθέτω ἡ βασιλεία Σου. Ποῦ; Στίς καρδιές μας. Ἔτσι καί ἀλλοιῶς, ὁ Θεός βασιλεύει αὐτεξουσίως παντοῦ· σέ ὁλόκληρο τό σύμπαν. Ἀλλά στήν καρδιά μας βασιλεύει μόνο, ἅμα τό ζητήσωμε. Καί ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς φροντίσωμε νά γίνει ἡ καρδιά μας χῶρος ἄξιος νά δεχθῆ ἕναν τέτοιο βασιλιά.
Τέτοιος χῶρος γίνεται ἡ καρδιά, μόνον ὅταν καθαρίσωμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε μολυσμό (δηλ. ἁμαρτία) σαρκός καί πνεύματος.
Ὅταν αὐτό δέν τό κάνουμε, ἀρνιόμαστε τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δέν Τόν θέλουμε βασιλιά τῆς ζωῆς μας. Θέλουμε νά ἔχουμε βασιλιά μας (ἤ καλύτερα ἀφεντικό μας) τόν σατανᾶ, ὁ ὁποῖος χαίρεται γιά τίς ἁμαρτίες μας.
* * *
Ὅταν ὁ Πιλᾶτος ἐρώτησε τούς Ἑβραίους:
-Μά, μοῦ ζητᾶτε νά σταυρώσω τόν βασιλιά σας;
Ἀπάντησαν οἱ Ἑβραῖοι:
-Δέν ἔχουμε κανένα ἄλλον βασιλιά, παρά μόνο τόν Καίσαρα (= τόν αὐτοκράτορα τῆς Ρώμης) (Ἰωάν. 19,15).
Εἶχαν μισήσει τόν Χριστό σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε προτιμοῦσαν τόν ἀλλόθρησκο-εἰδωλολάτρη Ρωμαῖο αὐτοκράτορα ἀπό τόν Χριστό! Μά γιατί; Γιατί ὁ Χριστός ἦταν ἔλεγχος γιά τά ἁμαρτωλά τους ἔργα καί τίς ἁμαρτωλές τους τοποθετήσεις. Μέ ἀνάλογο τρόπο, πολλές φορές, συμβαίνει καί σέ μᾶς τό ἑξῆς κωμικοτραγικό. Νά λέμε στόν ὕμνο τῆς Μεγάλης Δοξολογίας πού προηγεῖται τῆς θείας Λειτουργίας:
-«Ὑμνοῦμεν Σε, εὐλογοῦμεν Σε, προσκυνοῦμεν Σε...», καί νά ἐννοοῦμε:
-Ὑμνοῦμεν Σε, εὐλογοῦμεν Σε, οὐ προσκυνοῦμεν Σε...
Μέ τά λόγια μας Σέ ὑμνοῦμε καί Σέ εὐλογοῦμε, Κύριε. Μέ τά ἔργα μας, ὅμως, δέν Σέ προσκυνοῦμε!
* * *
Πότε προσκυνοῦμε τόν Κύριο;
Ὅταν ὁμολογοῦμε τήν ἁμαρτία μας. Ὅταν λέμε: «ἥμαρτον, συγχώρεσέ με, Κύριε».
Τότε καί Ἐκεῖνος μᾶς ἐλευθερώνει ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ διαβόλου.
Τότε μᾶς ἀγκαλιάζει μέ στοργή, ὡς γνήσιος πατέρας.
Τότε καί ἐμεῖς Τόν ἐγκαθιστοῦμε Κύριο καί Βασιλέα τῆς ζωῆς μας.
Καί εὐλογοῦμε τήν βασιλεία Του· νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀρχιμ. Ν.Κ.