Σελίδες

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Ας βγούμε από το σκοτάδι!

«Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 8,12)
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ἐπάνω στὸ εὐαγγέλιο θέλω νὰ σᾶς πῶ. Δὲν θὰ μιλήσω σὲ ὅλο τὸ εὐαγγέλιο, ἀλλὰ μόνο στὴν ἀρχή του.
O Χριστὸς μιὰ μέρα εἶδε τὸν ἥλιο νὰ βγαίνῃ. Καὶ μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀνατολή, ποὺ εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ πλέον καταπληκτικὰ θεάματα, καθὼς εἶδε τὸ φῶς νὰ σκορπίζεται σ᾿ ὅλη τὴν πλάσι, εἶπε· «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 8,12). Μὲ ἀφορμὴ τὸ ῥητὸ αὐτὸ ἂς δοῦμε κ᾿ ἐμεῖς ἕνα ὑψηλὸ θέμα. Θὰ μιλήσουμε γιὰ τὸ φῶς. Εἶνε θέμα κάπως δύσκολο, ἀλλὰ θὰ προσπαθήσω νὰ τὸ κάνω ὅσο μπορῶ πιὸ ἁπλό.

* * *

Τὸ φῶς, ἀγαπητοί μου, εἶνε δύο εἰδῶν· ὑπάρχει φῶς ὑλικὸ καὶ φῶς πνευματικό. Τὸ ὑλικὸ φῶς ποιό εἶνε· εἶνε ἕνα κεράκι ποὺ φωτίζει μέσ᾿ στὴ νύχτα, εἶνε τὸ καντήλι ποὺ καίει μὲ τὸ λάδι τὸ εὐλογημένο, εἶνε τὸ ἠλεκτρικὸ φῶς ποὺ παράγεται ἀπὸ ἐνέργεια ετε τοῦ νεροῦ ετε καύσεως μὲ κάρβουνο ἢ πετρέλαιο. 
Ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα τὰ φῶτα, ἡ μεγαλυτέρα πηγὴ φωτὸς εἶνε ὁ ἥλιος. Σκεφτήκατε ποτὲ τί εἶνε ὁ ἥλιος; Καὶ μόνο αὐτὸς φτάνει ν᾿ ἀποδείξῃ ὅτι ὑπάρχει Θεός. Θαυμαστὸς εἶνε ὁ ἥλιος. Γιατί εἶνε θαυμαστός;

ϗ Εἶνε θαυμαστὸς πρῶτα γιὰ τὸ μέγεθός του. Τὸν βλέπετε σὰ᾿ μιὰ μπάλλα ποὺ παίζουν τὰ παιδιά. Τόσο μικρὸς εἶνε; Ὤ εἶνε πολὺ μεγάλος. Φαίνεται ἔτσι, ἐπειδὴ εἶνε πολὺ μακριὰ ἀπὸ μᾶς. Λένε οἱ ἀστρονόμοι ὅτι, γιὰ νὰ φθάσουμε ἐκεῖ, πρέπει νὰ ταξιδεύουμε ἐπὶ 250 χρόνια!
Ἂν δηλαδὴ μπῇς σὲ διαστημόπλοιο καὶ ξεκινήσῃς, ὥσπου νὰ φτάσῃς ἐκεῖ θὰ ἔχῃς πεθάνει· τὰ δισέγγονα ἢ τρισέγγονά σου θὰ φτάσουν στὸν ἥλιο – ἂν μπορέσουν βέβαια νὰ πλησιάσουν, λόγῳ τῆς θερμοκρασίας του. Ἔχει λοιπὸν μέγεθος τεράστιο. Λένε οἱ ἀστρονόμοι, ὅτι πρέπει νὰ βάλουμε τὴ Γῆ 1.000.300 φορές, γιὰ νὰ φτειάσουμε τὸν ἥλιο!

