Σελίδες

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

Το ονομα του δαιμονιζομενου «λεγεων», Σημερινό Ευαγγέλιο Κυριακής, 24.10.2010

Το ονομα του δαιμονιζομενου «λεγεων»

(Λουκ. 8,30)

δαιμ. Γαδαρ.ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο. Περιγράφει ἕνα θαῦμα ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρί­θμητα θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κά­νῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Μπορεῖς νὰ μετρήσῃς τὰ ἄ­στρα τ᾽ οὐρανοῦ, ἀλλὰ δὲν μπορεῖς νὰ μετρή­σῃς τὰ θαύματα τοῦ Κυρίου μας.

Ποιό εἶνε τὸ θαῦμα. Σ᾽ ἕνα χωριὸ ποὺ λεγό­ταν Γάδαρα, στὰ ἄκρα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ κράτους, στὰ σύνορα, ζοῦσε ἕνας ἄνθρωπος φιλό­τιμος, ἐργατικός, εἰρηνικός. Δὲν πείραζε κανένα. Ἀλ­λὰ ξα­φνι­κὰ ἄλλαξε τελείως. Τὸ πρόσωπό του ἀγρί­εψε, τὰ μάτια του πετοῦ­σαν σπίθες, τὸ στό­μα του ἔ­βγαζε ἀφρούς. Ἔ­σχιζε τὰ ροῦχα του καὶ παρουσιαζόταν γυμνός, ὅπως τὸν γέννησε ἡ μά­να του, χωρὶς νὰ ντρέπεται. Ἔτρεχε ἔξω στὰ χωράφια. Πήγαιναν καὶ τὸν ἔπιαναν οἱ συγγε­νεῖς του, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες, κι αὐτὸς ἔ­­σπαζε τὶς ἁλυσίδες σὰ νὰ ἦταν κλωστές· τέτοια δύναμι εἶχε. Δὲν τολμοῦσε νὰ πε­ράσῃ καν­είς ἀπὸ τὸ δρόμο του. Καὶ τὴ νύχτα δὲν πήγαινε νὰ κοιμηθῇ στὸ σπίτι· πήγαινε στὰ μνήματα καὶ κοιμόταν ἐκεῖ, μὲ τὰ κόκκαλα τὰ ξερά. Φρικτὸ θέαμα.

Τί ἦταν, τρελλός; Μακάρι νὰ ἦταν τρελλός. Ὑπάρχει κάτι ἄλλο χειρότερο ἀπὸ τὴν τρέλλα· κι αὐτὸ εἶνε ὁ δαιμονισμός. Ὅποιος δὲν πιστεύει, ἂς πάῃ στὴν Κεφα­λονιὰ νὰ δῇ ὅτι ὑ­πάρ­χουν δαιμονιζόμενοι. Κι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δαιμονιζόμενος. Εἶχε μπῆ μέσα του δαιμόνιο· γι᾽ αὐτὸ ἦταν ὁ φόβος – τρόμος ὅλων.

Τώρα ὅμως βλέπουμε αὐτὸν τὸν δαιμονιζόμενο νὰ τρέμῃ σὰν τὸ φύλλο. Γιατί; Διότι μπροστά του παρουσιάστηκε ὁ Παντοδύναμος, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Οἱ δαίμονες κα­τάλαβαν, ὅτι ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς τιμωρίας, καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ μὴν τοὺς τιμωρή­σῃ.

Ὁ Χριστὸς ρώτησε τὸν δαιμονιζόμενο· Ποιό εἶνε τ᾽ ὄνομά σου, ἡ ταυτότητά σου; Κ᾽ ἐκεῖ­νος τί ἀπήντησε· «λεγεών» (Λουκ. 8,30). Τί θὰ πῇ «λεγεών»; Εἶνε λέξις ῥωμαϊκή, καὶ σημαίνει στρατός, στρατιά. Ὄχι λόχος ἢ τάγμα ἢ μεραρχία, ἀλλὰ σῶμα ὁλόκληρο. Ὅπως εἶνε σήμερα τὸ σῶμα στρατοῦ, ἔτσι ἦταν τότε ἡ ῥωμα­ϊκὴ λεγεών· ἕνα στρατιωτικὸ σῶμα ποὺ ἀ­ριθμοῦσε 6.000 στρατιῶτες. Μὲ ἄλλα λόγια, πλῆθος δαιμόνια εἶχαν μπῆ μέσα στὸν ἄν­θρω­πο αὐτὸν καὶ τὸν τυραννοῦσαν·«λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν» (ἔ.ἀ.).

