Σελίδες

Κυριακή 19 Δεκεμβρίου 2010

Το μαρτύριο του Αγίου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου ( +20 Δεκεμβρίου)

Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος, ὁ Θεοφόρος, ἀνήκει στοὺς λεγομένους ἀποστολικοὺς πατέρες, δηλαδή, στοὺς πατέρες ποὺ γνώρισαν καὶ διαδέχθηκαν τοὺς ἀποστόλους τοῦ Κυρίου μας. Συνεπῶς ἔδρασαν τὶς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ πρώτου αἰῶνα μ.Χ. καὶ τὶς μετέπειτα τοῦ δευτέρου αἰῶνα μ.Χ.
Τὸ ὄνομά του εἶναι λατινογενὲς -ἀπὸ τὸ ignis ποὺ σημαίνει πῦρ- καὶ συνεπῶς θὰ μπορούσαμε νὰ τὸν ὀνομάσουμε Πυρφόρο, ποὺ ταιριάζει ἀπόλυτα μὲ τὸν χαρακτῆρα του, ἀφοῦ ἡ φωτιὰ ποὺ ἔκαιγε μέσα τοῦ γιὰ τὸν Κύριό μας ἦταν ἄνευ προηγουμένου. Ἐπίσης ἐπονομάσθηκε καὶ Θεοφόρος, προφανῶς γιὰ τὸν ζῆλο ποὺ ὑπηρέτησε τὸν Κύριο καὶ γιὰ τὸν ἔρωτα ποὺ εἶχε νὰ βρίσκεται συνεχῶς ἑνωμένος μ’ αὐτόν.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας καὶ μάλιστα, ὅπως αὐτοχαρακτηρίζεται ὁ ἴδιος στὶς ἐπιστολές του, ἐπίσκοπος Συρίας (Ρώμ. 2,2). Ἀπὸ αὐτὸ φαίνεται ὅτι ἡ δικαιοδοσία τοῦ ὑπῆρξε εὐρεῖα καὶ δὲν περιοριζόταν μόνο στὴν περιοχὴ τῆς Ἀντιοχείας.
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὑπῆρξε καὶ ἱερομάρτυρας.
Μαρτύρησε γύρω στὸ 113, κατὰ τὸ Ἀντιοχειανὸ Μαρτυρολόγιο, ὅταν αὐτοκράτωρ στὴ Ρώμη ἦταν ὁ Τραϊανός. Ἐὰν δὲν μαρτυροῦσε καὶ πέθαινε εἰρηνικὰ σὰν ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, θὰ ἦταν ἄγνωστος καὶ ἄσημος. Οὔτε κὰν θὰ τὸν τιμούσαμε σὰν ἅγιο. Θὰ γνωρίζαμε μόνο τὸ ὄνομά του ἀπὸ τοὺς ξηροὺς ἐπισκοπικοὺς καταλόγους τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας. Οὔτε οἱ περίφημες, γιὰ τὸ θεολογικὸ περιεχόμενό τους, ἐπιστολὲς πρὸς Ἐφεσίους, Μαγνησιεῖς, Τραλλιανούς, Φιλαδελφεῖς, Σμυρναίους, Ρωμαίους, καὶ πρὸς Πολύκαρπον, ποὺ ἔγραψε κατὰ τὸν καιρὸ τῆς συλλήψεώς του θὰ ἦταν γνωστές· καὶ συνεπῶς ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας θὰ ἦταν πιὸ φτωχή. Πόσο μεγάλη ἡ εὐλογία τοῦ μαρτυρικοῦ του τέλους καὶ γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὁλόκληρη!