ϗ Εἶνε ἀκόμη θαυμαστὸς ὁ ἥλιος γιὰ τὸ φῶς ποὺ ἀκτινοβολεῖ σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Χωρὶς τὸ ἡλιακὸ φῶς τίποτε δὲν ζῇ. Βλέπεις τὰ ἄνθη; βλέπεις τοὺς καρποὺς τῶν δέντρων; βλέπεις τὰ σπαρτὰ πού ᾿νε τώρα πράσινα; Ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ νερό, ἀλλὰ περισσότερο ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἥλιο. Ὁ ἥλιος τὰ μεστώνει, τὰ ὡριμάζει, τὰ κάνει χρυσᾶ. Τ
ὰ μῆλα ποὺ τρῶς, τὰ ἀχλάδια, τὰ πορτοκάλια, εἶνε «κονσέρβες ἥλιου» ὅπως εἶπε κάποιος. Εἶνε ζυμωμένα μὲ τρία πράγματα· χῶμα, νερὸ καὶ ἥλιο. Χωρὶς ἥλιο, τίποτα δὲν παράγεται. Ἂν σβήσῃ ὁ ἥλιος, ὅλες οἱ ΔΕΗ τοῦ κόσμου νὰ δουλεύουν μέρα – νύχτα, δὲ᾿ μποροῦν ν᾿ ἀναπληρώσουν τὸ ἡλιακὸ φῶς οὔτε μιᾶς ὥρας. Καὶ τὸ φῶς αὐτὸ ―παρακαλῶ― μᾶς προσφέρεται δωρεάν.

ϗ Θαυμαστὸς ὁ ἥλιος γιὰ τὸ μέγεθός του, θαυμαστὸς γιὰ τὸ φῶς του. Εἶνε ἀκόμη θαυμαστὸς γιὰ τὴ θέσι του. Μένει σὲ ὡρισμένη ἀπόστασι, ὑπακούει στὸ δρομολόγιο τοῦ Θεοῦ. Ὑποθέστε, ὅτι ὁ ἥλιος ἀπομακρύνεται καὶ τὸν βλέπουμε σὰν ἕνα ἀστεράκι ποὺ οἱ ἀκτῖνες του δὲ᾿ φτάνουν στὴ γῆ. Τότε τί θὰ γίνῃ; Θὰ παγώσουν ὅλα, θὰ φτάσῃ τὸ θερμόμετρο ἑκατὸ ὑπὸ τὸ μηδέν, θὰ γίνουν κρύσταλλο τὰ ποτάμια, οἱ λίμνες, τὰ πάντα, κ᾿ οἱ ἄνθρωποι θὰ πεθάνουν. 
Ἂν πάλι ὑποθέσουμε, ὅτι ὁ ἥλιος φεύγει ἀπὸ τὴ θέσι ποὺ τοῦ ὥρισε ὁ Θεὸς κ᾿ ἔρχεται πιὸ κοντά, τότε θὰ τὸν δοῦμε δέκα φορὲς πιὸ μεγάλο καὶ ἡ θερμοκρασία θὰ φτάσῃ ἑκατὸ πάνω ἀπὸ τὸ μηδέν· τότε ἡ γῆ θὰ γίνῃ κάρβουνο. Ὦ Θεέ μου, ὅλα μὲ σοφία τά ᾿χεις κάνει (βλ. Ψαλμ. 103,24)! Τὸν ἔβαλες τὸν ἥλιο σὲ τέτοια ἀπόστασι, ὥστε οὔτε νὰ καίῃ τὸν ἄνθρωπο, οὔτε νὰ τὸν παγώνῃ, ἀλλὰ νὰ τὸν ζωογονῇ. Ἐν τούτοις ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἀχάριστος καὶ ἀγνώμων, ἀλλὰ καὶ ἄπιστος· ἰδίως οἱ λεγόμενοι ἐπιστήμονες. (Σῶσε μας, Κύριε, ἀπὸ γιατρούς, ἀπὸ δικηγόρους, ἀπὸ μηχανικούς, ποὺ βγῆκαν ἀπ᾿ τὰ πανεπιστήμια καὶ διδάσκουν ἀθεΐα).
Ἕνας τέτοιος λοιπόν, ἕνας γιατρὸς ἄπιστος, ἦρθε σ᾿ ἕνα χωριό, καὶ ἔλεγε· ―Δὲ᾿ βαριέστε· τί πᾶτε σὲ ἐκκλησιές; τί κάνετε σταυρούς; Ψέματα εἶνε ὅλ᾿ αὐτά, δὲν ὑπάρχει Θεός. Ποιός τὸν εἶδε τὸ Θεό;… Ἤτανε μήνας Ἰούλιος, μεσημέρι, κι ὁ ἥλιος ἔλαμπε στὸν οὐρανό. Τὴν ὥρα ἐκείνη περνοῦσε ὁ παπᾶς, ἄνθρωπος ἀγράμματος ἀλλὰ πολὺ πιστός. Τὸν ἄκουσε, καὶ τοῦ λέει· ―Ἔλα ᾿δῶ, γιατρέ. Ἀνέβα σ᾿ αὐτὸ τὸ πεζούλι καὶ κοίταξε τὸν ἥλιο. ―Μὰ τί εἶν᾿ αὐτὰ ποὺ λές; θὰ στραβωθῶ. ―Ἄ, γιατρέ, λέει ὁ παπᾶς· τὸν ἥλιο δὲ᾿ μπορεῖς νὰ δῇς, τὸ Θεὸ θέ᾿ς νὰ δῇς;… Ἔτσι ὁ ἄπιστος ἀποστομώθηκε.