* * *

Τὸ ὄνομα αὐτό, ἀγαπητοί μου, τὸ ὄνομα «λε­γεών», ἁρμόζει καὶ σήμερα σὲ πολλὲς περιπτώσεις. Ἁρμόζει σὲ μεγάλους – σὲ μικρούς, σὲ ἄντρες – σὲ γυναῖκες, σὲ γέρους – σὲ νέους, σὲ διαβασμένους – σὲ ἄξεστους…

―Μὰ τί εἶν᾽ αὐτὰ ποὺ μᾶς λές; θὰ πῆτε. Ἐ­μεῖς ἔχουμε ὀνόματα χριστιανικά· Δημήτριος, Κωνσταν­τῖνος, Μιχαήλ, Βασίλειος, Νικόλαος…· ὀνόματα ποὺ τὰ πήραμε στὸ βάπτισμά μας.

Ποιό τὸ ὄφελος ὅμως; Μόνο τὸ ὄνομα ἔ­μει­νε· τὸ τσῶφλι ἔμεινε, ὁ καρπὸς λείπει. Πήρα­με τὰ ὀνόματα αὐτά, γιὰ νὰ ζοῦμε ζωὴ χριστι­ανι­κή· αὐτὸς ποὺ λέγεται Δημήτριος νὰ ζῇ ὅ­πως ὁ ἅγιος Δημήτριος, αὐτὸς ποὺ λέγεται Γεώργιος νὰ ζῇ ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος, αὐ­τὸς ποὺ λέγεται Νικόλαος νὰ ζῇ ὅπως ὁ ἅγιος Νικόλα­ος, ὅλοι γενικῶς νὰ ζοῦμε ὅπως οἱ ἅγιοί μας. Ζοῦμε ὅμως; Κάθε ἄλλο. Δὲν ζοῦμε ὅ­πως θέλει ὁ Χριστός, δὲν ἐκτελοῦμε τὶς ἐντο­λές του· ζοῦμε μιὰ ἄλλη ζωή. Συνεπῶς καὶ σ᾽ ἐμᾶς ἁρμόζει ἡ λέξις «λεγεών». Πειραζόμεθα κ᾽ ἐμεῖς ἀπὸ πολλὰ δαιμόνια.

Ποιά δαιμόνια; Ἀναρίθμητα εἶνε. Ὁ ἕ­νας ἔ­χει τὸ δαιμόνιο τοῦ μίσους· μισεῖ, ἀνάβει, κοκ­κινίζει ὅταν δῇ τὸν ἀντίπαλό του, καλη­μέρα δὲ λένε μεταξύ τους. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου· φθονεῖ, κιτρινίζει, χάνει τὸ χρῶ­μα του ἂν δῇ καλὸ στὸν ἄλλο, ἂν παντρεύτηκε τὸ κορίτσι του ἢ πῆρε δίπλωμα ὁ γυιός του ἢ πῆγαν καλὰ οἱ δουλειές του ἢ γέννησαν τὰ ζῷα του ἢ καρποφόρησαν τὰ δέν­τρα του· λυ­πᾶται γιὰ τὸ καλό του, εὐχαριστεῖ­ται γιὰ τὸ κα­κό του. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ὀρ­γῆς· ὀργίζεται, θυμώνει μὲ τὸ τίποτα, τὰ κάνει ὅλα γυαλιά – καρφιά. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, ἀγαπᾷ τὸ χρῆ­μα, τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῦ Ἰούδα. Ὁ ἄλ­λος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιληδονίας, λατρεύ­ει τὴ σάρκα καὶ τὰ πάθη της. Ὁ ἄλλος ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ψευδορ­κίας· ἁπλώνει τὸ χέρι στὰ δικαστήρια καὶ παίρ­νει ψεύτικο ὅρκο. Ὁ ἄλλος ἔ­χει τὸ δαιμόνιο τῆς βλαστήμιας. «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε» (Μ. Παρ. ὄρθρ.) ποὺ ἀνέχεσαι. Ἐὰν κάθε φορὰ ποὺ βλαστημάει κάποιος γινόταν κ᾽ ἕ­νας σεισμός, δὲν θὰ ἔμενε τίποτα ὄρθιο.