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος δικάσθηκε στὴν Ἀντιόχεια καὶ καταδικάσθηκε νὰ φαγωθεῖ ἀπὸ τὰ λιοντάρια μέσα στὸ ἀμφιθέατρο τῆς Ρώμης. Οἱ Ρωμαῖοι, προφανῶς θέλανε νὰ τρομοκρατήσουν τοὺς λαοὺς τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Ἑλλάδας, ποὺ πρόθυμα δεχόταν τὸν χριστιανισμό, καὶ γι’ αὐτὸ διοργανῶσαν τὴν πανηγυρικὴ μεταγωγή του στὴ Ρώμη -συνοδεία στρατιωτῶν καὶ ἄλλων συλληφθέντων- μὲ πολύμηνη πορεία στὴν Μ. Ἀσία καὶ τὴν Ἑλλάδα. Τὸ μήνυμα ἦταν προφανές· προσέξτε δὲν ἀστειευόμαστε ἡ τιμωρία σας θὰ εἶναι παραδειγματική, σκληρή, καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸν τόπο σας. Κι ὅμως τὸ ἐπιχείρημα αὐτὸ τῶν Ρωμαίων ἔγινε boomerang καὶ στράφηκε ἐναντίον τους. Τὸ θάρρος τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου, ἡ αὐτοθυσία του, ὁ πόθος γιὰ μαρτύριο, οἱ ἐπιστολὲς ποὺ ἔγραψε καὶ μάλιστα ἡ πρὸς Ρωμαίους -ὅπου παρακαλεῖ τοὺς χριστιανοὺς τῆς Ρώμης, ποὺ εἶχαν ἀρχίσει νὰ κάνουν ἐνέργειες γιὰ νὰ τὸν ἐλευθερώσουν, νὰ μὴ τοῦ κάνουν τὸ κακὸ καὶ δὲν τὸν ἀφήσουν νὰ πεθάνει ὡς μάρτυρας- συντελέσαν νὰ ἀναζωογονηθεῖ τὸ φρόνημα τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ καταισχυνθοῦν οἱ εἰδωλολάτρες.
Ὁ Ἅγιος σκεφτόταν ὅτι ἡ ὁµολογία πού γίνεται µέ µαρτύριο τόν ἑνώνει περισσότερο µέ τόν Κύριο. Καθώς λοιπόν βρέθηκε ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Τραϊανοῦ, ὁ βασιλιάς τόν ρώτησε:
“Ποιός εἶσαι πονηρό πνεῦµα πού φροντίζεις νά παραβαίνεις τίς διαταγές µου καθώς καί ἄλλους νά πείθεις γιά νά χαθοῦν κακῶς”;
Καί ὁ Ἰγνάτιος εἶπε:
“Κανένας δεν ἀποκαλεῖ ἕναν Θεοφόρο, πονηρό πνεῦµα· διότι τά δαιµόνια ἔχουν ἀποµακρυνθεῖ ἀπό τούς δούλους τοῦ Θεοῦ”.
Ὁ Τραϊανός εἶπε:
“Καί τί σηµαίνει Θεοφόρος”;
Ὁ Ἰγνάτιος ἀπάντησε:
“Αὐτός πού ἔχει τόν Χριστό στό στέρνο του”.
Ὁ Τραϊανός εἶπε:
“Ἐµεῖς λοιπόν σοῦ φαινόµαστε ὅτι δέν ἔχουµε θεούς, τούς ὁποίους χρησιµοποιοῦµε ὡς συµµάχους πρός τούς ἐχθρούς”.


Ὁ Τραϊανός ἀποφάσισε:
“… ἀφοῦ δεθεῖ ἀπό στρατιῶτες, νά ὁδηγηθεῖ στή µεγάλη Ρώµη καί νά γίνει τροφή τῶν θηρίων, γιά εὐχαρίστηση τοῦ λαοῦ”.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σε σχετική ομιλία του για τον Άγιο Ιγνάτιο γράφει.
«Διωγμὸς μέγας ξέσπασε. Αὐτοὺς ποὺ ἔπρεπε νὰ ἐπαινοῦν, γιατί ἀφῆσαν τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων, τὶς ἀνθρωποθυσίες, τὴν ἀνηθικότητα, αὐτοὺς κυνηγοῦσαν. Καὶ εἰδικώτερα κυνηγοῦσαν τοὺς ποιμένες. Πίστευαν ὅτι ἂν τοὺς ἐξοντώσουν θὰ ἐξοντωθοῦν καὶ τὰ ποίμνια. Δὲν γνώριζαν ὅτι ὁ Θεὸς διοικεῖ τὴν Ἐκκλησία. Δὲν τοὺς ἔσφαζε ὁ διάβολος στὶς πόλεις τοὺς ἀλλὰ ἐκτὸς ἕδρας, γιὰ νὰ τοὺς ταλαιπωρήσει ἐπιπλέον καὶ γιὰ νὰ τοὺς σπάσει τὸ ἠθικό. Δὲν τοὺς ἄφηνε νὰ ἔχουν τὴ συμπαράσταση τοῦ ποιμνίου τους, οὔτε καὶ τὴν τιμὴ καὶ τὴν ἐπευφημία. Κι ὅμως αὐτὸ τοὺς ἔκανε δυνατοὺς καὶ διάσημους. Δυνατούς, γιατί συνοδοιπόρο εἶχαν τὸν Χριστὸ καὶ τὶς τοπικὲς Ἐκκλησίες. Διάσημους, γιατί τοὺς γνώριζαν καὶ ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ γιατί γινόταν ἱεραπόστολοι παγκόσμιοι. Ὅταν ἔστελναν τὸν Παῦλο στὴ Ρώμη πίστευαν ὅτι τὸν ἐξόντωναν. Κι ὅμως στὴν πραγματικότητα ὁ Θεὸς τὸν ἔστελνε ἐκεῖ γιὰ νὰ τοὺς κατηχήσει. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο. Ἡ αὐτοθυσία του καὶ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἄφησαν ἔκπληκτους καὶ ἄφωνούς τους πάντες. Ὁ Ἰγνάτιος ἀνέτειλε ὡς ὁ ἥλιος στὴν ἀνατολὴ (Ἀντιόχεια) καὶ ἔδυσε στὴ δύση (Ρώμη). Μᾶλλον ἀνώτερος ἀπὸ ἥλιος, διότι δὲν ἔδινε φῶς αἰσθητὸ ἀλλὰ τὸ νοητὸ φῶς τῆς διδασκαλίας. Καὶ ὅταν «ἔδυσε» δὲν ᾖρθε νύχτα ἀλλὰ ὁλόλαμπρη πνευματικὴ ἡμέρα. Ὁ Πέτρος, ὁ Παῦλος, ὁ Ἰγνάτιος, θυσιάστηκαν στὴ Ρώμη γιὰ νὰ καθαρίσουν μὲ τὸ αἷμα τοὺς τὴ πόλη ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν εἰδώλων καὶ γιὰ ν’ ἀποδείξουν ἔμπρακτα τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ὅταν ζοῦσε ὁ Χριστὸς οἱ μαθητὲς τοῦ φοβόταν τὸν θάνατο· ὅταν ὅμως πέθανε δὲν τὸν φοβόταν ἀλλὰ ἀντίθετα ἐπιζητοῦσαν τὸ μαρτύριο. Ἡ θεία πρόνοια τὸν ἔφερε νὰ μαρτυρήσει στὸ μέσο του θεάτρου μπροστὰ σ’ ὅλη τὴ Ρώμη. Πέθανε ὄχι μόνο γενναία ἀλλὰ καὶ μὲ εὐχαρίστηση, διότι πήγαινε σὲ κάτι καλύτερο. Τέτοιοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἐρωτευμένοι. Ὅ,τι κι ἂν πάθουν ὑπὲρ ἐκείνων ποὺ ἀγαποῦν τὸ δέχονται μὲ ἡδονή. Ὁ Ἰγνάτιος μιμήθηκε τοὺς ἀποστόλους ὄχι μόνο στὴν προθυμία ἀλλὰ καὶ στὴ χαρὰ ποὺ νοιώθανε μετὰ τὰ μαρτύρια (Πράξ. 5,41). Ἡ Ρώμη δέχθηκε τὸ αἷμα του καὶ ἡ Ἀντιόχεια τὰ λείψανά του. Γύρισε τὸ ποσὸ μὲ τόκο στὸν κάτοχό του. Τὸν ἀποστείλατε ἐπίσκοπο καὶ τὸν δεχθήκατε ὡς μάρτυρα. Τὸν προπέμψατε μὲ εὐχὲς καὶ τὸν δεχθήκατε μὲ στεφάνια. Ἃς ἐρχόμαστε καθημερινὰ ἐδῶ στὰ λείψανά του κι ὄχι μόνο στὴ γιορτή του. Ὅταν ἔχουμε λῦπες γιὰ νὰ ἀπελευθερωθοῦμε ἀπ’ αὐτὲς κι ὅταν ἔχουμε χαρὲς γιὰ νὰ τὶς διατηρήσουμε. Ὄχι μόνο τὸ λείψανο τοῦ ἔχει χάρη ἀλλὰ καὶ ἡ λάρνακά του. Ἐὰν τὸ σῶμα τοῦ Ἐλισσαίου ἀνέστησε νεκρὸ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (Δ΄ Βάσ. 13.21) πολὺ περισσότερο αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβεῖ στὸ καιρὸ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἀφήνει τὰ λείψανα τῶν ἁγίων γιὰ ν’ ἀποκτήσουμε τὸ ζῆλο τους. Νὰ ἔχουμε λιμάνι γιὰ τὰ κακὰ πού μας συμβαίνουν. Ἃς προτιμᾶμε ἀπὸ κάθε εὐχαρίστηση καὶ ἡδονὴ τὴν προσέλευση στὰ ἅγια λείψανα».
http://dosambr.wordpress.com/2010/12/19/%CF%84%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CF%81%CF%84%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CE%B9%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%AC%CF%81%CF%84%CF%85%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%B9%CE%B3/