ϗ Ἕνα ἄλλο θαυμαστὸ πρᾶγμα στὸν ἥλιο εἶνε, πῶς καίει. Ρώτησα ἐπιστήμονα· δὲ᾿ μπόρεσε νὰ μοῦ ἀπαντήσῃ. Ἡ λαμπάδα καίει μὲ κερί, τὸ καντήλι καίει μὲ λάδι, ἡ λάμπα καίει μὲ πετρέλαιο, ἡ Δ.Ε.Η. καίει μὲ κάρβουνο ἢ νερό· κι ὁ ἥλιος μὲ τί καίει; Μυστήριο. Τώρα τελευταίως λένε, ὅτι καίει μὲ πυρηνικὴ ἐνέργεια.

ϗ Ἀλλ᾿ ὣς πότε θὰ καίῃ; Θά ᾿ρθῃ ὥρα ποὺ ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ ὅπως σβήνει ἡ λάμπα, καὶ τότε θὰ ἔρθῃ ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου. Στὰ παλιὰ τὰ χρόνια λάτρευαν τὸν ἥλιο. Καὶ μέχρι σήμερα ὑπάρχουν λαοὶ ποὺ τὸν ἔχουν γιὰ Θεό. Περιηγηταὶ λένε, ὅτι εἶδαν στὴν Ἀφρικὴ τὴν ὥρα τῆς ἀνατολῆς ἕνας ἰθαγενὴς νὰ χτυπάῃ ἕνα τύμπανο ἀπὸ δέρμα λιονταριοῦ, καὶ οἱ ἄλλοι μόλις τ᾿ ἀκοῦνε νὰ πέφτουν καὶ νὰ προσκυνοῦν τὸν ἥλιο. 
Ἀλλὰ ὁ ἥλιος δὲν εἶνε Θεός· εἶνε κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς, μὲ εὐγνωμοσύνη στὸ Δημιουργό, τὴν ὥρα τῆς ἀνατολῆς τοῦ λέμε· «Δόξα σοι, τῷ δείξαντι τὸ φῶς» (δοξολ.)· δοξασμένος νά ᾿σαι, Κύριε, σ᾿ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὸν ἥλιο! Νὰ τὸν εὐχαριστοῦμε, διότι σᾶς τὸ λέω· ὅπως σβήνει τὸ καντήλι κι ὅπως σβήνει τὸ κερί, ἔτσι θά ᾿ρθῃ ὥρα ποὺ κι «ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ» (Ματθ. 24,29).

* * *

Ὅλα θὰ σβήσουν, ἀγαπητοί μου, κι ὁ ἥλιος καὶ τὸ φεγγάρι καὶ τὰ ἄστρα. Ἕνα ἄλλο ὅμως φῶς δὲ᾿ θὰ σβήσῃ ποτέ, ἕνας ἄλλος ἥλιος θὰ μείνῃ γιὰ πάντα ἄδυτος. Εἶνε τὸ πνευματικὸ φῶς, ὁ πνευματικὸς ἥλιος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ εἶπε γιὰ τὸν ἑαυτό του· «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (ἔ.ἀ.).