Δαιμόνιο μπῆκε ἀνάμεσα στοὺς συζύγους καὶ βλέπεις νὰ χωρίζῃ ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα ἢ ὁ ἄντρας τὴ γυναῖκα. Δαιμόνιο μπῆ­κε στὰ παιδιὰ καὶ δὲν ὑπακούουν σὲ καν­­έ­να. Δαιμόνιο στοὺς νέους, ποὺ σὰν τὸν ἄνθρωπο τῆς περι­κοπῆς δὲ μένουν στὸ σπίτι, ἀλλὰ ξενυχτοῦν στὰ κέν­τρα, ὅπου τόσα δαιμόνια δροῦν. Δαιμόνια παντοῦ· δαιμόνια στὰ σχολεῖα, ὅπου δάσκαλοι διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀπὸ τὸν πίθηκο κι ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός· δαιμόνια στὴν ἀγορά, ὅπου ἐπικρατεῖ τὸ δό­γμα «ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς»· δαιμόνια στὰ δικαστήρια ὅπου παλαμίζουν χωρὶς φόβο τὸ Εὐαγγέλιο…. Κοινωνία δαιμονισμένων. Εἶ­χε δίκιο ὁ ῾Ρῶ­σος Ντοστογιέφσκυ ποὺ ἔγραψε τὸ ἔργο «Οἱ δαιμονισμένοι». Τὰ δαιμόνια ταράζουν τὴ ζωὴ καὶ τὴν κάνουν δυστυχισμένη. Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου, κοινωνία; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ σπιτιοῦ; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ σχολείου; «λεγεών». Τὸ ὄνομα τοῦ στρα­τοῦ; «λεγεών». Καὶ ἡ καρδιά μας; «λεγεὼν» κι αὐτή· δὲν κατοικεῖ μέσα της ὁ Χριστός.

Ζοῦμε σὲ ἐποχὴ σατανική· σατανοκρατούμεθα. Δυστυχῶς σήμερα, κατὰ μέγα μέρος, δὲν κυβερνάει ὁ Χριστός· κυβερνάει ὁ σατα­νᾶς καὶ οἱ δαίμονες. Οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἀνέδειξαν «κοσμοκράτορας» (Ἐφ. 6,12). Ἔχουν πα­ραδοθῆ σ᾽ αὐτοὺς ―μὲ τὴ θέλησι ἑνὸς ἑκάστου― καρδιές, οἰκογένειες, σπίτια, ὑπουργεῖα, κυβερνή­σεις, κοινοβούλια, ὀργανισμοί…. Καὶ ὁ διάβολος καλὸ δὲν ξέρει νὰ κάνῃ. Γι᾽ αὐ­τὸ ἐπικρατεῖ παραλογισμὸς καὶ διάλυσις.

Ἀπιστία μεγάλη κυριαρχεῖ. Κ᾽ ἐμεῖς ποὺ λέμε ὅτι πιστεύουμε δὲν πιστεύουμε. Ἔχουμε ἐ­πηρεασθῆ. Ἦταν κάποτε ἐποχή, ποὺ οἱ πρόγο­νοί μας δὲν εἶχαν σχολειά, πανεπιστήμια, ἀ­καδημίες, δὲν εἶχαν χρῆμα καὶ πλούτη, δὲν εἶ­χαν σπίτια καὶ αὐτοκίνητα πολυτελῆ. Ἀλλὰ ἡ κοινωνία ἦταν ἁγιασμένη. Βλαστήμια δὲν ἀκουγό­ταν. Ἑ­κα­τὸ χρόνια περνοῦσαν στὴ Μακεδο­­νία καὶ δι­αζύγιο δὲν ἔβγαινε· τὸ διαζύγιο ἦταν ἄγνωστο. Τώρα; Ποιό εἶνε τὸ ὄνομά σου Ἑλλάς; «λεγεών»! Τότε εἶχαν φτωχὲς καλύβες, ἀλλὰ στὶς καλύβες κατοικοῦ­σαν ἅγιοι ἄν­θρωποι, ἄγγελοι. Τώρα μέσ᾽ στὰ μεγάλα σπίτια μὲ ὅλα τὰ κομφὸρ κατοικοῦν δαίμονες.

* * *

Τί θὰ γίνῃ λοιπόν, ἀδελφοί μου; ἔτσι θὰ μεί­νουν τὰ πρά­γματα; δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα; Ἂν δὲν ἐρχόταν στὸν κόσμο ὁ Χριστός, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν ἀπελπιστική. Ἀλλὰ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ νίκησε τὸ διάβολο.

Μιὰ μέρα στὴ μητρόπολι μὲ ζήτησε μιὰ γυναίκα. Ἔτρεμε ὁλόκληρη ἀπὸ φόβο.

―Ἔχω νὰ κοιμηθῶ δυὸ νύχτες, λέει.

―Γιατί; τί σοῦ συμβαίνει;

―Σηκώθηκα προχθὲς τὸ πρωὶ καὶ βρῆκα στὴν αὐλή μου μαγικά· κόκκαλα, τρίχες, κέρα­τα. Θὰ μοῦ κάνουν κακὸ στὸ σπίτι.

―Πιστεύεις στὸ Χριστό; τὴ ρωτάω.

―Πιστεύω, λέει.

―Ἔ τότε ποιός εἶνε πιὸ δυνατός, ὁ Χριστὸς ἢ ὁ σατανᾶς;

―Ὁ Χριστός.

―Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶνε πιὸ δυνατός, αὐτὸς νικάει ὅλα τὰ δαιμόνια. Μὴ φοβᾶσαι.

Ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ νικητὴς τῶν δαιμόνων. Κι ὄχι μόνο ὁ ἴδιος τοὺς νίκησε, ἀλλὰ δίνει δύναμι καὶ στὸν κάθε πιστὸ Χριστιανὸ νὰ νικᾷ τὰ δαιμόνια, ὅσο ἰσχυρὰ καὶ νὰ εἶνε. Ὅτι ὁ «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ» ἀπόδειξις ποιά εἶνε; Ὁ ἄν­­θρωπος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Ὁ σατανᾶς τὸν εἶχε κάνει ἄγριο λύκο, κοντὰ στὸ Χριστὸ ὅμως ὁ λύκος ἔγινε ἀρνί.

Ὦ Χριστέ, πόσο μεγάλη εἶνε ἡ δύναμί σου! Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ἐλευθερία, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε σκλαβιά. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε δικαιοσύνη, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε ἀδικία. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ ἀγάπη, ὅπου λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε τὸ μῖσος. Ὅπου εἶνε ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παράδεισος, ὅ­που λείπει ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ κόλασις. Καὶ κόλα­σις ἔγινε πράγματι ὁ κόσμος. Δὲν τολμᾷς νὰ βγαίνῃς ἀπὸ τὸ σπίτι σου, ἀφοῦ τώρα ἐμ­φανίζον­ται τρομοκράται· ὅπως τότε ὁ δαιμονιζόμενος τρομοκρατοῦσε ὅλους, ἔτσι κι αὐ­τοὶ σήμερα. Γίναμε Σικάγο.

Τί νὰ κάνουμε λοιπόν, ἀδελφοί μου; Νὰ μετανοήσουμε, νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἔρθῃ νὰ μᾶς κυβερνήσῃ πάλι ὁ Χριστός· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰ­ῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(Ομιλία Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό Ἁγίου  Κων/νου & Ἑλένης στην Νίκη – Φλωρίνης 25-10-1987)