Ὁ Χριστὸς εἶνε «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν» (Ἰωάν. 1,9)· κι ὅπως φωτίζει ὁ ἥλιος καὶ σκορπίζει τὰ σκοτάδια κ᾿ ἔρχεται ἡ ἡμέρα λαμπρὰ καὶ βγαίνουν οἱ ἄνθρωποι στὶς ἐργασίες τους, ἔτσι κι ὁ Χριστός ἦρθε μέσ᾿ στὸ σκοτάδι τῆς ἀνθρωπότητος ὡς φῶς, μέγα φῶς. 
Τί σκοτάδι ὑπῆρχε; σκοτάδι ὄχι φυσικὸ ἀλλὰ σκοτάδι πνευματικὸ καὶ ἠθικό. Διαβάστε τὴν ἱστορία νὰ δῆτε· προτοῦ νὰ ἔρθῃ ὁ Χριστὸς οἱ ἄνθρωποι λάτρευαν τὰ εδωλα. Ἄλλοι λάτρευαν τὸν ἥλιο, τὸ φεγγάρι, τὰ ἄστρα· ἄλλοι λάτρευαν τὰ ποτάμια, τὶς λίμνες, τὰ δέντρα· ἄλλοι λάτρευαν τὰ ζῷα, τὰ λιοντάρια, τὰ φίδια· ὅ,τι θέ᾿ς λάτρευαν. Σκοτάδι – μεσάνυχτα εἶχε ὁ κόσμος. Καὶ ξαφνικὰ μέσ᾿ στὸ σκοτάδι, σὰν τὸν ἥλιο, βγῆκε ὁ Χριστὸς καὶ φώτισε τὸν κόσμο.

Πῶς τὸν φώτισε; Πρῶτον μὲ τὴ διδασκαλία του. Κανείς ἄλλος δὲν εἶπε τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Χριστός. Ἀνώτερη διδασκαλία δὲν ὑπάρχει. Εἶνε διδασκαλία ἀδιάψευστη· «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35), εἶπε ὁ διος. 
Τὸν φώτισε ἔπειτα μὲ τὰ θαύματά του· μετρᾷς τὰ ἄστρα; μετρᾷς τὴν ἄμμο; ἄλλο τόσο μπορεῖς νὰ μετρήσῃς τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει, καὶ θὰ κάνῃ εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων καὶ τῶν ἀθέων ὁ Χριστός. Φώτισε ἀκόμη τὸν κόσμο μὲ τὴν ἁγία του ζωή. Ἔζησε ἔτσι, ποὺ κανείς ἀπ᾿ τοὺς ἐχθρούς του δὲ᾿ μπόρεσε νὰ τὸν κατηγορήσῃ ὅταν τοὺς προκάλεσε μὲ τὸ ἀθάνατο ἐκεῖνο· 
«Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰωάν. 8,46). Ὁ ἥλιος ἔχει κηλῖδες, τεράστιες κηλῖδες, τὶς ὁποῖες παρατηροῦν οἱ ἀστρονόμοι· ὁ Χριστὸς εἶνε ἀκηλίδωτος, ἀναμάρτητος. Νά γιατί εἶνε τὸ φῶς ποὺ φωτίζει μικροὺς καὶ μεγάλους, «πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ἰωάν. 1,9).

* * *

- p. Ayg. kΣᾶς παρουσίασα, ἀγαπητοί μου, τὸ φυσικὸ φῶς, ποὺ εἶνε ὁ ἥλιος· σᾶς παρουσίασα καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ποὺ εἶνε ὁ Χριστός. Δυστυχὴς ὅποιος δὲ᾿ βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, πιὸ δυστυχὴς ὅποιος δὲν πιστεύει στὸ Χριστὸ διότι εἶνε τυφλὸς στὴν ψυχή. Καὶ εὐτυχὴς ὅποιος βλέπει τὸν φυσικὸ ἥλιο, ἀπείρως δὲ εὐτυχέστερος ὅποιος γνώρισε τὸ Χριστὸ μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔτσι τὸν γνώρισαν οἱ ἀναρίθμητες μυριάδες τῶν ἁγίων ποὺ τιμᾷ ἡ Ἐκκλησία καθημερινῶς.

Ἀδελφοί, ἂς βγοῦμε ἀπὸ τὸ σκοτάδι! τόσο ὡς ἄτομα ὅσο καὶ ὡς σύνολο. Διότι ἀκόμη ἡ ἀνθρωπότης ἀλλὰ καὶ ἡ πατρίδα μας ἔχει σκοτάδι. Ὦ Ἑλλάς, εὐλογημένη χώρα, δὲν εἶνε φῶς ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα πολιτικὸς ἢ φιλόσοφος ἢ κοινωνιολόγος. Ἕνας μόνο εἶνε τὸ φῶς. Τρέξε κοντά του. «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός». Τὸ δὲ φῶς εἶνε ὁ Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου εις τον ιερό ναὸ της  Ἁγίας Εἰρήνης Μελίτης – Φλωρίνης 5-5-1988)